Κάτι ήξερε ο παλιός Κώστας Σκανδαλίδης, όταν έλεγε ότι ο δεύτερος γύρος των προεδρικών εκλογών του ΠΑΣΟΚΙΝΑΛ πρέπει να διεξαχθεί οπωσδήποτε, για να έχει ευρεία νομιμοποίηση, με ποσοστό πάνω από 50%, ο νέος αρχηγός. Δεν ξέρουμε αν μπορούσε να προβλέψει το 68-32, με το οποίο το πουλέν του τσάκισε τον Γιωργάκη, όμως για τη νίκη δεν αμφέβαλε καθόλου. Για τους αντίθετους λόγους δεν ήθελε το δεύτερο γύρο ο Λοβέρδος: άλλο να συγκρίνεσαι με το ποσοστό που πήρε ο Ανδρουλάκης στον πρώτο γύρο και άλλο να συγκρίνεσαι με το 68% του δεύτερου γύρου.
Ο Γιωργάκης, όμως, σε τι ακριβώς αποσκοπούσε και πήγε πεισματικά στο δεύτερο γύρο; Σε νίκη δεν το νομίζουμε. Δεν τον έχουμε για αφελή και σίγουρα δεν είναι πολιτικά άπειρος. Πίστευε ότι θα μειώσει το -9% του πρώτου γύρου; Μάλλον, αλλιώς δεν εξηγείται η στάση του. Τώρα, με διαφορά μεγαλύτερη από «νταμπλ σκορ», αναγκαστικά θα πρέπει να το βουλώσει για ένα διάστημα, γιατί οι άνθρωποι του Ανδρουλάκη θα τον περιμένουν στη γωνία «με το ντουφέκι», έτοιμοι να ερμηνεύσουν κάθε του δήλωση σαν υπονόμευση της αρχηγάρας και να του φορτώσουν όλες τις αποτυχίες που θα έρθουν.
Αποτυχίες του 42χρονου και άφθαρτου Ανδρουλάκη; Φυσικά. Τι άλλο περιμένετε δηλαδή, να γίνει ο Ανδρουλάκης νέος Τσίπρας και να αναδειχτεί σε βασικό πόλο της αντιπολίτευσης στον Μητσοτάκη; Δε θα κάνουμε σύγκριση ικανοτήτων ανάμεσα σε Ανδρουλάκη και Τσίπρα, αλλά θα κάνουμε σύγκριση ιστορικών περιόδων. Ο Τσίπρας (σωστότερα: οι Τσιπραίοι) και ο ΣΥΡΙΖΑ είναι προϊόντα μιας συγκυρίας που «ζητούσε» ένα ΠΑΣΟΚ στη θέση του ΠΑΣΟΚ που κατέρρεε. Ακόμα και η συντηρητικότερη πτέρυγα του καταρρέοντος ΠΑΣΟΚ δεν πήγαινε τότε στη ΝΔ του Σαμαρά, που συγκυβερνούσε με το ΠΑΣΟΚ στη δεύτερη κατά σειρά μνημονιακή κυβέρνηση (κυβέρνηση Παπαδήμου). Ψήφιζε ΔΗΜΑΡ. Το δε μεγαλύτερο κομμάτι του ΠΑΣΟΚ πήγε στον ΣΥΡΙΖΑ. Οχι μόνο οπαδοί, αλλά και βουλευτές που δεν είχαν ψηφίσει τα Μνημόνια ή κάποιους μνημονιακούς νόμους. Κι όταν ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε κυβέρνηση και επέδειξε απόλυτη νομιμοφροσύνη έναντι της ΕΕ και έναντι των ΗΠΑ-ΝΑΤΟ μαζεύτηκαν και άλλα στελέχη του ΠΑΣΟΚ εκεί, σχεδόν όλων των τάσεων. Ακόμα και σημαντική μερίδα των σημιτικών. Η «κουτάλα» της εξουσίας είναι πάντοτε το καλύτερο δέλεαρ για μετακινήσεις από κόμμα σε κόμμα, ιδιαίτερα όταν ένα κόμμα δεν μπορεί να τους βολέψει όλους.
Κοντολογίς, δεν έφτιαξε ο Τσίπρας τον κυβερνητικό ΣΥΡΙΖΑ, αλλά η συγκυρία της περιόδου μετά το 2010. Φτιάχτηκαν και άλλα κόμματα τότε, αλλά στην κοινοβουλευτική πιάτσα έμεινε μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ, γιατί ήταν το μεγαλύτερο κόμμα του πάλαι ποτέ «αντιμνημονιακού τόξου» και γιατί έμεινε σχεδόν μια πενταετία στην εξουσία και διαμορφώθηκε σε κόμμα εξουσίας.
Είναι ίδια η συγκυρία σήμερα, για να πει κανείς ότι ΠΑΣΟΚΙΝΑΛ και ΣΥΡΙΖΑ θα λειτουργήσουν ως συγκοινωνούντα δοχεία με αντίστροφη ροή; Ουδείς μπορεί να το ισχυριστεί. Αλλωστε, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει την… πολυτέλεια να βρίσκεται στην αντιπολίτευση και να μην υφίσταται τη φθορά του κυβερνώντος κόμματος, αλλά να περιμένει να την εκμεταλλευτεί (τακτική «ώριμου φρούτου»). Γι’ αυτό και οι ίδιοι οι πασόκοι δε βάζουν ψηλά τον πήχη, αλλά μιλούν (άτυπα) για διψήφιο νούμερο στις επόμενες εκλογές. Oμως, και αυτό ακόμα δεν είναι εύκολο. Γιατί δηλαδή να πάει στο 10% το ΠΑΣΟΚΙΝΑΛ με τον Ανδρουλάκη και να μην πέσει στο 6%; Μην κοιτάζετε τη (σκόπιμη) υπερπροβολή του τελευταίου διαστήματος. Αυτή θα σβήσει σε λίγες μέρες. Ο Ανδρουλάκης θα πλακωθεί στις περιοδείες στην επαρχία (και στις γειτονιές της Αθήνας, όπου το ΠΑΣΟΚΙΝΑΛ συγκέντρωσε αναλογικά τους λιγότερους ψηφοφόρους, σε σχέση με την επαρχία), αλλά ο Τσίπρας είναι ήδη εκεί. Περιοδεύει συνεχώς, κάνει συσκέψεις, ομιλίες, βόλτες στις αγορές και τα παζάρια.
Tίποτα δεν είναι δεδομένο, λοιπόν. Μπορεί στο ΠΑΣΟΚΙΝΑΛ ο Ανδρουλάκης να έκανε περίπατο, πουλώντας μόνο το νεαρό της ηλικίας του, όμως, τώρα πρέπει να κάνει πολιτική και μάλιστα έχοντας το ντεσαβαντάζ να βρίσκεται εκτός Βουλής και έτσι να μη συγκρίνεται απευθείας με τους Μητσοτάκη και Τσίπρα. Με την πλειοψηφία του ελληνικού λαού να έχει αποσυρθεί από το προσκήνιο, που θα «κάνει παιχνίδι» ο Ανδρουλάκης;
Εν πάση περιπτώσει, εδώ θα είμαστε και θα τα δούμε όλα, έχοντας πάντα τη δυνατότητα του σχολιασμού της επικαιρότητας. Περιττεύει να επαναλάβουμε αυτό που γράφουμε πάντα όταν σχολιάζουμε εξελίξεις στα πολιτικά συστήματα, στο εξωτερικό και στην Ελλάδα: αυτές οι εξελίξεις δεν έχουν καμιά σχέση με τα πραγματικά συμφέροντα της εργατικής τάξης και του λαού. Είναι εξελίξεις που αφορούν τους κομματικούς συσχετισμούς στο εσωτερικό ενός πολιτικού συστήματος ταγμένου -ψυχή τε και σώματι- στην υπηρεσία των συμφερόντων της κεφαλαιοκρατίας.
ΥΓ. «Η γη να τρέμει, ο ήλιος ανατέλλει» φώναζαν οι οπαδοί του Ανδρουλάκη. Να το προσέξουν λίγο. Γιατί το πρώτο μισό της φράσης θυμίζει τα (φερόμενα ως) τελευταία λόγια του Γκέμπελς («Θα ξαναγυρίσουμε και θα τρέμει η γη»), σλόγκαν των ανά των κόσμο νεοναζιστών.