Οι δημοσιογράφοι των αστικών ΜΜΕ πήγαν στη Θεσσαλονίκη για να ρωτήσουν πρώτα τον Μητσοτάκη και μετά τον Τσίπρα για το αν και πότε θα γίνουν πρόωρες εκλογές. Σε όλα τα υπόλοιπα και ιδίως στις παχυλές υποσχέσεις και τα πασπαλισμένα με χρυσόσκονη «αναπτυξιακά σχέδια» δεν έδωσαν καμιά σημασία, γιατί απλούστατα ξέρουν ότι είναι λόγια του αέρα, χωρίς καμιά αξία.
Ο Μητσοτάκης απάντησε ότι δεν πρόκειται να κάνει πρόωρες εκλογές και δεν έπεισε κανέναν.
Ο Τσίπρας απάντησε ότι ο ίδιος δεν ζητάει πρόωρες εκλογές και τους έπεισε όλους (και πρώτον τον Μητσοτάκη) ότι το εννοεί, γιατί φοβάται εκλογές αυτή την περίοδο.
Αν δεν υπήρχε η απειλή του χειμερινού φουντώματος του τέταρτου κύματος της πανδημίας (που υπήρξε σφοδρό και στη θερινή του φάση), ο Μητσοτάκης θα τις είχε «μπουμπουνίσει» τις πρόωρες εκλογές. Είναι η ευκαιρία του, καθώς βλέπει ότι ο Τσίπρας φοβάται, ενώ ξέρει ότι από εδώ και πέρα ο ίδιος θα «πέφτει»..
Φόβο εκφράζει η φράση του Τσίπρα «αν είναι τόσο ανεύθυνος ο πρωθυπουργός ας το κάνει. Ιδού η Ρόδος ιδού και το πήδημα. Ας αναλάβει την ευθύνη». Και αμηχανία (μολονότι ήταν αναμενόμενη ερώτηση, άρα η απάντηση είχε προετοιμαστεί) εξέφρασε το συμπλήρωμα της φράσης: [Ο Μητσοτάκης] «ζητούσε κάθε μέρα εκλογές. Αυτό δεν θα το κάνω εγώ. Δεν είναι στην κουλτούρα μου, αν θέλετε, στη δική μου την αντίληψη να ασκώ μια τέτοιου είδους αντιπολίτευση»!
Ποιος το λέει αυτό; Ποιος επικαλείται την… κουλτούρα του; Ο Τσίπρας που το 2014, όταν είδε ότι οι Σαμαροβενιζέλοι καταρρέουν, ζητούσε εκλογές σε καθημερινή βάση. Και ετοιμάστηκε για να τις προκαλέσει, από τη μια «στρατολογώντας» τον κυρ-Φώτη τον Κουβέλη στην αρνητική ψήφο κατά την εκλογή προέδρου της Δημοκρατίας και από την άλλη κλείνοντας συμφωνία μετεκλογικής συγκυβέρνησης με τον Καμμένο, ώστε αυτός να συγκρατήσει τους βουλευτές του ακροδεξιού του μορφώματος να μην ψηφίσουν Δήμα, τάζοντάς τους υπουργεία και υφυπουργεία.
Μπορεί να έχουν περάσει εφτά χρόνια από την εμφάνιση του Τσίπρα στη ΔΕΘ του 2014, όμως όσοι παρακολουθούμε τα πολιτικά πράγματα θυμόμαστε πολύ καλά, ότι αυτή ήταν μια φασαριώδης προεκλογική εμφάνιση, με βασικό αίτημα να γίνουν εκλογές και με το περιβόητο «πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης» να αποτελεί απλά ένα καρύκευμα.
Οσο για την πανδημία, που επικαλείται σήμερα ο Τσίπρας για να χαρακτηρίσει τις εκλογές «ανεύθυνη πράξη», είναι σκέτο πρόσχημα. Σιγά που θα κώλωνε να ζητήσει εκλογές, αν ήταν σίγουρος ότι μπορεί να τις κερδίσει. Θα τις ζητούσε… με τήρηση των υγειονομικών πρωτοκόλλων.
Για το «πρόγραμμα» που ανακοίνωσε ο Τσίπρας δε χρειάζεται να πούμε πολλά πράγματα. Δε θα παραλείψουμε, βέβαια, να θυμίσουμε το «θα καταργήσουμε τα μνημόνια και τους εφαρμοστικούς τους νόμους με ένα νόμο σε ένα άρθρο», για να αναφερθούμε στην… πολιτική αξιοπιστία του ανδρός και του κόμματός του. Δε θα γίνουμε Λωτοφάγοι επειδή αυτό βολεύει τον Τσίπρα και την κλίκα του. Θα σχολιάσουμε, όμως, μερικά απ’ αυτά που εξήγγειλε, για να φανεί καθαρά ότι και πάλι προσπαθεί να φλομώσει με ψέματα τον ελληνικό λαό.
- «Θα εγκαθιδρύσουμε ισχυρό σύστημα συλλογικών διαπραγματεύσεων». Σε ποιον τα πουλάτε αυτά, ρε αλήτες; Η Αχτσιόγλου δεν επικύρωσε το νόμο Βρούτση για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού από την κυβέρνηση, χωρίς να υπάρξουν συλλογικές διαπραγματεύσεις;
- «Θα καταργήσουμε τον Νόμο Χατζηδάκη που καταργεί το οκτάωρο εργασίας και θεσμοθετεί απλήρωτες υπερωρίες». Επαναλαμβάνουμε το ίδιο ερώτημα: σε ποιον τα πουλάτε αυτά, ρε αλήτες; Ο Χατζηδάκης απλά χειροτέρευσε ένα αντεργατικό θεσμικό πλαίσιο που είχε διαμορφωθεί και επί των ημερών σας, χωρίς ποτέ να σας ενοχλήσει αυτό.
- «Θα υλοποιήσουμε άμεσα ένα πρόγραμμα κοινωφελούς εργασίας για 100.000 εργαζόμενους, με έμφαση στις γυναίκες, διάρκειας 12 μηνών, με παράλληλη κατάρτιση και επανακατάρτιση». Τα ίδια ακριβώς δεν είπε και ο Μητσοτάκης; Αυτός, μάλιστα, ανέβασε στις 150.000 τους «ωφελούμενους».
- «Προχωρούμε λοιπόν σε διαγραφή μέρους του ιδιωτικού χρέους που δημιουργήθηκε στο διάστημα της πανδημίας για φυσικά πρόσωπα, επιχειρήσεις και αγρότες». Σαν την περιβόητη… σεισάχθεια που υπόσχονταν το 2014-15 είναι κι αυτό.
Και βέβαια, είναι ανάξια σχολιασμού τα περί «ευνοϊκών συνθηκών» που επικαλέστηκε ο Τσίπρας. Αρκεί να σημειώσουμε μόνο ότι στις «ευνοϊκές συνθήκες» ενέταξε και το Ταμείο Ανάκαμψης, τους πόρους του οποίου υποτίθεται ότι θα… ανακατανείμει σε… φιλολαϊκή κατεύθυνση. Μιλάμε για αισχρή κοροϊδία. Γιατί το ελληνικό σχέδιο για το Ταμείο Ανάκαμψης έχει ήδη κατατεθεί στις Βρυξέλλες και έχει εγκριθεί, ενώ δεν μπορεί ν’ αλλάξει ούτε «και», χωρίς την έγκριση της Κομισιόν και του Eurogroup. Τι θα κάνει ο Τσίπρας, θα υποχρεώσει τους ευρωθεσμούς να του εγκρίνουν ένα… φιλολαϊκό προσανατολισμό του σχεδίου για το Ταμείο Ανάκαμψης; Ούτε αυτός δεν τολμά να ισχυριστεί πια κάτι τέτοιο, γιατί όλοι θυμούνται τι έλεγε για τη Μέρκελ, ότι θα δεχτεί τους όρους του ΣΥΡΙΖΑ και θα ‘ναι ντάλα μεσημέρι, για να γίνειστο φινάλε ο ίδιος ρεντίκολο, όχι ντάλα μεσημέρι αλλά… μέσα στα μαύρα τα μεσάνυχτα.
Αντίθετα, μια κουβέντα που πέταξε φευγαλέα ο Τσίπρας έχει τη σημασία της: «Κάποια στιγμή θα επιστρέψουν οι δημοσιονομικοί περιορισμοί. Και τότε τα πράγματα θα είναι πιο δύσκολα». Επειδή οι δημοσιονομικοί περιορισμοί δε θ’ αργήσουν να επιστρέψουν (ο φίλος του ο Ολαφ Σολτς το φωνάζει από τώρα) και επειδή ο ίδιος ο Τσίπρας δε ζητάει άμεσα εκλογές για να… προλάβει, εύκολα συμπεραίνει κανείς ότι οι δημοσιονομικοί περιορισμοί θα επανέλθουν επι της… δεύτερη φορά Αριστεράς. Αρα, όσα υπόσχεται τώρα είναι λόγια του αέρα, που θα συντριβούν πάνω στον «χρυσό κανόνα» της δημοσιονομικής πειθαρχίας.
Η διαφορά τακτικής μεταξύ 2014 και 2021 είναι προφανέστατη. Το 2014, ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ είχαν «καβαλήσει» σε ένα ευρύ αντιμνημονιακό ρεύμα, το οποίο είχε χάσει όλους τους αγώνες και προσδοκούσε λύση από τις εκλογές. Σέρφαραν πάνω στο κύμα της λαϊκής οργής, έταζαν λαγούς με πετραχήλια και ζητούσαν εκλογές «εδώ και τώρα». Το 2021 βρίσκονται δυο χρόνια μετά την τριπλή εκλογική συντριβή τους από τον Κούλη, χωρίς να υπάρχει κανένα λαϊκό κύμα για να σερφάρουν πάνω του και να τους οδηγήσει σε εκλογική νίκη.
Κάνοντας την ανάγκη φιλοτιμία, λοιπόν, έχουν επιλέξει την τακτική του «ώριμου φρούτου»: τον Μητσοτάκη δε θα τον ρίξουμε, θα πέσει μόνος του. Προεδρικές εκλογές δεν υπάρχουν στον ορίζοντα για ν’ αλλάξουν τα δεδομένα (και να υπήρχαν, ο Μητσοτάκης θα τους σερβίριζε και πάλι τη Σακελλαροπούλου και θα την ξαναψήφιζαν και με τα δυο χέρια), οπότε θα περιμένουν να δεχτεί ο Μητσοτάκης και άλλα πλήγματα (ήδη έχει δεχτεί δύο: διαχείριση της πανδημίας και καταστροφικές πυρκαγιές).
Το μόνο που έχουν να κάνουν είναι να περιμένουν, με την ελπίδα ότι στις επόμενες εκλογές, όποτε κι αν γίνουν, θα είναι πρώτο κόμμα και θα μπορέσουν να σύρουν σε συμμαχία το ΠΑΣΟΚ, άμα βγαίνουν τα «κουκιά». Επ’ αυτού (και κλείνουμε) υπάρχει ένα κρίσιμο ερώτημα: άμα στις επόμενες εκλογές είναι πρώτο κόμμα ο ΣΥΡΙΖΑ, γιατί να μην πάει σε δεύτερες εκλογές (προσχήματα θα βρεθούν άπειρα), που θα γίνουν με τον εκλογικό νόμο Μητσοτάκη; Οταν γίνονται δεύτερες εκλογές στο καπάκι, το πρώτο κόμμα βγαίνει πάντοτε ενισχυμένο. Βάλτε και την ενισχυμένη αναλογική του Μητσοτάκη και θα βρείτε έναν ΣΥΡΙΖΑ κοντά στην αυτοδυναμία, ίσως και αυτοδύναμο (μιλάμε πάντα για τις επαναληπτικές εκλογές).
Περιττεύει να πούμε ότι ηθικές αναστολές δε θα έχουν ο Τσίπρας και η κλίκα του. Στην πολιτική ανηθικότητα έχουν δώσει εξετάσεις και τις έχουν περάσει με άριστα. Τότε γιατί επιμένουν στη ρητορική της «προοδευτικής διακυβέρνησης»; Για τον ίδιο λόγο που ο Ανδρέας Παπανδρέου επαναλάμβανε συνεχώς τους όρκους πίστης στη «συνεργασία των δημοκρατικών δυνάμεων», χωρίς ποτέ να την κάνει πράξη. Αυτή η ρητορική φέρνει ψήφους από το «κέντρο» και από τα «αριστερά» και ταυτόχρονα στριμώχνει το ΠΑΣΟΚΙΝΑΛ ενώπιον της εκλογικής βάσης που του έχει απομείνει. Για πλάκα νομίζετε, έπεσε τόσο πράσινο στο φόντο αυτή τη φορά, σε ίση αναλογία με το κοκκινο και το ροζουλί, ενώ παλαιότερα έβαζαν ντροπαλά κάποιες πράσινες λωρίδες στην άκρη του φόντου;