«Αν μια χώρα σαν την Ελλάδα δεν μπορεί να αποπληρώσει τα ληξιπρόθεσμα χρέη της, πρέπει να αποχωρήσει από το ευρώ. Σε μια δεδομένη στιγμή ο καθένας πρέπει να μετακομίσει από το σπίτι της μαμάς και οι Ελληνες βρίσκονται σε αυτό το σημείο».
Ο ακροδεξιός Μάρκους Σέντερ, στέλεχος του Χριστιανοκοινωνικού Κόμματος (συμμάχου του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος της Μέρκελ) και υπουργός Οικονομικών της Βαυαρίας, είχε πάρει σβάρνα τα γερμανικά ΜΜΕ (Κυριακάτικη Βελτ, Αουγκσμπούργερ Αλγκεμάινε κ.ά.) και έχυνε χολή κατά του ελληνικού αστικού πολιτικού συστήματος, προεξοφλώντας μάλιστα ότι σύντομα η Ελλάδα θα βγει από το ευρώ.
Δεν ήταν την περίοδο που οι Τσιπροκαμμένοι έδιναν το σόου της «σκληρής διαπραγμάτευσης» με πρωταγωνιστή τον Μπαρουφάκη. Ηταν μόλις δυο μήνες μετά το σχηματισμό της συγκυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου-Κουβέλη. Δεν ξέρουμε αν ο τύπος λειτουργούσε σαν «λαγός» του Σόιμπλε ή αν βρήκε την ευκαιρία να εξάψει το ιμπεριαλιστικό-εθνικιστικό μίσος του γερμανικού δεξιού και ακροδεξιού ακροατήριου. Ξέρουμε, όμως, πως ο τότε αντικαγκελάριος και υπουργός Εξωτερικών, ο μακαρίτης πια Γκίντο Βεστερβέλε (του Φιλελευθεροδημοκρατικού Κόμματος) αναγκάστηκε να τον αποδοκιμάσει δημόσια, δηλώνοντας ότι «πολλοί πολιτικοί που πάνω στη φωτιά της κρίσης μαγειρεύουν τη δική τους σούπα εθνικισμού, θα πρέπει να προσέχουν τι λένε και πώς το λένε» και συμπληρώνοντας ότι «όποιος φέρει πολιτικά αξιώματα θα πρέπει να προσέχει να μην κομματιάσει με το τσεκούρι των λέξεων όσα επί δεκαετίες με κόπο χτίσαμε στην Ευρώπη» και ότι «δε θα πρέπει να χρησιμοποιούμε στερεότυπα για να κερδίζουμε στο εσωτερικό μέτωπο. Αυτές οι εποχές πρέπει να τελειώσουν για πάντα στην Ευρώπη».
Ο Σέντερ είναι άξιος συνεχιστής των ναζί που ίδρυσαν το κόμμα του, το όχι και τόσο μακρινό 1946 και του ιστορικού ηγέτη του Φραντς Γιόζεφ Στράους, του ανεπιθύμητου στην Ελλάδα (και σε άλλες χώρες), λόγω των δεσμών του με τις βασιλοχουντικές συμμορίες, με τις οποίες συνεργαζόταν στη «Μαύρη Διεθνή». Αυτό, όμως, δεν εμπόδισε τη συγκυβέρνηση των Τσιπροκαμμένων να τον καλέσει στην Ελλάδα. Ούτε τον Τσακαλώτο να συναντηθεί μαζί του (αν δεν ήθελε, θα έστελνε κάποιον γενικό γραμματέα, που είναι ομοιόβαθμος του Σέντερ), ούτε τον Μητσοτάκη να κάνει το ίδιο. Ολόκληρο το αστικό πολιτικό σύστημα συμπεριφέρεται με αηδιαστική δουλικότητα απέναντι σε κάθε στέλεχος του γερμανικού συστήματος εξουσίας.
Ο Τσακαλώτος εξέδωσε και δελτίο Τύπου, για να μας πει ότι «ενημέρωσε τον ομόλογό του για την πορεία του ελληνικού προγράμματος, αλλά και για τα βήματα που έπονται για την επίτευξη συνολικής συμφωνίας» και πως «ο Dr Söder με την σειρά του επεσήμανε ότι η γερμανική πλευρά αναγνωρίζει την πρόοδο που έχει επιτύχει η ελληνική κυβέρνηση». Ο Σέντερ, όμως, με την υπεροψία του ακροδεξιού ιμπεριαλιστή, δεν παρέλειψε να δηλώσει πως «η δέσμευση δεν αρκεί, πρέπει να εφαρμοστούν οι μεταρρυθμίσεις» (άρα χρειάζεται επιτροπεία). «Αίσθησή μου είναι», συμπλήρωσε, «πως η κυβέρνηση ήδη προσπαθεί να κάνει ό,τι είναι απαραίτητο, αλλά η πραγματική πρόκληση είναι η υλοποίηση». Αναχωρώντας δε από την Ελλάδα, έκανε και μια απειλητική δήλωση στο Spiegel: «Η Ελλάδα διανύει έναν μαραθώνιο. Βρίσκεται ωστόσο λίγο μετά την αφετηρία και όχι λίγο πριν από τον τερματισμό»!
Η συγκυβέρνηση των Τσιπροκαμμένων και ο Μητσοτάκης, με τη δουλικότητά τους, δημιούργησαν για τον ακροδεξιό βαυαρό πολιτικό το ντεκόρ που ήθελε για να εμφανιστεί στο εκλογικό του ακροατήριο με τον αέρα του κυρίαρχου ιμπεριαλιστή με το μαστίγιο.