Αλλο ένα πεδίο δόξης λαμπρό για τους φελλούς της κινηματογραφικής κριτικής! Τι συμβαίνει εδώ; Μέσα από την τηλεοπτική αναμέτρηση του βρετανού δημοσιογράφου Ντέιβιντ Φροστ με τον εκπεσόντα του αξιώματός του, λόγω Γουότεργκέιτ, αμερικανό πρόεδρο Ρίτσαρντ Νίξον, επιχειρείται η αυτονόμηση της αστικής δημοσιογραφίας από την αστική πολιτική. Εξανάγκασε, λοιπόν, ο Φροστ τον Νίξον σε μια μίνι ομολογία για το σκάνδαλο Γουότεργκέιτ και ιδού οι ανόητες διαπιστώσεις περί της παντοδυναμίας των ΜΜΕ, περί της άπληστης, άνευ ορίων εξουσίας τους και δεν συμμαζεύεται.
Είναι αλήθεια ότι τα ΜΜΕ είναι η «τέταρτη εξουσία». Ομως, η όποια εξουσία τους πηγάζει από το γεγονός ότι αποτελούν ιδιοκτησία των μεγιστάνων του πλούτου. Γιγαντώθηκαν επειδή συγκεντρώνεται και γιγαντοποιείται το κεφάλαιο. Αποκρύβουν ή παραμερίζουν κάθε είδηση που συμβάλλει στην ουσιαστική συνειδητοποίηση των πολιτών και αναδεικνύουν κάθε πληροφορία και κάθε ενδοαστική διαμάχη που δεν απειλεί την εξουσία του κεφαλαίου. Εδωσαν έκταση στο σκάνδαλο Γουότεργκέιτ, γιατί ακριβώς η διαμάχη Δημοκρατικών-Ρεπουμπλικανών όχι μόνο δεν απειλούσε το σύστημα αλλά του έδινε και μια δημοκρατική επίφαση. Μόνο θύμα ο ανεκδιήγητος Νίξον που, εννοείται, αμέσως μόλις τον διαδέχτηκε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησής του Φορντ, παρέγραψε όλα τα ανομήματά του. Τρία χρόνια μετά την παραίτηση του Νίξον, ένας life style δημοσιογράφος της αυστραλιανής τηλεόρασης ρισκάρει την προσωπική του περιουσία και φήμη σε μια προσπάθεια να στριμώξει τον Νίξον σε τρεις ωριαίες τηλεοπτικές συνεντεύξεις. Ο Νίξον εισπράττει μια παχυλότατη αμοιβή και τα καταφέρνει μια χαρά, αλλά στο τέλος υποπίπτει στο σφάλμα να υπερασπιστεί ως νόμιμο δικαίωμά του τις τηλεφωνικές υποκλοπές. Ο Φροστ κέρδισε τις τελικές εντυπώσεις και, το κυριότερο, διέσωσε τα λεφτά του και διατήρησε υψηλό το κασέ του, ενώ ο Νίξον τσέπωσε το παραδάκι χωρίς να χάσει και τίποτα σπουδαίο: έτσι κι αλλιώς ξεφτιλισμένος ήταν και πριν.
Αυτή λοιπόν η αναμέτρηση, που δεν θα τη θυμόταν κανείς αν δεν την έκανε ταινία το Χόλιγουντ, κάποιοι θέλουν να μας πείσουν με το ζόρι πόσο σπουδαία ήταν, αφού ο δημοσιογράφος άρπαξε την ευκαιρία της ζωής του από τα μαλλιά, αφού ήταν μια γιγάντια αναμέτρηση κ.λπ. Στην πραγματικότητα, το μόνο που διακυβευόταν ήταν οι ικανότητες και η αξιοπιστία του δημοσιογράφου, που μεταφράζεται σε πολύ χρήμα στην τηλεοπτική αρένα. Και το μόνο που άξιζε σ` αυτή την ταινία δεν ήταν βέβαια το σασπένς της τηλε-μονομαχίας, αλλά η ενδιαφέρουσα σκιαγράφηση των χαρακτηριστικών των δύο πρωταγωνιστών. Μένει έκπληκτος κανείς κάθε φορά διαπιστώνοντας ότι στην Αμερική το χρήμα είναι ο μόνος Θεός.
Ελένη Σταματίου