Οφείλουμε να ευχαριστήσουμε τον εκπρόσωπο του ΣΕΒ στην κυβέρνηση Μητσοτάκη, Ακη Σκέρτσο, διότι με τον πολιτικό πριμιτιβιτισμό που τον χαρακτηρίζει και τον κυνισμό του τεχνοκράτη που υπηρετεί το κεφάλαιο, είπε αυτά που όλοι σκέπτονται, αλλά δεν τα λένε, επιλέγοντας να εξαπατήσουν το «πόπολο».
Ο Σ. Πολύζος του TRT ρώτησε τον Σκέρτσο για τις γερμανικές αποζημιώσεις: «Γιατί καμία κυβέρνηση δεν ήρθε σε συνεννόηση και με τις αντιπολιτεύσεις, να ’χουμε δηλαδή μια ομόφωνη απόφαση στο ελληνικό κοινοβούλιο και να πούμε ότι πάμε να το κάνουμε, να το διεκδικήσουμε;» Μάλλον δεν περίμενε την απάντηση που έδωσε ο Σκέρτσος:
«Νομίζω ότι πρέπει να κοιτάξουμε μπροστά, κύριε Πολύζο, και όχι προς τα πίσω. Μιλάτε για μια υπόθεση η οποία αφορά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Δεν την απαξιώνω ούτε την υποβαθμίζω, αλλά αυτή τη στιγμή η Ελλάδα και η Ευρώπη έχουν να αντιμετωπίσουν πολύ μείζονες, πολύ σημαντικές μείζονες προκλήσεις που έρχονται από το μέλλον. Είναι η κλιματική κρίση, είναι η ψηφιακή επέλαση της τεχνικής νοημοσύνης, είναι προβλήματα που έχουν να κάνουν με την προσέλκυση καλών επενδύσεων στην Ευρώπη στο να μην χάσουμε την παραγωγική μας βάση. Νομίζω ότι αν αναλωνόμαστε σε ζητήματα τα οποία αφορούν το παρελθόν χάνουμε την μάχη για το μέλλον και πρέπει να αφιερώσουμε όλες μας τις δυνάμεις σε αυτή την προσπάθεια. Εμείς είμαστε μια κυβέρνηση που κοιτάμε προς τα μπρος και προφανώς χτίζουμε με πατριωτική ευθύνη, με υπεύθυνο πατριωτισμό μια πιο ισχυρή Ελλάδα»!
Τι θα απαντούσε κάποιος λιγότερο ξεδιάντροπος (ή περισσότερο προσεκτικός) αστός πολιτικής, της ΝΔ, του ΣΥΡΙΖΑ ή του ΠΑΣΟΚΙΝΑΛ; Αυτά που έβαλαν τον Σκέρτσο να πει, αφού πέρασε μια μέρα με τη δήλωσή του κρεμασμένη στα μανταλάκια και την κυβέρνηση Μητσοτάκη αναγκασμένη να απολογείται προεκλογικά για ένα ακόμη ζήτημα: «Η θέση της κυβέρνησης για τις πολεμικές αποζημιώσεις και το κατοχικό δάνειο είναι καθαρή και εκφράστηκε στην τελευταία συνάντηση του πρωθυπουργού με τον Καγκελάριο Σολτς. Παραμένει ένα ανοιχτό ζήτημα, ειδικά το κατοχικό δάνειο, και προσβλέπουμε σε συζήτηση και επίλυση με τη γερμανική κυβέρνηση αναγνωρίζοντας τις δυσκολίες και τις νομικές εκκρεμότητες. Το ότι δεν έχουμε βρει λύση δεν σκιάζει τις ελληνογερμανικές σχέσεις και προοπτικές Ολες οι άλλες ερμηνείες είναι εκ του πονηρού και δεν απηχούν την πραγματικότητα».
Για την τελευταία ατάκα, τι να πούμε; Θράσος χιλίων πιθήκων. Ποιες ερμηνείες, ρε; Εσύ τα είπες, δεν σε ερμήνευσε κανένας. Για το περιεχόμενο της «διορθωτικής» δήλωσης δεν έχουμε να πούμε κάτι καινούργιο. Αυτό επαναλαμβάνουν μονότονα οι εκπρόσωποι όλων των κυβερνήσεων. Και κάθε που έρχεται κάποιος γερμανός επίσημος πετάνε καμιά κουβέντα on camera, ο Γερμανός απαντά ότι το θέμα για τη γερμανική κυβέρνηση έχει κλείσει και… η ζωή συνεχίζεται.
Εκείνο που είπε ο Σκέρτσος στην αρχική του δήλωση είναι πως τέτοιο ζήτημα δεν εγείρεται και δεν πρέπει να εγείρεται από τις ελληνικές κυβερνήσεις, γιατί αφορά το… παρελθόν. Είναι αυτό που γίνεται αλλά δεν πρέπει να λέγεται. Εφόσον ο ελληνικός λαός δεν είναι τόσο… λαρτζ για να ξεγράψει τις γερμανικές επανορθώσεις και το κατοχικό δάνειο, οι αστικές κυβερνήσεις πρέπει να τον παραμυθιάζουν ότι δήθεν τα διεκδικούν. Και οι γερμανοί ιμπεριαλιστές ηγέτες δείχνουν κατανόηση,εφόσον δεν πρόκειται για τίποτα περισσότερο από μερικά λογάκια που λέγονταιν on camera, μετά από επίσημες συναντήσεις, χωρίς να περιλαμβάνονται στην ατζέντα, αλλά προοριζόμενα μόνο για εσωτερική κατανάλωση.
Και μετά το τέλος του Β’ παγκόσμιου πολέμου και μετά το τέλος του «ψυχρού πολέμου» και την επανένωση των Γερμανιών, το ελληνικό κράτος ουδέποτε διεκδίκησε τις αποζημιώσεις. Κι όταν κάποια στιγμή θύματα από το Δίστομο διεξήγαγαν μια δίκη στην Ιταλία και πέτυχαν απόφαση που υποχρεώνει τη Γερμανία να τα αποζημιώσει, το ελληνικό κράτος αρνήθηκε να επικυρώσει την απόφαση κατάσχεσης περιουσιακών στοιχείων του γερμανικού κράτους στην Ελλάδα προκειμένου να αποζημιωθούν τα θύματα. Η δικαστική απόφαση έμεινε κενό γράμμα, καθώς οι υπουργοί Δικαιοσύνης επί Καραμανλή, επί ΓΑΠ, επί Σαμαροβενιζέλων και επί Τσιπροκαμμένων αρνήθηκαν να υπογράψουν.
Αυτή η στάση είναι απολύτως συμβατή με την ξενοδουλεία της ελληνικής αστικής τάξης και με την εξάρτηση του ελληνικού καπιταλισμού και του κράτους του από τα ιμπεριαλιστικά κέντρα της Δύσης, μεταξύ των οποίων και η Γερμανία. Γι’ αυτό λέμε πως η συνεισφορά του χυδαίου νεοφιλελεύθερου Σκέρτσου ήταν το ξέσκιαμα της μάσκας του ελληνικού αστισμού.