«Το γεγονός της είσπραξης χρηματικών ποσών άνω του επιτρεπόμενου -τότε- ορίου των 10.000.000 δραχμών από ιδιώτη, ήταν καθιερωμένη πρακτική από πολλές δεκαετίες, την οποία βρήκα στο κόμμα και συνεχίστηκε μετά από εμέ κι αυτό δεν χαρακτήριζε μόνο το ΠΑΣΟΚ [ας θυμηθούμε μεταξύ πολλών και την περίπτωση χρηματοδότησης της Ν. Δημοκρατίας (’93) του ενός εκατομμυρίου δολαρίων, για την οποία η Δικαιοσύνη εξέδωσε απαλλακτική διάταξη]».
Θεόδωρου Τσουκάτου
«Στα μεγάλα κόμματα συμβαίνει αυτό, γιατί τα μεγάλα κόμματα ασκούν εξουσία».
«Για να μην πάμε σε μια μαζική υποκρισία, όλο αυτό το θέμα της χρηματοδότησης των κομμάτων είναι μια ιστορία η οποία θεωρούνταν κάτι σαν ένα δεδομένο, το οποίο όμως ποτέ δεν συζητιότανε με τον τρόπο και την ένταση που συζητιέται σήμερα λόγω των συγκεκριμένων γεγονότων».
(«Φλας»)
Θα μπορούσαμε να παραθέσουμε ένα ατέλειωτο κατεβατό από ανάλογου περιεχόμενου δηλώσεις. Και μάλιστα, όχι μόνο της τελευταίας περιόδου, αλλά και παλαιότερων περιόδων. Κάθε φορά που ξεσπά ένα σκάνδαλο που μοιάζει μ’ αυτό της Siemens, κάθε φορά που γίνεται συζήτηση για το «πολιτικό χρήμα», τα ίδια ακούμε και διαβάζουμε. Και βέβαια, κάθε φορά έχουμε «πασαλείμματα» στη σχετική νομοθεσία, τα οποία υποτίθεται ότι θα διασφαλίσουν τη διαφάνεια, θα θωρακίσουν το πολιτικό σύστημα από εξαρτήσεις, θα εξυγιάνουν την πολιτική ζωή.
Τα ίδια και τώρα. Ο Παπανδρέου εισηγείται «οδικό χάρτη». Ο Καραμανλής προτείνει τη σύσταση διακομματικής επιτροπής, που θα μελετήσει και θα εισηγηθεί μέτρα για τη διαφάνεια στη χρηματοδότηση των κομμάτων.
Κοινώς μας δουλεύουν. Για να συνεχίσουν την ίδια δουλειά. Να τα παίρνουν φανερά και κρυφά, για να κάνουν τη δουλειά των καπιταλιστών. Γιατί περί αυτού πρόκειται.
Τις πρώτες μέρες έβγαιναν πολιτικά στελέχη και έλεγαν ότι στην πολιτική δεν ισχύει το τεκμήριο αθωότητας, αλλά ο καθένας που κατηγορείται πρέπει να βγαίνει και να αποδεικνύει ότι είναι καθαρός. Από την περασμένη Τρίτη, ο Ρουσόπουλος άρχισε να μιλά για «λογικές Μεσαίωνα» και να επικαλείται το τεκμήριο αθωότητας. Παράλληλα, η δικαστική προκαταρκτική εξέταση έκλεισε ως προς το πολιτικό της σκέλος. Ακόμα και το 1 εκατ. ευρώ του Τσουκάτου αποδίδεται σ’ αυτόν και όχι στο ΠΑΣΟΚ. Ετσι, τυπικά είναι όλοι καθαροί. Τους καθάρισε η Δικαιοσύνη. Οπότε, μπορούν να πολιτεύονται όπως και πριν.
Αυτή η ιστορία, βέβαια, δεν έχει κλείσει ακόμα. Γιατί στη διαδικασία μπλέκονται και ξένα κέντρα. Μάλλον έχουν πειστεί, όμως, πως οι γερμανοί διαχειριστές των λεγόμενων μαύρων ταμείων δεν γνωρίζουν ονόματα, οπότε απ’ αυτούς δεν κινδυνεύει το πολιτικό προσωπικό. Ποιοι μένουν; Ο Χριστοφοράκος και η παρέα του. Ο οποίος Χριστοφοράκος αρνείται και να προσέλθει πλέον στον εισαγγελέα, δηλώνοντας μέσω των συνηγόρων του ότι θα απολογηθεί όταν λάβει γνώση του συνόλου της δικογραφίας. Θυμηθείτε με τι αστραπιαίες διαδικασίες προφυλάκισαν την Τσέκου και συγκρίνετε αυτή τη βιασύνη με το γεγονός ότι ο Χριστοφοράκος κυκλοφορεί ελεύθερος και έχει όλη την άνεση να παζαρέψει την προσωπική του μεταχείριση.
Ας επανέλθουμε, όμως, στο θέμα μας. Τα παίρνουν τα κόμματα από τις εταιρίες; Φτιάχνουν οι εταιρίες «λόμπι» με δικούς τους βουλευτές; Ασκούν οι εταιρίες πιέσεις για υπουργοποίηση βουλευτών που ανήκουν στο «λόμπι» τους; Ολα αυτά αποτελούν κοινό μυστικό. Απλά, δε μένουν ίχνη και μόνο σε κάποια κρίση κάτι μαθεύεται, όπως έγινε τώρα με τη Siemens. Ο,τι και να πουν, λοιπόν, όποια καινούργια μέτρα κι αν ψηφίσουν, η παρασκηνιακή εξάρτηση θα συνεχιστεί, γιατί έτσι λειτουργεί το σύστημα, γιατί έτσι διεξάγεται ο ανταγωνισμός ανάμεσα στις επιχειρήσεις για τις μεγάλες δουλειές με το κράτος. Η Siemens δεν ήταν η εξαίρεση, αλλά ο κανόνας που κατ’ εξαίρεση είδε το φως της δημοσιότητας.
ΥΓ: Η Siemens έκλεισε τις μεγάλες δουλειές της τελευταίας εικοσαετίας στις αρχές της δεκαετίας του ‘90. Τότε που το πολιτικό σύστημα έκανε την περιβόητη «κάθαρση» από το σκάνδαλο Κοσκωτά και θέσπιζε «κανόνες διαφάνειας». Καλό, ε;