Γιορτάζοντας τα δεκάχρονά του, το περιοδικό «Βίδα» αποφάσισε να οργανώσει μια λαϊκή γιορτή σ' έναν ξεχωριστό χώρο: το Σκοπευτήριο της Καισαριανής. Η λαϊκή γιορτή είχε δυο μέρη: στο πρώτο παρουσιάστηκαν από την ανοικείωση «Τα ντουφέκια της κυρίας Καράρ» του Μπέρτολτ Μπρεχτ, στη γνωστή παράσταση της καλλιτεχνικής κολλεκτίβας, και ακολούθησε γλέντι με λαϊκή ορχήστρα από μέλη και φίλους της «Βίδας».
Η επιλογή του χώρου σφράγισε την εκδήλωση. Οι μνήμες της θυσίας τόσων κομμουνιστών και εαμιτών αγωνιστών βάρυναν πάνω σ' όλους. Ιδιαίτερα πάνω στους καλλιτέχνες που κλήθηκαν να δείξουν τη δουλειά τους στο συγκεκριμένο χώρο. Αυτό φάνηκε ευθύς εξαρχής, όταν το κιθαριστικό ντουέτο της ανοικείωσης άρχισε να παίζει τα μοτίβα από τον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο, που προετοιμάζουν το άνοιγμα της παράστασης. Οι θεατές (περίπου 200 άτομα, καθιστοί και όρθιοι) βυθίστηκαν σε απόλυτη σιωπή, την οποία διέκοπτε μόνο το ζεστό χειροκρότημα κάθε που οι μουσικοί ολοκλήρωναν ένα κομμάτι. Οταν άρχισε η παράσταση, η συγκίνηση ανέβηκε στο κατακόρυφο. Οπως μας έλεγαν οι σύντροφοι της ανοικείωσης, η παράσταση έχει ανέβει πολλές φορές μέχρι τώρα, όμως τέτοια συγκίνηση στους θεατές δεν είχαν ξαναδεί.
Μολονότι ο χώρος δεν είναι διαμορφωμένος για θέατρο, μολονότι ήταν η πρώτη φορά που η ανοικείωση ανέβαζε τη συγκεκριμένη παράσταση σε ανοιχτό χώρο, με πολλούς θεατές, καθισμένους και όρθιους, το αποτέλεσμα ξεπέρασε κάθε προσδοκία. Στα περίπου 65 λεπτά του έργου δεν ακούστηκε «κιχ». Οι θεατές είχαν «πετρώσει» στις θέσεις τους. Χειροκρότησαν θερμά όταν τελείωσε το έργο του Μπρεχτ. Ακόμα πιο θερμά όταν ολοκληρώθηκε ο επίλογος με κείμενα των Γκράμσι, Μπρεχτ και Θουκυδίδη, που έχει προσθέσει η ανοικείωση. Ομως, η παράσταση δεν είχε ολοκληρωθεί. Ενας ηθοποιός, που δεν συμμετείχε στην υπόλοιπη παράσταση, διέσχισε βιαστικά το χώρο, στάθηκε μπροστά στους θεατές και απήγγειλε τη συγκλονιστική «Πρωτομαγιά του 1944» του Κώστα Βάρναλη, ενώ οι δυο κιθάρες «συνομιλούσαν» πάνω στη μελωδία του «Επέσατε θύματα». Οταν ολοκληρώθηκε αυτός ο φόρος τιμής στους 200 εκτελεσμένους κομμουνιστές, το κοινό ξέσπασε. Ορθιο, με χειροκροτήματα, σφυρίγματα και φωνές επιδοκιμασίας, αποθέωσε για αρκετή ώρα ηθοποιούς και μουσικούς. Πιο πολύ, όμως, τίμησε τη μνήμη της θυσίας.
Το τέλος της παράστασης λειτούργησε λυτρωτικά για όλους. Το λαϊκό γλέντι που ακολούθησε, με τη θαυμάσια ορχήστρα, με τους συντρόφους της «Βίδας» να σερβίρουν σε όλους φαγητό που είχαν ετοιμάσει, κράτησε μέχρι τα χαράματα, με τραγούδι και χορό συντροφικό.