«Ο στόχος δεν είναι να κρατικοποιηθεί το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα, ούτε εν μέρει. Ο στόχος είναι να ληφθούν πρωτοβουλίες που θα διατηρήσουν την εμπιστοσύνη και μόλις η εμπιστοσύνη αποκατασταθεί σταδιακά ξανά θα γίνουν ιδιωτικές αυτές οι τράπεζες. Δεν είναι ο στόχος να χρησιμοποιήσουμε τα χρήματα του φορολογουμένου σε μόνιμη βάση».
Αποκαλυπτικός (μπορείτε να τον πείτε και κυνικό) ο υπουργός Οικονομίας Γ. Αλογοσκούφης έδωσε το μισό στίγμα των κινήσεων που γίνονται αυτές τις μέρες από τις κυβερνήσεις σε επίπεδο ΕΕ, παρουσιάζοντας σε συνέντευξη Τύπου τα συμπεράσματα του τελευταίου Ecofin. Σε απλά ελληνικά, αυτή η δήλωση σημαίνει: παίρνουμε τα λεφτά σας (των εργαζόμενων που αποτελούν τα υποζύγια της φορολογίας), τα δίνουμε στους τραπεζίτες για να στηριχτούν, κρατικοποιώντας τη χασούρα τους, κι όταν η κρίση περάσει και οι τράπεζες ορθοποδήσουν, θα τους τις επιστρέψουμε, για να συνεχίσουν το θεάρεστο έργο τους.
Το άλλο μισό του στίγματος Αλογοσκούφη αφορούσε μισθούς, συντάξεις και κοινωνικές δαπάνες του προϋπολογισμού:
«Πολλές από τις παρεμβάσεις που ήδη έχουν γίνει σε ευρωπαϊκά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα μπορεί θεωρητικά να παραβιάζουν τους κανόνες των κρατικών ενισχύσεων. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει δεσμευτεί ότι αυτή την περίοδο θα αντιμετωπίζει αυτά τα ζητήματα στο χρηματοπιστωτικό τομέα με ευελιξία για να μην έχουμε περαιτέρω προβλήματα… Θα ήθελα να τονίσω, ότι και εμείς ως Ελλάδα πρέπει να ξεφύγουμε απ’ αυτό το βραχνά του 3%. Κάναμε μεγάλη προσπάθεια να φτάσουμε κάτω από το 3%».
Σε απλά ελληνικά αυτό σημαίνει: θα στηρίξουμε τις τράπεζες όσο χρειαστεί, αλλά πρέπει το έλλειμμα να μείνει στο 3%. Γι’ αυτό, οι μεν μισθοί και οι συντάξεις θα μείνουν καθηλωμένοι με αυξήσεις κάτω από τον επίσημο πληθωρισμό, οι δε κοινωνικές δαπάνες θα περικοπούν κι άλλο. Κι επειδή τα πράγματα δεν πάνε καθόλου καλά, επειδή η οικονομική δραστηριότητα θα πέσει τα επόμενα χρόνια και επομένως τα δημόσια έσοδα θα μειωθούν, να είσαστε έτοιμοι να δεχτείτε μια ακόμη αύξηση στο ΦΠΑ.
Μέσα σε ελάχιστες παραγράφους, μιλώντας μια «ουδέτερη» τεχνοκρατική γλώσσα, ο Αλογοσκούφης περιέγραψε την πολιτική της κυβέρνησης. Μια πολιτική διαχείρισης της κρίσης με πιο άγρια αναδιανεμητικά χαρακτηριστικά. Την περίοδο της σχετικής ανάπτυξης στήριζαν την αύξηση των κερδών. Την περίοδο της κρίσης στηρίζουν τις ζημιές. Σε κάθε περίοδο οι εργαζόμενοι πληρώνουν το κάγκελο.
Στο μεταξύ, οι «οικονομικοί αναλυτές» έχουν χάσει το μέτρημα. Μαύρη Δευτέρα, μαύρη Τρίτη, έτσι όπως κατρακυλούν καθημερινά τα διεθνή χρηματιστήρια στο τέλος θα καλύψουν όλες τις μέρες της εβδομάδας και θα αναγκα- στούν να καταφύγουν στο εορτολόγιο για να μπορούν να συνεχίσουν τις συμβολιστικές αναφορές τους. Απορρίπτεται από το Κογκρέσο το σχέδιο Πόλσον, πέφτουν τα χρηματιστήρια. Εγκρίνεται το σχέδιο Πόλσον, κατρακυλούν τα χρηματιστήρια. Παρεμβαίνουν για πρώτη φορά συντονισμένα η FED με την ΕΚΤ ρίχνοντας τα επιτόκιά τους κατά μισή μονάδα, γκρεμοτσακίζονται τα χρηματιστήρια. Ούτε οι χαιρετιστήριες δηλώσεις των ιμπεριαλιστών ηγετών (Λευκός Οίκος και Ανγκελα Μέρκελ χαιρέτισαν τη συντονισμένη παρέμβαση, η δε γερμανίδα καγκελάριος μίλησε για… ένδειξη ενδυνάμωσης της οικονομίας!), όμως η κατρακύλα συνεχίστηκε. Γιατί; Γιατί, πρώτο, οι μετοχές πρέπει να «ξεφουσκώσουν» και να επανέλθουν στις πραγματικές τους αξίες. Γιατί, δεύτερο, η κρίση είναι περίοδος μεγάλων ανακατατάξεων. Οσοι αισθάνονται ακόμα ισχυροί προσπαθούν να εξαγοράσουν τους αδυνατισμένους και χρησιμοποιούν και το χρηματιστηριακό παιχνίδι για να τους εξαγοράσουν στη χαμηλότερη δυνατή τιμή. Οι καπιταλιστές είναι ανελέητοι σ’ αυτό το παιχνίδι.
Αντίθετα από τους Μπους και Μέρκελ, ο πρόεδρος του ΔΝΤ Ντομινίκ Στρος-Καν δήλωσε ότι η παγκόσμια οικονομία θα επιβραδυνθεί σημαντικά και πως ΗΠΑ και Ευρώπη βρίσκονται «στο χείλος της ύφεσης» (είναι ο κομψός τρόπος με τον οποίο οι αστοί περιγράφουν την κρίση).
Τι απομένει στις αστικές κυβερνήσεις; Να συνεχίσουν την πολιτική που ήδη ακολουθούν. Δηλαδή, να «μπουκώνουν» με κρατικό χρήμα τις μεγαλύτερες τράπεζες για να μη καταρρεύσουν, να σπρώχνουν άλλες τράπεζες σε εξαγορές και συγχωνεύσεις και ταυτόχρονα να εξασφαλίζουν κονδύλια μέσω της δημοσιονομικής πολιτικής, σκληραίνοντάς την στο έπακρο. Το γεγονός ότι δεν αντιμετωπίζουν λαϊκές αντιδράσεις, ότι η ταξική πάλη παραμένει σε απελπιστικά χαμηλό επίπεδο, αποθρασύνει τις κυβερνήσεις. Το μόνο που εξετάζουν είναι κάποια μέτρα φιλανθρωπικού τύπου κι αυτά εντελώς οριακά.