ON
Ωστε έτσι, λοιπόν: όλοι μαζί ενάντια στους ναζί. Σε κάποιο «τείχος της δημοκρατίας». Θα περίμενε κανείς να υπάρχει και ένας επιθετικός προσδιορισμός μπροστά από τη λέξη δημοκρατία: αστική. Γιατί υπάρχει και μια άλλη δημοκρατία: η προλεταριακή. Οχι ως θεωρητική κατασκευή, αλλά ως ιστορικό γεγονός: είναι η δημοκρατία που οικοδομήθηκε μετά τη μεγάλη Οκτωβριανή Επανάσταση.
Αυτή η «άλλη» δημοκρατία, λοιπόν, περιλάμβανε εξ ορισμού τείχος που εμπόδιζε το ναζι-φασισμό. Δε γεννήθηκαν ναζιστικά και φασιστικά κινήματα εντός των ορίων της επικράτειάς της. Δεν επωάζονταν αυγά του φιδού στη Σοβιετική Ενωση. Η προλεταριακή δημοκρατία προειδοποίησε όταν άρχισαν να αναπτύσσονται τα φασιστικά και ναζιστικά ρεύματα. Οι κομμουνιστές μπήκαν μπροστά για να τα αντιπαλέψουν.
Ομως, η αστική δημοκρατία έδωσε τα σκήπτρα στους φασίστες και τους ναζιστές. Γιατί κρίθηκε ότι το έγκλημα και ο τρόμος, που αυτά τα ρεύματα χρησιμοποιούσαν ως βασικά εργαλεία της πολιτικής τους, ήταν πιο αποτελεσματικά για την αντιμετώπιση του εργατικού κινήματος, για την αποτροπή της εγκαθίδρυσης της προλεταριακής δημοκρατίας, του μεγάλου εχθρού των καπιταλιστών και των πολιτικών λακέδων τους.
Κι ύστερα, όταν κρατώντας τα σκήπτρα που τους παρέδωσε η αστική δημοκρατία, οι ναζι-φασίστες βούτηξαν την Ευρώπη στο αίμα, η προλεταριακή δημοκρατία ήταν αυτή που ύψωσε τα στήθη των παιδιών της ως τείχος και πληρώνοντας βαρύ τίμημα, κατάφερε να συντρίψει το ναζι-φασισμό και να υψώσει την απελευθερωτική κόκκινη σημαία με το σφυροδρέπανο στον τρούλο του Ράιχταγκ.
Η αστική δημοκρατία, όμως, συνέχισε να γεννά και να εκθρέφει το ναζι-φασισμό. Ως περιθωριακό φαινόμενο, όμως σε πλήρη συνεργασία με τους μηχανισμούς του κράτους και με σαφείς στόχους της εγκληματικής του δράσης: τους κομμουνιστές, τους αριστερούς, τους μετανάστες, τις κοινωνικές μειονότητες. Στο όνομα της αστικής δημοκρατίας, οι ναζί έφτασαν μέχρι τη Βουλή της.
CUT
Αλήθεια, ο Σαμαράς με ποια ιδιότητα συμμετέχει στο «τείχος της Δημοκρατίας»; Οι υπόλοιποι είναι οι αρχηγοί των κοινοβουλευτικών κομμάτων, ο Σαμαράς τι είναι; Πρώην πρωθυπουργός; Τότε γιατί δε συμμετέχουν και άλλοι πρώην πρωθυπουργοί, όπως ο Σημίτης, ο Καραμανλής, ο Γ. Παπανδρέου;
Είναι προφανές: ο Σαμαράς είναι ο πρωθυπουργός που έστειλε τους χρυσαυγίτες στη φυλακή!
Ταυτόχρονα έστελνε και τον Μπαλτάκο, τον πιο στενό και έμπιστο συνεργάτη του, να κάνει παζάρια με τον Κασιδιάρη. Στη συνείδηση του Σαμαρά μέτρησε κυρίως το γεγονός ότι οι χρυσαυγίτες «σαπάκιασαν» στο ξύλο τα μεσσηνιακά γκεσέμια του στον Μελιγαλά και όχι το αίμα του Παύλου Φύσσα. Ο Μελιγαλάς ήταν πάντοτε υπόθεση των «γαλάζιων» ακροδεξιών της Μεσσηνίας, που ακολουθούν τον Σαμαρά. Οι χρυσαυγίτες γίνονταν δεκτοί, όχι όμως να κατεβάζουν τάγμα εφόδου και να δέρνουν τους σαμαρικούς.
ΟΝ
Το αίμα του Παύλου Φύσσα δε θα μέτραγε, όπως δεν μέτρησε το αίμα του Σαχζάτ Λουκμάν και τόσων άλλων μαχαιρωμένων μεταναστών, τα ανοιγμένα κεφάλια και τα λεηλατημένα γραφεία στεκιών όπως το «Συνεργείο» στην Ηλιούπολη και η «Αντίπνοια» στα Πετράλωνα, το αίμα των αιγύπτιων αλιεργατών και των συνδικαλιστών του ΠΑΜΕ στο Πέραμα, οι κατεστραμμένοι πάγκοι αλλοδαπών μικροπωλητών στο Μεσολόγγι και αλλού κτλ. κτλ.
Χρόνια ολόκληρα οι νεοναζιστές δολοφόνοι έχαιραν ασυλίας από τους μηχανισμούς καταστολής του αστικού κράτους, αστυνομικό και δικαστικό. Η ίδια η δολοφονία του Παύλου Φύσσα έγινε με απαθείς θεατές τους μπάτσους, που είχαν από το Κέντρο εντολή «να παρακολουθούν και να ενημερώνουν». Αυτή η ασυλία δεν ήταν αποτέλεσμα πρωτοβουλίας κάποιων φασιστικών θυλάκων μέσα στους μηχανισμούς καταστολής του αστικού κράτους (οι οποίοι ασφαλώς υπάρχουν), αλλά αποτέλεσμα πολιτικών εντολών, οι οποίες διοχετεύονται μέσα από τα γνωστά «αόρατα» κανάλια που συνδέουν τους μηχανισμούς καταστολής με την κυβερνητική εξουσία.
Ενας υπουργός Δημόσιας Τάξης μπορεί πανεύκολα να καθαρίσει την αστυνομία «του» από φασιστικούς θύλακες. Ενας υπουργός Δικαιοσύνης μπορεί εύκολα, ασκώντας τον εποπτικό ρόλο που του αναγνωρίζει ο νόμος, να καθαρίσει το δικαστικό μηχανισμό από φασιστικούς θύλακες. Το ότι δεν το έκαναν, δεν ήταν αποτέλεσμα αβλεψίας ή αβελτηρίας, ήταν συνειδητή στάση προστασίας των νεοναζιστών, οι οποίοι με την εγκληματική-τρομοκρατική τους δράση λειτουργούσαν ως συμπλήρωμα του αστικού κράτους.
Και τι να πούμε για τα Μέσα Μαζικής Παραπληροφόρησης (ασφαλώς δεν περιλαμβανόταν η ΕφΣυν –και όχι μόνο- σ’ αυτά), που άνοιγαν τη φιλόξενη αγκαλιά τους στους νεοναζιστές, τους έφτιαχναν πορτρέτα, τους έβαζαν στην πρώτη γραμμή της πολιτικής επικαιρότητας ως «ανερχόμενη πολιτική δύναμη».
CUT
«Το δικαστήριο δεν δικάζει τις πολιτικές ιδέες της Χρυσής Αυγής αλλά εγκληματικές πράξεις, που οργανώθηκαν και εκτελέστηκαν από τα μέλη και την ηγεσία της», γράφει η Φώφη Γεννηματά στη συμβολή της στο «τείχος της δημοκρατίας» που «έστησε» η ΕφΣυν. Ας πει κάποιος στον λογογράφο της (για την ίδια τη Φώφη δεν είμαστε σίγουροι ότι θα το καταλάβει, αλλιώς θα διόρθωνε αυτά που της έγραψαν), ότι οι πολιτικές ιδέες της ΧΑ, δηλαδή ο εθνικοσοσιαλισμός, είναι η κινητήρια δύναμη της εγκληματικής δράσης της ΧΑ. Δε διέπραξαν εγκλήματα από βίτσιο, χωρίς αυτά να σχετίζονται με την ιδεολογία τους. Διέπραξαν εγκλήματα επειδή είναι εθνικοσοσιαλιστές. Δεν υπάρχει εθνικοσοσιαλισμός χωρίς εγκλήματα ρατσιστικού και αντικομμουνιστικού τύπου.
ΟΝ
Κανένας δεν μπορεί να απαγορεύσει στους ηγέτες των αστικών κοινοβουλευτικών κομμάτων να τοποθετούνται –έστω και κατόπιν εορτής, έστω με τόσο μεγάλη καθυστέρηση, έστω και υποκριτικά- ενάντια στους νεοναζί. Πρέπει, όμως, να σημειωθεί ότι αυτή η τοποθέτηση από τα πολιτικά κόμματα που κυβέρνησαν τη χώρα και είτε εξέθρεψαν το ναζιστικό φαινόμενο είτε το ανέχτηκαν (αυτό αφορά τον ΣΥΡΙΖΑ που κάλυπτε τους ναζί) αποτελεί προσπάθεια «ξεπλύματος» των δικών τους ευθυνών ενώπιον του ελληνικού λαού.
CUT
Πρέπει να είχε φτιαχτεί το πρωτοσέλιδο της ΕφΣυν, όταν έγινε γνωστό ότι ο νεοδημοκράτης πρόεδρος της Βουλής Κ. Τασούλας υπέγραφε το διορισμό της κατηγορούμενης για κακούργημα Ζαρούλια, ως μετακλητής υπαλλήλου της Βουλής. Οταν γύριζε το πιεστήριο, ο Τασούλας έκανε τη «διορθωτική» δήλωσή του, αποδεικνύοντας για μια ακόμα φορά ότι δεν υπάρχει κανένα «τείχος» της δημοκρατίας».
ΟΝ
Πόσο σοφά ακούγονται και σήμερα τα λόγια του Μπρεχτ:
«Μια διακήρυξη ενάντια στο φασισμό δεν μπορεί να έχει ίχνος ειλικρίνειας, όταν μένουν ανέπαφες οι κοινωνικές καταστάσεις, που τον παράγουν ως φυσική αναγκαιότητα. Οποιος δε θέλει να εγκαταλείψει την ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, όχι μονάχα δε θ’ απαλλαγεί από το φασισμό, αλλά θα τον χρειάζεται. (…)
Με όλο του το δίκιο χαρακτηρίζει ο Χίτλερ ως εχθρό της εθνικοσοσιαλιστικής ενοποιητικής προσπάθειας το μαρξισμό, εκείνη την άλλη προσπάθεια, που εξετάζει τα πράγματα πολύ βαθιά, για την ενοποίηση όλων. Αλλά, φυσικά, η βάση της διχογνωμίας δε βρίσκεται σ’ αυτή καθεαυτή τη θεωρία για ενοποίηση, αλλά στην ουσία αυτής της θεωρίας: σ’ ένα πολιτικο-οικονομικό σύστημα που κάνει τις στερήσεις των πολλών ωφέλεια για τους λίγους. Γιατί ο καπιταλισμός δεν συντηρείται παρά την ένδεια των πολλών, συντηρείται ακριβώς από αυτή την ένδεια. Μέσα σε συνθήκες γενικής ευημερίας δε θα είχαμε μια κάποια βελτίωσή του, αλλά τον ολοκληρωτικό αφανισμό του.
Ο πιο επικίνδυνος, ο μοναδικός πραγματικός εχθρός του φασισμού είναι ο κομμουνισμός, κι αυτό το ξέρει και ο ίδιος ο φασισμός. Δεν είναι σωστό να κάνουμε εκτιμήσεις για το αν ο κομμουνισμός είναι αρκετά δυνατός για ν’ αντιμετωπίσει το φασισμό. Δουλειά δική μας είναι να δυναμώσουμε τον κομμουνισμό. Μετά το φασισμό, το μόνο που μπορεί να τον διαδεχτεί είναι ο κομμουνισμός και τίποτα άλλο – και έχει και σ’ αυτό δίκιο ο εθνικοσοσιαλισμός. Η κουλτούρα ή θα πέσει στο πεδίο της μάχης ή θα υπάρξει μονάχα μαζί με τον κομμουνισμό».
ΟFF