Κάπου σ’ ένα χωριό του Ιρακινού Κουρδιστάν οι κάτοικοι περιμένουν την επικείμενη αμερικάνικη επίθεση κατά του Ιράκ. Μαζί τους αρκετά προσφυγόπουλα, ορφανά του πολέμου, βγάζουν το ψωμί τους μαζεύοντας νάρκες και ελπίζουν…
Η ταινία, για της οποίας την προέλευση δεν γνωρίζουμε πολλά στοιχεία, καταγράφει με ρεαλισμό που σοκάρει τη φτώχεια, τη δυστυχία, την εγκατάλειψη και την εχθρότητα που έχουν βιώσει οι Κούρδοι του Ιράκ από το καθεστώς του Σαντάμ. Είναι σημαντικό ότι, παρά ταύτα, δεν υπάρχει κάποια ευνοϊκή θέση υπέρ των Αμερικάνων. Η ταινία επικεντρώνεται περισσότερο στους θαρραλέους μικρούς πρωταγωνιστές της καταγράφοντας με συναίσθημα, τρυφερότητα, ποιητικότητα και χιούμορ τα βάσανα και τον αγώνα τους. Είναι, βέβαια, κρίμα που δεν πάει παραπέρα από μια απλή καταγραφή, όμως δεν παύει να είναι μια συνεισφορά στη συνειδητοποίηση του θεατή που βλέποντας αυτές τις σκηνές δεν μπορεί παρά να αναρωτηθεί, πώς αυτές οι ορδές των δυστυχισμένων δεν έχουν ακόμα εισβάλλει και καταστρέψει τον λεγόμενο πολιτισμένο δυτικό κόσμο!