Θα κομίζαμε γλαύκα εις Αθήνας αν λέγαμε πως το ΠΑΣΟΚ και τα μπάζα που προέκυψαν από τις απανωτές διασπάσεις του βαδίζουν προς την πλήρη εκλογική απαξίωσή τους. Ακόμα και τα πιο φανατικά «μνημονιακά» ΜΜΕ, αυτά που στήριξαν τους 58 ως γεφυροποιούς της σοσιαλδημοκρατίας, δεν μπορούν πλέον να κάνουν τίποτα, γιατί δεν μπορούν να κοροϊδέψουν με τόσο χοντροκομμένο τρόπο τους αναγνώστες, ακροατές και θεατές τους. Οταν γίνεται η ιδρυτική συνδιάσκεψη της Ελιάς, η οποία υποτίθεται ότι θα συνασπίσει όλες τις φυλές του ΠΑΣΟΚ, μέσα κι έξω από τον παραδοσιακό κομματικό κορμό, αλλά αντί γι’ αυτό η όλη διαδικασία εξελίσσεται σ’ έναν τρικούβερτο καυγά, δυόμισι μόλις μήνες πριν τις εκλογές, καμιά ωραιοποίηση δεν μπορεί ν’ αλλάξει την εικόνα και από εικόνα παρακμής και διάλυσης να τη μετατρέψει σε εικόνα ανάτασης και αισιοδοξίας.
Ο μεγάλος χαμένος είναι, βέβαια, ο Βενιζέλος. Πλέον τον φτύνουν όλοι. Ακόμη και οι δικοί του, σαν τον νεαρό Ανδρουλάκη που ο ίδιος έκανε γραμματέα του κόμματος, ή σαν τον Κουκουλόπουλο που όπου βρεθεί κι όπου σταθεί λέει πως ο Βενιζέλος δεν έπρεπε να πάρει το ΠΑΣΟΚ που του κληροδότησε ο Γιωργάκης, αλλά να φτιάξει κάτι άλλο. Η μόνη λύση γι’ αυτόν θα είναι να ζητήσει από τον Σαμαρά να τον στείλει κομισάριο στις Βρυξέλλες, μπας και ηρεμήσει «μακριά από τ’ αγριεμένο πλήθος». Αν το κάνει, θα εξασφαλίσει μια αξιοπρεπή έξοδο από την ενεργό αστική πολιτική. Αν η εγωπάθειά του τον εμποδίσει να το κάνει, θα καταντήσει Καρατζαφέρης. Σε κάθε περίπτωση, ο Βενιζέλος είναι ο αστός πολιτικός που τον βλέπεις και σου ‘ρχεται το «σιχτίρ» στο στόμα. Τι μέλλον να έχει ένας πολιτικός που έχει τον ανθρωποδιώχτη και ταυτόχρονα είναι ταυτισμένος με την προώθηση της πιο βάρβαρης πολιτικής που γνώρισε ο ελληνικός λαός τα τελευταία σαράντα χρόνια; Αυτός δεν έχει καν το ψευτοάλλοθι του Σαμαρά, ότι δήθεν παρέλαβε καμένη γη μετά το πρώτο Μνημόνιο των Παπανδρέου-Παπακωνσταντίνου και προσπαθεί από τον Ιούνη του 2012 να συμμαζέψει την κατάσταση. Ο Βενιζέλος είναι στο «κόλπο» από την αρχή, από τότε που ο Σαμαράς το ‘παιζε αντιμνημονιακός στα «Ζάππεια».
Η απομάκρυνση Βενιζέλου δεν μπορεί, βέβαια, να λύσει το πρόβλημα του ΠΑΣΟΚ. Κατά έναν –όχι παράδοξο– τρόπο, όμως, το ΠΑΣΟΚ εξακολουθεί να έχει ακόμη και σήμερα περισσότερους υποψήφιους αρχηγούς από οπα- δούς! Πάρτε, για παράδειγμα, τον Χρυσοχοΐδη. Αυτός που πριν από ένα χρόνο ζητούσε την αυτοδιάλυση του ΠΑΣΟΚ και ήταν έτοιμος να προσχωρήσει στο «ευρωπαϊκό κόμμα» που προπαγάνδιζαν άνθρωποι του Σαμαρά, σήμερα συγγράφει άρθρο με τίτλο: «Γιατί ΠΑΣΟΚ; Γιατί το κόμμα του Ανδρέα και της Μελίνας είναι απαραίτητο για τη νέα Ελλάδα» («Νέα», 10.3.14)! ‘Η τον Λοβέρδο, που δεν επανακάμπτει στο ΠΑΣΟΚ, αλλά προσπαθεί μέσω της Ελιάς να δοκιμάσει την ηγετική του περπατησιά, για να διεκδικήσει την πρωτοκαθεδρία στο χώρο.
Πέρα απ’ αυτά τα ρετάλια, όμως, υπάρχει ο Γιωργάκης, που στα διαλείμματα των ταξιδιών του στο εξωτερικό παίζει το ρόλο του… παρεμβαίνοντος Κιγκινάτου. Βέβαια, στη συγκεκριμένη περίπτωση η ιστορία μόνο ως φάρσα μπορεί να επαναληφθεί. Δεν υπάρχουν πατρίκιοι για ν’ ανακηρύξουν τον Γιωργάκη δικτάτορα για να σώσει την πράσινη Ρώμη. Και ο ίδιος είναι αρκετά έμπειρος για να καταλάβει ότι δεν υπάρχει στο ορατό μέλλον ηγετικός ρόλος για τον ίδιο. Ξέρει, όμως, το παιχνίδι της ίντριγκας (το ‘χει μάθει εξ απαλών ονύχων, από τον πατέρα του) και χτυπά τον Βενιζέλο στην κρίσιμη στιγμή, ανοίγοντας το δρόμο για κάποιον από τους λοχαγούς του (επικρατέστερος φαίνεται αυτή τη στιγμή ο Σαχινίδης).
Ευνόητο είναι ότι δεν μπορούν να πάνε έτσι στις εκλογές. Γιατί δε θα ψάχνουν μόνο την ψήφο τους στις ευρωεκλογές, αλλά θα συμπαρασύρουν και κάποιους «αυτοδιοικητικούς» (Καμίνη, Μπουτάρη, Σγουρό), με τους οποίους μπορούν να κάνουν κάποιον προπαγανδιστικό θόρυβο, ιδίως την πρώτη Κυριακή. Θα τους βυθίσουν κι αυτούς στη δική τους κρίση. Γι’ αυτό πρέπει να θεωρούμε σίγουρο ότι θα πέσουν λυτοί και δεμένοι για να συμμαζέψουν την κατάσταση. Να βάλουν τα μαχαίρια στη θήκη, τουλάχιστον μέχρι τις εκλογές. Κι αν, όμως, αυτό επιτευχθεί, την επαύριο θα τα ξαναβγάλουν πάλι. Αυτό είναι το μόνο βέβαιο.
Και τότε θα προκύψει πρόβλημα για τη συγκυβέρνηση Σαμαρά. Δεν είναι τυχαίο ότι αυτόν τον εκβιασμό τράβηξε από την κωλότσεπη ο Βενιζέλος, διαρρέοντας πως είπε στον Παπανδρέου, κατά την τηλεφωνική τους επικοινωνία, ότι θέτει σε κίνδυνο τη συνοχή της κυβέρνησης. Για ν’ απαντήσει ο Παπανδρέου με μια οργισμένη δήλωση του σφουγγοκωλάριού του Γ. Ελενόπουλου, που επέστρεψε την κατηγορία. Κανένας τους, βέβαια, δε θέλει να ρίξει την κυβέρνηση, όχι γιατί έχουν κάποιον έρωτα για τον Σαμαρά, αλλά γιατί η μακροβιότητα της κυβέρνησης επιτρέπει και στους ίδιους να διεξάγουν τον φραξιονιστικό αγώνα για τα μπάζα του ΠΑΣΟΚ. Υπό τέτοιες συνθήκες, όμως, ένα «ατύχημα» μπορεί να συμβεί ανά πάσα στιγμή και αυτό είναι που ανησυχεί τον Σαμαρά και βάζει τον Σίμο να εκφράσει ευχές για… ταχεία ανάρρωση.
Κοιτάζοντας τα πράγματα από μια γενικότερη σκοπιά και αποφεύγοντας τις διάφορες αναλύσεις-παπαριές, τις οποίες κάνουν διάφοροι τύποι με βαρύγδουπους πανεπιστημιακούς τίτλους, που βιοπορίζονται αναλύοντας το ασήμαντο, θα πρέπει να δώσουμε δίκιο στον Σκανδαλίδη που είπε πως το ΠΑΣΟΚ σαν κόμμα διαλύεται, αλλά εξακολουθεί να τροφοδοτεί με στελέχη τα άλλα κόμματα. Οταν η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ μιλά για άνοιγμα στο «μεσαίο χώρο» και θεωρεί ως όρο για την εκλογική της νίκη τη συμμαχία με «πασοκογενείς» (γράφουμε αναλυτικότερα στη σελίδα 7), τότε πρέπει να τοποθετήσουμε το ζήτημα διαφορετικά: το σημαντικό δεν είναι το ΠΑΣΟΚ, αλλά η σοσιαλδημοκρατία.
Η πολιτική παράδοση στην Ελλάδα, μέχρι τη χούντα, δεν περιλάμβανε ισχυρή σοσιαλδημοκρατία. Υπήρχαν δυο αστικοί κομματικοί μηχανισμοί (Λαϊκοί και Φιλελεύθεροι, Δεξιά και Κέντρο) και πέρα απ’ αυτούς υπήρχε το επαναστατικό ΚΚΕ, το οποίο από τα μέσα της δεκαετίας του ‘50 μετατράπηκε σ’ ένα ρεφορμιστικό σχήμα, πάνω στο οποίο όμως βάραινε μια κομματική και εκλογική βάση που είχε περάσει από το καμίνι της δεκαετίας του ‘40 ή θεωρούσε τον εαυτό της διάδοχο της γενιάς του ‘40. Η χούντα ανέκοψε τη διαδικασία εκσυγχρονισμού του αστικού πολιτικού συστήματος, που κάθε άλλο παρά ανέφελη ήταν (χαρακτηριστικότερο περιστατικό ήταν η δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη). Μετά τη χού-ντα, το ελληνικό πολιτικό σύστημα απέκτησε σοσιαλδημοκρατία, η οποία μέσα σε μια εξαετία κατάφερε να γιγαντωθεί και να κερδίσει την κυβερνητική εξουσία. Και η κυβερνώσα σοσιαλδημοκρατία πέρασε από διάφορα στάδια (μέτρα κατευνασμού, μετά μέτρα λιτότητας, «εκσυγχρονιστικό» ρεύμα, στο τέλος καθιέρωση του όρου «κεντροαριστερά»), όμως δεν έπαψε ποτέ να είναι η σοσιαλδημοκρατία, η οποία προσαρμοζόταν στις ανάγκες διακυβέρνησης του συστήματος, αλλά και στις αλλαγές που παρατηρούνταν στο χώρο της διεθνούς σοσιαλδημοκρατίας.
Το πέρασμα του ελληνικού καπιταλισμού σε βαθιά κρίση έτυχε να «σκάσει» στα χέρια της σοσιαλδημοκρατίας, καθώς ο Καραμανλής της παρέδωσε την εξουσία. Η διαχείριση της κρίσης έφερε την κατάπτωση και την παρακμή του ΠΑΣΟΚ, το οποίο εξέφραζε τη σοσιαλδημοκρατία με ηγεμονικό τρόπο. Αυτή τη στιγμή το ΠΑΣΟΚ καταγράφεται δημοσκοπικά σε ποσοστά λίγο πάνω από το 4%, ενώ έχει κοπεί σε άπειρα φέουδα. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι διακυβεύεται η ίδια η ύπαρξή του. Δίπλα του, όμως, ως απάντηση στην κρίση του, ξεπήδησε μια άλλη σοσιαλδημοκρατία, η οποία δηλώνει «ριζοσπαστική Αριστερά», μολονότι ακόμη και σε επίπεδο διακηρύξεων υπολείπεται κατά πολύ του ΠΑΣΟΚ της περιόδου 1974-80. Το ΠΑΣΟΚ πεθαίνει, αλλά η σοσιαλδημοκρατία εξακολουθεί να ακμάζει ως ΣΥΡΙΖΑ.
Αν ψάξουμε ακόμη βαθύτερα, θα δούμε ότι η σοσιαλδημοκρατική ιδεολογία ζει και σε πολιτικές εκφράσεις (το μέγεθός τους δεν έχει σημασία) που την αποκηρύσσουν μετά βδελυγμίας. Τα διάφορα συνθήματα περί «εξόδου από το ευρώ και την ΕΕ», με «εργατικό έλεγχο» κτλ. δεν αποτε- λούν παρά τμήματα ενός σοσιαλδημοκρατικού προγράμματος, το οποίο παρουσιάζεται ως «μεταβατικό», ως «σημερινό», ως «άμεσης εφαρμογής» κτλ. Από την εποχή του Μπερνστάιν, όμως, αυτός ήταν ο πυρήνας της σοσιαλδημοκρατικής πολιτικής: σημασία έχει η κίνηση (προς την εξουσία). Μόνο που αυτή η εξουσία είναι πάντοτε η αστική εξουσία, όπως πολλές φορές έχει δείξει η Ιστορία. Και η «ριζοσπαστική βιασύνη» εκεί οδηγεί. Ο ΣΥΡΙΖΑ βαδίζει προς την εξουσία και κάποιοι του κρατούν το φανάρι.