Ο άλλοτε φιλελεύθερος καθηγητής του Ποινικού Δικαίου Ν. Παρασκευόπουλος δεν μακροημέρευσε στο υπουργείο Δικαιοσύνης, παρά τις προσπάθειές του να κρατήσει δυο καρπούζια κάτω από την ίδια μασχάλη. Κάποιες μεταρρυθμίσεις του στον τομέα της λεγόμενης σωφρονιστικής πολιτικής βάλλονταν συστηματικά από τα δεξιά. Οχι μόνο από τη ΝΔ αλλά και από το αστικό μιντιακό σύστημα. Ταυτόχρονα, η συνέχιση της ίδιας πολιτικής απέναντι στους πολιτικούς αντιπάλους του συστήματος, δεν του επέτρεπε ν' αποκτήσει ερείσματα στ' αριστερά. Ηταν, λοιπόν, προδιαγεγραμμένο το τέλος της υπουργικής του θητείας: ή θα τον απέλυε ο Τσίπρας, υπακούοντας στην πίεση από τα δεξιά, είτε θα «κλατάριζε» και θα παραιτούνταν, μην αντέχοντας στη διπλή πίεση. Συνέβη το πρώτο. Τον απέλυσε ο Τσίπρας, αφού προηγουμένως τον υπέβαλε στον έσχατο εξευτελισμό, με τη διαταγή για τη διεξαγωγή προκαταρκτικής εξέτασης για τη διαρρεύσασα ιδιωτική αλληλογραφία του αντιπροέδρου του ΣτΕ.
Στο υπουργείο παρέμεινε ο δεξιότατος Δ. Παπαγγελόπουλος, άνθρωπος με θητεία στις μυστικές υπηρεσίες (πρώτα Αντιτρομοκρατική και μετά ΕΥΠ/ΚΥΠ) και «μακρύ χέρι» του καραμανλισμού στο χώρο της αστικής Δικαιοσύνης (δε χρειάζεται να επαναλάβουμε τα «κατορθώματά» του). Δίπλα του τοποθετήθηκε ένας δευτεροκλασάτος συριζαίος δικηγόρος (Κοντονής), που αρχικά είχε θεωρηθεί ικανός μόνο για το υφυπουργείο Αθλητισμού και που διακρίθηκε στην ίντριγκα με τους καπιταλιστές-ιδιοκτήτες ποδοσφαιρικών ομάδων, κατά παράβαση κάθε νομιμοφάνειας. Ετσι, ο Παπαγγελόπουλος -αν και αναπληρωτής υπουργός- είναι πια ο δυνατός πόλος εξουσίας στο υπουργείο Δικαιοσύνης.
Αυτό το αντιλήφθηκε αμέσως ο γενικός γραμματέας Ανθρώπινων Δικαιωμάτων Κ. Παπαϊωάννου, με μακρά θητεία σε διάφορους φιλελεύθερους αστικούς θεσμούς (από τη Διεθνή Αμνηστία μέχρι την Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου), που έσπευσε να υποβάλει την παραίτησή του, ακολουθώντας τον Παρασκευόπουλο στην έξοδο. Δεν είναι τυχαίο ότι στην ανακοίνωση της παραίτησής του ευχαριστεί μόνο τον Νίκο Παρασκευόπουλο «γιατί με τίμησε με την εμπιστοσύνη και την υποστήριξή του», αποφεύγοντας οποιαδήποτε αναφορά στον πρωθυπουργό. Απαξίωσε ν' αναφέρει το όνομα του νέου υπουργού, στον οποίο ευχήθηκε «ολόψυχα καλή επιτυχία στο δύσκολο έργο του», ενώ ο Παπαγγελόπουλος είναι σαν να μην υπάρχει για τον Παπαϊωάννου. Με τον ίδιο ψυχρό τρόπο η παραίτηση έγινε δεκτή από τον Κοντονή, που με μια λακωνική ανακοίνωση «ευχαρίστησε θερμά τον κ. Παπαϊωάννου για τις υπηρεσίες που προσέφερε στο Υπουργείο κατά τη διάρκεια της θητείας του και ευχήθηκε καλή συνέχεια στο έργο του».
Η ανακοίνωση Παπαϊωάννου, όμως, περιλάμβανε κι ένα ολοφάνερο καρφί για την ακολουθούμενη πολιτική: «Κλείνω αυτόν τον κύκλο με τη βεβαιότητα πως στη σημερινή συγκυρία κάθε θεσμική υποχώρηση κοστίζει πολύ ακριβά, είτε αφορά στις σχέσεις κράτους και Εκκλησίας είτε στα θεμελιώδη δικαιώματα των προσφύγων».
Το συμπέρασμα είναι πως ακόμα και σ' αυτόν τον τομέα, που δεν είναι «άμεσου μνημονιακού ενδιαφέροντος», έχουμε ενίσχυση της αστο-αντιδραστικής κατεύθυνσης σε βάρος της αστο-φιλελεύθερης. Κάτι που δεν πρέπει να μας προξενεί έκπληξη. Μια περίοδος οικονομικής αντίδρασης αναγκαστικά γίνεται και περίοδος πολιτικής αντίδρασης. Οι κυβερνήσεις, αποκομμένες από κάθε ώσμωση με το λαϊκό στοιχείο, στρέφονται προς την πολιτική αντίδραση, που αποτελεί το μοναδικό στήριγμα της οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής που ακολουθούν.