Ο «πολύς» Ρόμπερτ Μενέντεζ, πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της αμερικάνικης Γερουσίας και ισχυρός παράγοντας του Δημοκρατικού Κόμματος, δεν ήρθε στην Αθήνα μόνο για να απολαύσει τις δουλικές υποκλίσεις των υποτελών της υπερδύναμης. Ηρθε και για δουλειές.
Από υποκλίσεις και εκδηλώσεις δουλοφροσύνης των υποτελών χόρτασε το μάτι του. Μια βαλίτσα μετάλλια κουβάλησαν οι υπηρέτες του. Από το Μετάλλιο της Πόλεως των Αθηνών, που του παρέδωσε ο Μπακογιάννης (παρουσία της μαμάς του, που πρέπει να έκανε το «κονέ»), μέχρι το Μεγαλόσταυρο του Τάγματος της Τιμής, με τον οποίο τον παρασημοφόρησε η ΠτΔ Σακελλαροπούλου.
Ολα αυτά συνοδεύτηκαν από τα γνωστά εμετικά λογύδρια, με τα οποία οι ιθύνοντες της αστικής Ελλάδας υποδέχονται τους αμερικανούς επικυρίαρχους από την εποχή του «στρατηγέ μου, ιδού ο στρατός σας» (Π. Κανελλόπουλος προς Βαν Φλιτ). «Προσβλέπουμε ολόψυχα στην ενίσχυση της επωφελούς συνεργασίας με την χώρα σας και σας τιμάμε σήμερα ως ελάχιστο δείγμα της ευγνωμοσύνης του ελληνικού λαού για τις ουσιαστικές προσπάθειές σας, επί σειρά ετών, για τη συνεχή εμβάθυνση των σχέσεων Ελλάδας και Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής και για την προώθηση της ειρήνης και της συνεργασίας στην ευρύτερη περιοχή μας», είπε η Σακελλαροπούλου στον Μενέντεζ. Κρατήστε το τελευταίο: οι αμερικάνοι ιμπεριαλιστές βρίσκονται στην περιοχή μας χάριν της ειρήνης!
Οι δουλειές για τις οποίες ήρθε ο Μενέντεζ συμφωνήθηκαν στο Μαξίμου και ολοκληρώθηκαν ως προς τις λεπτομέρειες στο Πεντάγωνο, όπου ο Μενέντεζ μετέβη συνοδευόμενος από τον πολυπράγμονα πρέσβη Πάιατ. Πρόκειται για την αναθεώρηση της διευρυμένης Συμφωνίας Αμυντικής Συνεργασίας (Mutual Defence Cooperation Agreement /MDCA) ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Ελλάδα. Και τι θα προβλέπει η αναθεώρηση; Περισσότερες μόνιμες βάσεις για τα αμερικάνικα στρατεύματα από αυτές που είχαν συμφωνηθεί επί κυβέρνησης Τσιπροκαμμένων και υλοποιήθηκαν από την κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Πετροχώρι Ξάνθης, Αλεξανδρούπολη και στρατιωτικό αεροδρόμιο της Σκύρου είναι οι βάσεις στις οποίες οι Αμερικανοί θέλουν μόνιμη παρουσία στρατιωτικών δυνάμεών τους, όπως διέρρευσε στον αστικό Τύπο. Ο Μενέντεζ, μάλιστα, δεν έκρυψε ότι θέλει η αναθεώρηση της Συμφωνίας να ψηφιστεί τάχιστα, μέσα στον Σεπτέμβρη. Περιττεύει να πούμε πως ό,τι ζητούν οι Αμερικάνοι τούς προσφέρεται με ευχαρίστηση. Δίνουν, όμως, κι αυτοί… ανταλλάγματα. Στρατιωτικό υλικό από τα αποθέματα των αμερικάνικων ενόπλων δυνάμεων. Πρόκειται για παλιατσαρία, την οποία οι Αμερικάνοι έχουν αποσύρει μετά τη χρήση σε διάφορα πολεμικά μέτωπα. Αυτή τη δίνουν… τζάμπα, πουλώντας ταυτόχρονα πανάκριβα συμβόλαια συντήρησης και αναβάθμισης από αμερικάνικες εταιρίες. Χωρίς αυτά τα συμβόλαια, η παλιατσαρία δεν μπορεί να δουλέψει. Ο κούκος κοστίζει λες και είναι αηδόνι, σε μια προσπάθεια να πειστούν οι όποιοι αφελείς γηγενείς ότι γίνονται… αμοιβαία επωφελείς συμφωνίες, ενώ οι Αμερικάνοι κερδίζουν διπλά: και βάσεις παίρνουν και την παλιατσαρία ξεφορτώνονται εξασφαλίζοντας κέρδη στα μονοπώλια του στρατιωτικοβιομηχανικού τους συμπλέγματος.
Τι τις θέλουν οι Αμερικάνοι τις νέες βάσεις στη χώρα μας; Οχι, βέβαια, για να αναχαιτίσουν την… τουρκική απειλή. Προς Βορράν κοιτάζουν, προσπαθώντας να περικυκλώσουν τη Ρωσία. Η Ελλάδα είναι για επίλεκτα αμερικάνικα στρατεύματα η πρώτη βάση ανασυγκρότησης και εφόρμησης. Η δε συνεκπαίδευσή τους με μονάδες των ελληνικών ένοπλων δυνάμεων είναι κάτι σαν τα φιλικά παιχνίδια που δίνουν οι ποδοσφαιρικές ομάδες το καλοκαίρι: ασκήσεις προετοιμασίας και διατήρησης του αξιόμαχου.
Η χώρα μας μπαίνει ακόμα πιο βαθιά στο σύστημα στρατιωτικού σχεδιασμού των ΗΠΑ, με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε επίπεδο κινδύνου για τον ελληνικό λαό. Από τη Σούδα μέχρι την Αλεξανδρούπολη, έχουμε γεμίσει με αμερικάνικες στρατιωτικές βάσεις. Κυκλοφορεί, μάλιστα, από διάφορα παπαγαλάκια της αμερικανοδουλείας το ανέκδοτο ότι όσες περισσότερες βάσεις δώσουμε στους Αμερικανούς τόσο πιο δύσκολο γίνεται για την Τουρκία να επιτεθεί στην Ελλάδα! Ο «εξ Ανατολών κίνδυνος» είναι ένα παλιό παραμύθι, χωρίς δράκο. Γι’ αυτό και έχει ξεφτίσει. Ξέφτισε κυρίως το 1974, όταν η αμερικανοδουλεία της χούντας και του αστικού κοινοβουλευτικού κόσμου δεν εμπόδισε την Τουρκία να εισβάλει και να καταλάβει το ένα τρίτο της Κύπρου (σε δύο δόσεις: μία επί χούντας και μία επί κυβέρνησης «εθνικής ενότητας» του -επίσης εκλεκτού των Αμερικάνων- Καραμανλή).