Από την επίσημη ιστοσελίδα του πρωθυπουργού της Ελληνικής Δημοκρατίας πληροφορούμαστε ότι ο Μητσοτάκης χαιρέτισε στα εγκαίνια της έκθεσης «Ancient Greeks: Science and Wisdom» στο Μουσείο Επιστημών του Λονδίνου, στο πλαίσιο της επίσκεψής του στο Ηνωμένο Βασίλειο, και είπε μεταξύ των άλλων: «Εθεσα το ζήτημα των Γλυπτών του Παρθενώνα στον Πρωθυπουργό Boris Johnson σήμερα και πρόθεσή μου είναι να συνεχίσω να εργάζομαι σκληρά έως την οριστική επιστροφή τους στο Μουσείο της Ακρόπολης».
Στην ίδια ιστοσελίδα, στο «ενημερωτικό σημείωμα για τη συνάντηση του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Πρωθυπουργό του Ηνωμένου Βασιλείου, Boris Johnson», διαβάζουμε: «Ο Κυριάκος Μητσοτάκης επανέλαβε στον κ. Johnson το πάγιο αίτημα της Ελλάδας για επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα σημειώνοντας ότι πλέον έχει έρθει η ώρα για την ικανοποίηση του δίκαιου ελληνικού αιτήματος και την αποκατάσταση του μνημείου στην ολότητά του στο Μουσείο της Ακρόπολης».
Στο διάλογο μπροστά στις κάμερες δεν ακούστηκε ούτε υπαινιγμός του Μητσοτάκη επί του συγκεκριμένου θέματος. Απλώς χαρακτήρισε τον Μπόρις Τζόνσον «πραγματικό φιλέλληνα», χαρακτηρισμός για τον οποίο συμφώνησε και ο «κλόουν Μπόρις», αναφερόμενος προφανώς στην κλασική του παιδεία. Τι του απάντησε ο Τζόνσον για τα γλυπτά του Παρθενώνα; Αυτό φρόντισε να το καταστήσει γνωστό η βρετανική διπλωματία που δεν αφήνει τίποτα να πέσει κάτω.
Ο εκπρόσωπος του βρετανού πρωθυπουργού, δυο ώρες μετά την ολοκλήρωση της (επί της ουσίας πανηγυρτζίδικης) επίσκεψης του Μητσοτάκη στη Ντάουνινγκ Στριτ 10, δήλωσε πως «ο βρετανός πρωθυπουργός τόνισε στις αρχές του χρόνου ότι τα Μάρμαρα αποκτήθηκαν νομίμως. Η κυριότητα των Μαρμάρων είναι θέμα που αφορά το Βρετανικό Μουσείο, το οποίο λειτουργεί ανεξάρτητα από την κυβέρνηση, χωρίς να δέχεται πολιτικές παρεμβάσεις. Οι αποφάσεις που σχετίζονται με τις συλλογές του λαμβάνονται από τους επιτρόπους του Μουσείου. Οποιοδήποτε ερώτημα που αφορά το πού βρίσκονται τα Γλυπτά του Παρθενώνα είναι υπόθεση του Μουσείου».
Αργότερα, το βρετανικό πρωθυπουργικό γραφείο εξέδωσε και ανακοίνωση, η οποία μεταξύ των άλλων σημείωνε: «Ο πρωθυπουργός είπε (σ.σ. στον έλληνα πρωθυπουργό) ότι αντιλαμβάνεται τα έντονα συναισθήματα του ελληνικού λαού για το θέμα. Ωστόσο, επανέλαβε τη μακρόχρονη θέση της Βρετανίας ότι το ζήτημα αυτό αφορά τους επιτρόπους του Βρετανικού Μουσείου». Και το «κλου» της ανακοίνωσης: «Οι δύο ηγέτες συμφώνησαν ότι αυτό το ζήτημα σε καμιά περίπτωση δεν επηρεάζει τις ισχυρές σχέσεις μεταξύ Ηνωμένου Βασιλείου και Ελλάδας».
Ο Τζόνσον αρνήθηκε και να συζητήσει το θέμα! Παρέπεμψε τον Μητσοτάκη στους επιτρόπους του Βρετανικού Μουσείου. Αυτό το λες και «φτύσιμο» (με βρετανικό αποικιοκρατικό φλέγμα). Προσέχοντας τις διατυπώσεις της Ντάουνινγκ Στριτ διαπιστώνει κανείς την ξεκάθαρη απουσία ουδετερότητας. Υπάρχει σαφής πολιτική θέση: τα Γλυπτά ανήκουν νόμιμα στο Βρετανικό Μουσείο!
Τίποτα το καινούργιο δεν υπάρχει σε όλα αυτά (σε χθεσινό σημείωμά μας, πριν από τη συνάντηση, είχαμε προδιαγράψει ότι αυτή θα ήταν η εξέλιξη). Τότε γιατί ο Μητσοτάκης επέλεξε να πάει στη συνάντηση με τον Τζόνσον αποφασισμένος να πει «και καμιά μακακία για να περάσει η ώρα»; Γιατί είναι πολιτικά στριμωγμένος και ήθελε κάτι για ν’ αλλάξει, έστω και λίγο, την ατζέντα. Η εγκληματική διαχείριση της πανδημίας έφτασε «στο μη παρέκει» κι αυτό πλέον κοστίζει πολιτικά. Η ανάμιξη ενός «εθνικού θέματος», έστω για κάνα διήμερο-τριήμερο, είναι «κάτι».
Γι’ αυτό και ο ίδιος ο Μητσοτάκης έδωσε συνέχεια, με την ομιλία του στα εγκαίνια της έκθεσης στο Μουσείο Επιστημών του Λονδίνου, αλλά και με «διαρροές» του επιτελείου του στους δημοσιογράφους που κάλυπταν την επίσκεψή του στο Λονδίνο, ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη «δεν αποκλείει» τη δικαστική οδό. «Ολες οι επιλογές είναι στο τραπέζι και τις εξετάζουμε προσεκτικά» είπε η «κυβερνητική πηγή». Κάνοντας δε την ανάγκη φιλοτιμία, συμπλήρωσε ότι «δεν περιμέναμε τίποτα διαφορετικό από τον Μπόρις». Αμα δεν περίμενες τίποτα διαφορετικό, γιατί έθεσες το θέμα; Σου αρέσει να σε «φτύνει» ο κάθε ιμπεριαλιστής ηγέτης; Και γιατί παραμύθιαζες το «πόπολο» στην Ελλάδα, ότι τώρα υπάρχουν «περισσότερες δυνατότητες» μετά την απόφαση της Διακυβερνητικής Επιτροπής της UNESCO για την Επιστροφή Πολιτιστικών Αγαθών στις Χώρες Προέλευσης (ICPRCP); Αφού ξέρεις ότι αυτή η Επιτροπή δεν έχει καμιά δυνατότητα επιβολής των όποιων αποφάσεών της, που έχουν καθαρά φιλολογικό χαρακτήρα, όπως ξέρεις και ότι η βρετανική κυβέρνηση αμφισβήτησε αμέσως αυτή την απόφαση, θεωρώντας την άκυρη.
Αλλά και τα περί νομικής διεκδίκησης δεν είναι καινούργια. Μια άλλη δεξιά κυβέρνηση, αυτή των Σαμαροβενιζέλων, σε συνθήκες αποδρομής, έφερε τον Οκτώβρη του 2014 το δικηγορικό γραφείο Doughty Street Chambers, για να του αναθέσει την υπόθεση. Ουδείς ασχολήθηκε με τον επικεφαλής του γραφείου Τζέφρι Ρόμπερτσον, καθώς τα φώτα της δημοσιότητας έπεσαν στη βοηθό του Αμάλ Αλαμουντίν, διάσημη όχι τόσο για τις νομικές της ικανότητες όσο για το γάμο της με τον χολιγουντιανό σταρ Τζορτζ Κλούνι. Σε ανακοίνωσή του το δικηγορικό γραφείο του Ρόμπερτσον δήλωσε ότι «ο κ. Robertson και η κ. Clooney κλήθηκαν πρώτη φορά από την Ελληνική Κυβέρνηση να παράσχουν νομικές συμβουλές για το ζήτημα το 2011. Κατά την παραμονή τους θα πραγματοποιήσουν σειρά συναντήσεων με κυβερνητικούς αξιωματούχους, συμπεριλαμβανομένου του πρωθυπουργού, κ. Αντώνη Σαμαρά, και του Υπουργού Πολιτισμού, κ. Κωνσταντίνου Τασούλα».
Ηρθαν, έγινε ο ντόρος με τη σελέμπριτι Αμάλ, απήλθαν και έκτοτε η υπόθεση… αγνοείται. Οπως έγραψαν τότε τα «Παραπολιτικά», επικαλούμενα στοιχεία από τη «Διαύγεια», η επίσκεψη των δικηγόρων κόστισε παρά κάτι 14.000 ευρώ (10.885 τα αεροπορικά εισιτήρια, το πολυτελές βανάκι για τις μετακινήσεις τους και ο οδηγός, 1.740 ευρώ τα δωμάτια στη «Μεγάλη Βρετανία», 850 ευρώ το γεύμα στο Μουσείο της Ακρόπολης και 492 ευρώ το γεύμα στο εστιατόριο του Λαζάρου). Τζάμπα πράμα.
Μερικούς μήνες αργότερα, ο αναπληρωτής υπουργός Πολιτισμού του ΣΥΡΙΖΑ Νίκος Ξυδάκης δήλωνε ότι η επίσκεψη της Αμάλ έκανε κακό, διότι οδήγησε τη Βρετανία να αρνηθεί τη διαμεσολάβηση της UNESCO για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα. «Ελπίζω να μην έχει κλείσει (σ.σ. η δυνατότητα παρέμβασης της UNESCO, γιατί δαπανήθηκε κόπος και διπλωματικό κεφάλαιο και ήταν μια εξαιρετική επιτυχία το ότι φτάσαμε να ζητηθεί μεσολάβηση. Εικάζω αυτή τη στιγμή ότι η παρεμβολή της επίσκεψης της κ. Αλαμουντίν-Κλούνεϊ, ενώ εξελίσσονταν το αίτημα διαμεσολάβησης, έκανε ζημιά στη διαμεσολάβηση», δήλωσε ο Ξυδάκης στην «Αυγή». Ο ίδιος διευκρίνισε ότι «το υπουργείο δεν συνεργάζεται ευθέως, δεν έδωσε ουδέποτε μια ευθεία παραγγελία» στο γραφείο των Τζέφρι Ρόμπερτσον, Νόρμαν Πάλμερ και Αμάλ Αλαμουντίν-Κλούνι και πως «η παραγγελία για τη γνωμάτευση πληρώνεται από ανώνυμο χορηγό»!
Δεν ξέρουμε ποιος είναι ο «ανώνυμος χορηγός», ξέρουμε όμως ότι οι βρετανοί δικηγόροι συναντήθηκαν με τον πρωθυπουργό Σαμαρά και τον υπουργό Πολιτισμού Τασούλα (σημερινό πρόεδρο της Βουλής) και πως τα έξοδα του ταξιδιού τα πλήρωσε το ελληνικό κράτος. Ο Σαμαράς έψαχνε λίγη χρυσόσκονη από τη σύζυγο του Κλούνι, μετά την ψυχρολουσία από τη Μέρκελ. Οπως ο Μητσοτάκης πούλησε «εθνικό τσαμπουκά» στο ελληνικό «πόπολο», την ώρα που ο Μπόρις Τζόνσον τον «έφτυνε» κατάμουτρα.
Η ελληνική «κυβερνητική πηγή» δήλωσε και πως για την κυβέρνηση Μητσοτάκη η επιστροφή των Γλυπτών «είναι σημαντικό ζήτημα που αφορά τις διμερείς σχέσεις μας». Δεν είδαμε, όμως, να διαψεύδεται η βρετανική επίσημη ανακοίνωση, ότι «οι δύο ηγέτες συμφώνησαν ότι αυτό το ζήτημα σε καμιά περίπτωση δεν επηρεάζει τις ισχυρές σχέσεις μεταξύ Ηνωμένου Βασιλείου και Ελλάδας». Η ελληνική «κυβερνητική πηγή» δήλωσε πως η κυβέρνηση Μητσοτάκη «δεν αποκλείει» τη δικαστική οδό. Ο ίδιος ο Μητσοτάκης, όμως, μιλώντας στα εγκαίνια της έκθεσης στο Μουσείο Επιστημών του Λονδίνου, ενώπιον ενός ακροατήριου ποτισμένου ως το μεδούλι με την αποικιοκρατική-ιμπεριαλιστική ιδεολογία, δεν άφησε ούτε υπαινιγμό για κάτι τέτοιο. Αντίθετα, περιέγραψε με αχνά χρώματα ένα αίτημα περιστασιακού δανεισμού των Γλυπτών από το Βρετανικό Μουσείο στο Μουσείο της Ακρόπολης, κατά το πρότυπο της συγκεκριμένης έκθεσης στο Μουσείο Επιστημών, που περιλαμβάνει εκθέματα που δάνεισαν διάφορά ευρωπαϊκά μουσεία.
«Θεωρώ πως ήρθε η ώρα να κάνουμε ένα γενναίο βήμα προς το άνοιγμα ενός νέου διάλογο ανάμεσα στο Λονδίνο και στην Αθήνα για αυτό το ζήτημα» είπε ο Μητσοτάκης και σημείωσε με νόημα: «Το μεγαλύτερο μέρος των Γλυπτών του Παρθενώνα εκτίθεται στο σύγχρονο Μουσείο της Ακρόπολης, στην Αθήνα. Είμαι βέβαιος ότι γνωρίζετε πως το λεγόμενο “Ελγίνειο“ τμήμα της συλλογής φιλοξενείται σε ένα άλλο σπουδαίο πολιτιστικό ίδρυμα, το Βρετανικό Μουσείο.
Δεν τίθεται αμφιβολία πως μπορούν να εκτιμηθούν με τον καλύτερο τρόπο ευρισκόμενα στον χώρο που ανήκουν. Εχει μεγάλη σημασία η οπτική σύνδεση των γλυπτών με το ίδιο το μνημείο που τους προσδίδει την παγκόσμια αξία τους. Για τον λόγο αυτό θέλουμε να συνεργαστούμε με την κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου και το Βρετανικό Μουσείο για την εξεύρεση λύσης που θα καταστήσει δυνατό να δει κανείς τα Γλυπτά του Παρθενώνα στην ολότητά τους, στην Αθήνα».
Αυτό δεν το λες «επιστροφή των Γλυπτών στο χώρο από τον οποίο κλάπηκαν». Το λες νομιμοποίηση της κλοπής και παράκληση για κάποια κοινή έκθεση. Ούτε αυτή πρόκειται να πραγματοποιηθεί (για διάφορους λόγους, και πολιτικής του Βρετανικού Μουσείου και τεχνικούς), όμως η ίδια η ιδέα του περιστασιακού δανεισμού προϋποθέτει νομιμοποίηση της κλοπής των Γλυπτών από τον αρχαιοκάπηλο αποικιοκράτη λόρδο Ελγιν.
Επί της ουσίας, δεν έχουμε παρά να επαναλάβουμε αυτά που γράφαμε ως κατακλείδα σε σχετικό άρθρο μας στις 8 Οκτώβρη: «Ας σταματήσει, λοιπόν, το παραμύθιασμα με την επιστροφή των γλυπτών του Παρθενώνα. Η επαναφορά των κλεμμένων αρχαιοτήτων στους τόπους απ’ όπου κλάπηκαν, όχι για να γίνουν αντικείμενα εθνικιστικής προπαγάνδας (οι αρχαίοι πολιτισμοί αποτελούν πανανθρώπινη κληρονομιά και όχι “απόδειξη συνέχειας“ των σύγχρονων εθνών), αλλά για να αποκατασταθεί η ενότητά τους με το φυσικό περιβάλλον όπου δημιουργήθηκαν πριν από πάρα πολλά χρόνια και να χρησιμεύσουν στην εμπλούτιση των γνώσεων για την κίνηση της Ιστορίας, δεν μπορεί να γίνει σε συνθήκες καπιταλισμού, που τα πάντα αποτελούν εμπόρευμα».