Κάθε φορά που έχουμε προεκλογική περίοδο, οι καλλιτέχνες ανακατέβονται γλυκά με τους διανοούμενους και δημιουργούν μια εύοσμη δεξαμενή από την οποία προσπα-θούν ν’ αντλήσουν εκλογική δύναμη τα κοινοβουλευτικά κόμματα. Ορισμένοι επιλέγονται και για τα ψηφοδέλτια, ενώ οι υπόλοιποι κάνουν δηλώσεις υποστήριξης ή απλώς παίζουν το ρόλο της γλάστρας σε επί τούτου φιέστες που οι προπαγανδιστικοί μηχανισμοί οργανώνουν για τους αρχηγούς. Διότι, πώς να το κάνουμε, αποκτά άλλο κύρος ο αρχηγός όταν τον ακούνε εκστατικοί καλλιτέχνες και διανοούμενοι. Αφού τον ακούνε με τόσο ενδιαφέρον αυτοί, ο απλός λαός οφείλει ν’ ακολουθήσει, παρατώντας τη γκρίνια και τη μιζέρια.
Και βέβαια, οι αρχηγοί λένε τις πιο απίθανες παπαριές, συχνά λένε πράγματα που δεν τα καταλαβαίνουν (άλλοι γράφουν τις ομιλίες τους), αφού στόχος είναι να υπάρξει εντυπωσιασμός. Απ’ όσο μπορούμε να θυμηθούμε, ρεκόρ παπαριάς σαν αυτό που κατέγραψε φέτος ο Σαμαράς δεν έχει ξαναϋπάρξει. Ζήτησε από τις γλάστρες (συγνώμη, από τον πνευματικό κόσμο θέλαμε να πούμε) να «απενεχοποιήσει» τις έννοιες της «πατρίδας», της «θρησκείας και της «ασφάλειας του πολίτη». Η αλλαγή του τρίτου συνθετικού έγινε για να μη θυμίζει το ανατριχιαστικό τρίπτυχο της χούντας των καραβανάδων («πατρίς-θρησκεία-οικογένεια»), όμως η προσθήκη της «ασφάλειας», δηλαδή της αστυνομοκρατίας, της καταστολής, των τρομονόμων, των ρατσιστικών πογκρόμ, των στρατοπέδων συγκέντρωσης μάλλον θετική υπέρ της χούντας κάνει τη σύγκριση.
Ολοι αυτοί που μοστράρονται σαν πνευματικοί άνθρωποι, καλλιτέχνες και διανοούμενοι, δεν είναι παρά μια κωλόφαρα, σάπια μέχρι το μεδούλι, που παρασιτεί σε βάρος της εργαζόμενης κοινωνίας, ανταλλάσσοντας το παντεσπάνι της είτε με την προσφορά βραδινής διασκέδασης είτε με τη στελέχωση των πανεπιστημίων και των ΜΜΕ. Κρατικοδίαιτοι και σιτιζόμενοι από καπιταλιστές-μαικήνες.