«Επειδή πιστεύουμε ότι αυτή η επαναστατική εμπειρία δε μπορεί να ξεπεραστεί παρά από μια καινούργια, ικανή να λάβει υπόψη της -καλύτερα από την προηγούμενη- τα κοινά συμφέροντα όλης της τάξης (προλεταριάτο), επειδή γνωρίζουμε από ποια κληρονομιά ξεκινώντας δοκιμάσαμε μόνοι μας καινούργιους δρόμους, επειδή τίποτα μέσα στην υπάρχουσα πραγματικότητα δε μας υποδεικνύει κάποια αλλαγή των δεδομένων: βαρβαρότητα ή κομμουνισμός, επειδή ποτέ τα σχέδια ενός καπιταλισμού με ανθρώπινο πρόσωπο δε φάνηκαν τόσο ανούσια, για όλα αυτά δεν έχουμε κανένα λόγο να παραιτηθούμε»
Ζοέλ Ομπρόν
Ενα τετρασέλιδο σε σχήμα εφημερίδας, αφιερωμένο στην επαναστάτρια Ζοέλ Ομπρόν, την αγωνίστρια της Action Directe, που πέθανε την 1η Μάρτη, νικημένη από τον καρκίνο, κυκλοφόρησε ο «Δαίμων του Τυπογραφείου». Το αφιέρωμα περιλαμβάνει κείμενα των Frederich Oriach και Michel Lapeyre (ιστορικών στελεχών του γαλλικού αντάρτικου πόλης), του Ζαν-Μαρκ Ρουϊγιάν (συντρόφου της Ομπρόν στην A.D., που παραμένει ακόμη φυλακισμένος μαζί με τους Ναταλί Μενινιόν, Ζορζ Σιπριανί και Ρεζίς Σλεσέρ), του Ρολφ Αϊσλερ (αγωνιστή της RAF, που εξέτισε ποινή ενός τετάρτου του αιώνα στα λευκά κελιά της Γερμανίας), ένα ποίημα αφιερωμένο στη Ζοέλ από τη συντρόφισσά της Ναταλί Μενινιόν, απόσπασμα από συνέντευξη της Ομπρόν στο περιοδικό Ecorev και ένα μικρό χρονικό από πρόσφατες ενέργειες του κινήματος για την απελευθέρωση των αγωνιστών της A.D., οι οποίοι, μολονότι έχουν εκτίσει το προβλεπόμενο όριο ποινής (πλησιάζουν στην εικοσαετία), δεν αποφυλακίζονται υπό όρους, επειδή δεν δέχονται να αποκηρύξουν τη δράση τους.
«Παραμένουμε φυλακισμένοι γιατί οριζόμαστε στο στρατόπεδο της επανάστασης, γιατί πιστεύουμε ακόμα -και ενάντια σε όλα- στην κεντρικότητα του αντιιμπεριαλιστικού αγώνα και, τέλος, γιατί αρνούμαστε να καταδικάσουμε την εξεγερσιακή βία της τάξης μας και των αντάρτικών της στον κόσμο, απ’ την Παλαιστίνη ως την Κολομβία», γράφουν οι φυλακισμένοι Μενινιόν, Σιπριανί και Ρουϊγιάν και συνυπογράφει η ετοιμοθάνατη (σε διακοπή ποινής) Ομπρόν σε μήνυμά τους το Γενάρη του 2006.
Η Ζοέλ Ομπρόν προερχόταν από εύπορη οικογένεια. Αρχισε να συνειδητοποιεί από νωρίς την κοινωνική ανισότητα και να προβληματίζεται πάνω στα αίτια που την προκαλούν και στις επιλογές που έχει ένας αγωνιστής που θέλει να ανατρέψει τον καπιταλισμό. Από το 1980 συμμετέχει σε ομάδες που «…συνδυάζουν την κριτική των όπλων με το όπλο της κριτικής». Συνελήφθη μια φορά το 1982 και παρέμεινε για δυο χρόνια στη φυλακή. Ξανασυνελήφθη το 1987 και παρέμεινε φυλακισμένη για 17 χρόνια. Μολονότι από τις αρχές του 2004 είχε πολλές λιποθυμίες στο κελί της, χρειάστηκε αγώνας για να της κάνουν κάποιες ιατρικές εξετάσεις, που διέγνωσαν καρκίνο. Υποβλήθηκε σε εγχείρηση εγκεφάλου και νοσηλεύτηκε δεμένη με χειροπέδες! Στη συνέχεια απορρίφθηκαν όλες οι αιτήσεις αναστολής της ποινής που υπέβαλε, μέχρι που οι γιατροί βεβαίωσαν ότι δεν της απομένουν παρά μερικοί μήνες ζωή. Αποφυλακίστηκε τον Ιούνη του 2004, με τον όρο ότι «αν σημειωθεί ιατρική πρόοδος θα επανέλθει στη φυλακή».
Ενα απόσπασμα από τη συνέντευξή της στο Ecorev δείχνει χαρακτηριστικά την πίστη της στην επανάσταση μέχρι το τέλος: «Εχω πάντα μια μικρή δυσκολία στο να εκφράσω αυτά που μπόρεσα να αισθανθώ ως λάθη, με την έννοια ότι πεποίθησή μου είναι πως αυτή η ιστορία πρέπει να δεχτεί κριτική -και αυτό είναι βέβαιο-, αλλά από εκείνους τους ανθρώπους που θέτουν το ζήτημα του μέλλοντος, που κοιτάνε την ιστορία μας λέγοντας: “τι μπορούμε να κάνουμε για να επεξεργαστούμε κάτι άλλο, για να ανάψουμε ξανά τη φωτιά;”».