«Ποια συμφωνία του Βερολίνου; Δεν είναι ο χώρος και η χρονική στιγμή για μια τέτοια συζήτηση. Ετσι απάντησε σε ερώτηση σχετική με το Σύμφωνο Σταθερότητας η Αμέλια Τόρες, εκπρόσωπος του περιβόητου επιτρόπου Χοακίν Αλμούνια. Για να προσθέσει: «Γνωρίζουμε όλοι υπό ποίες συνθήκες επιτεύχθηκε η άτυπη αυτή συμφωνία. Ηταν περίοδος ανάπτυξης. Μιλάμε για τον Απρίλη του 2007»! Μιλάμε, για 16 μήνες πριν, λες και μιλάμε για κανέναν αιώνα!
Ομως, δεν είναι το θέμα μας η διάψευση των προβλέψεων, η οποία άλλωστε είναι συνεχής. Το θέμα μας είναι το ίδιο το Σύμφωνο Σταθερότητας. Πώς χρησιμοποιήθηκε ως τώρα; Ως ένα εργαλείο για την άσκηση της δημοσιονομικής πολιτικής στη ζώνη του ευρώ. Τα κράτη απαγορευόταν να ξεπεράσουν ένα ορισμένο επίπεδο ελλείμματος. Ποιες είναι οι αιτίες από τις οποίες μπορεί να ξεπεραστεί ο στόχος για το έλλειμμα; Η άσκηση κοινωνικής πολιτικής, η μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης και η στήριξη κρατικών επιχειρήσεων (συνήθως με κοινωνικά κριτήρια). Αυτά, λοιπόν, απαγορευόταν διά ροπάλου. Μια ολόκληρη στρατιά προπαγανδιστών επιχειρηματολογούσε ότι αυτό είναι αναγκαίο, προκειμένου να στηριχτεί το ευρώ και να προχωρήσουν οι διαδικασίες της «οικονομικής ολοκλήρωσης», χωρίς στρέβλωση των κανόνων ανταγωνισμού. Το σύστημα του ευρώ θα καταρρεύ-σει αν μια ή περισσότερες χώρες ξεπεράσουν για δυο συνεχείς χρονιές το στόχο που έχει τεθεί για το έλλειμμα, έλεγαν. Ο επίτροπος Αλμούνια ήταν ο κέρβερος που παρακολουθούσε με τις υπηρεσίες του την πορεία του ελλείμματος σε κάθε χώρα και έτσι και παραβιαζόταν το Σύμφωνο Σταθερότητας έμπαινε μπροστά η διαδικασία επιτήρησης. Ουσιαστικά, οι προϋπολογισμού καταρτιζόταν από τις υπηρεσίες του Αλμούνια και ξεχείλιζε από αντικοινωνικότητα.
Ερχονται, λοιπόν, τώρα οι υπηρεσίες του ίδιου επιτρόπου και μας λένε να μη δίνουμε σημασία στο Σύμφωνο Σταθερότητας, προκειμένου να στηριχτούν με κρατικό χρήμα οι παραπαίουσες τράπεζες. Ας πάει όπου θέλει το έλλειμμα. Εύκολο είναι επομένως το συμπέρασμα: κανένας κίνδυνος κατάρρευσης του συστήματος δεν υπάρχει από την υπέρβαση του ελλείμματος. Ούτε για τη σταθερότητα του ευρώ ανησυχούν, μολονότι είναι βέβαιο ότι αυτή θα κλονιστεί και θα μπούμε σε μια περίοδο έντονων πληθωριστικών πιέσεων, δεδομένου ότι κάθε χώρα θα χρειαστεί να διαθέσει διαφορετικά κονδύλια για να στηρίξει τις τράπεζες και η δημοσιονομική πολιτική θα διασαλευτεί ανισόμετρα.
Ομως, μολονότι αυτό δε μπορεί πια να κρυφτεί, οι υπουργοί αποφάσισαν πως η δημοσιονομική πολιτική θα εξακολουθήσει να είναι σκληρή και αντικοινωνική, χωρίς καμιά χαλάρωση. Επομένως, το πρόβλημα δεν είναι οικονομικό, αλλά πολιτικό-ταξικό. Είναι έτοιμοι να στηρίξουν με εκατοντάδες δισ. ευρώ κρατικό χρήμα τις τράπεζες, αρνούνται όμως τη στήριξη των θέσεων εργασίας, των μισθών και των ανέργων.
Η εργατική τάξη θα πρέπει να ντρέπεται που ο καπιταλισμός μπήκε σε μια τόσο βαθιά κρίση εξαιτίας των δικών του αντιφάσεων και της αναρχίας που χαρακτηρίζει την παραγωγή και την κυκλοφορία των εμπορευμάτων και του χρήματος και όχι εξαιτίας του δικού της ταξικού αγώνα. Η ντροπή θα γίνει μεγαλύτερη, αν αποδεχτεί αυτά που της ετοιμάζουν στη φάση της κρίσης και της διαχείρισής της.