Ακόμη και ο Πρετεντέρης αγανάκτησε με το «Τρίο Στούτζες», όπως αποκαλεί την τρόικα, που ανακατεύεται ακόμη και σε θέματα που δεν έχει καμιά αρμοδιότητα. Και κατηγορεί τους τροϊκανούς ότι εκτελούν συμβόλαια για λογαριασμό συγκεκριμένων συμφερόντων. Οπως στο ζήτημα της απελευθέρωσης των ομαδικών απολύσεων, για παράδειγμα, που εξυπηρετούν «μεγάλη γαλλική τσιμεντοβιομηχανία που δραστηριοποιείται στη χώρα μας». Τη Lafarge εννοεί, προφανώς, και για να το λέει ο Πρετεντέρης κάτι θα ξέρει.
Μ’ αυτά και μ’ αυτά, πάει και το Eurogroup της 10ης Μάρτη και πλέον πάμε για την 1η Απρίλη. Εκεί που ο Στουρνάρας θεωρούσε σίγουρο ότι θα υπάρξει staff level agreement, δηλαδή συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο, τώρα περιμένει από την τρόικα «κατ’ ελάχιστον μια δήλωση επαρκούς προόδου». Ομως και αυτή «δεν είναι δεδομένη» συμπληρώνει (πάντοτε off the record), ανεβάζοντας στα ύψη τον πυρετό της αγωνίας.
Ποιας ακριβώς αγωνίας; Ποιος αγωνιά και γιατί; Η συγκυβέρνηση αγωνιά για το περιεχόμενο αυτής της συμφωνίας με την τρόικα. Διότι συμφωνία θα υπάρξει σε κάθε περίπτωση και η δόση θα εκταμιευτεί, αφού το Μάη λήγουν ομόλογα πάνω από 9 δισ. και πρέπει να δοθεί η δόση (από τον EFSF και το ΔΝΤ) για να πληρωθούν. Επειδή, λοιπόν, οι τροϊκανοί δεν πολυκαταλαβαίνουν από «πολιτικές ανάγκες» και εμφανίζονται άκαμπτοι σε μέτρα που δεν έχουν καμιά δημοσιονομική σημασία, έχουν όμως μεγάλη σημασία για τα κόμματα της συγκυβέρνησης, καθώς θα θίξουν τμήματα της εκλογικής τους πελατείας, ο Σαμαράς προτίθεται να ζητήσει βοήθεια από την Μέρκελ, η οποία είναι η μόνη που μπορεί να πει στους Μορς, Μαζούχ και Τόμσεν «μάγκες χαλαρώστε».
Εχει κάνει, βέβαια, και η συγκυβέρνηση τις υποχωρήσεις της. Στο ζήτημα της τιμής των βιβλίων, ας πούμε, δέχεται πλέον να ισχύει η ενιαία τιμή για την πρώτη έκδοση μόνο των λογοτεχνικών βιβλίων. Και στο ζήτημα του γάλακτος έχει εφεύρει τη γελοιότητα του «γάλακτος ημέρας» («παραπλανητικό έως φαιδρό» χαρακτήρισε τον όρο ο αναπληρωτής υπουργός Γεωργίας Μ. Χαρακόπουλος, που θέλει τις ψήφους των λαρισαίων κτηνοτρόφων), λες και βρισκόμαστε στην εποχή που ο γαλατάς άρμεγε τις αγελάδες τα χαράματα, φόρτωνε δυο κάδους στο μουλάρι και το πουλούσε πόρτα-πόρτα στην πελατεία του. «Γάλα ημέρας» δεν πρόκειται να υπάρξει, οπότε –αν υιοθετηθεί αυτός ο όρος– θα υπάρχει μόνο το «φρέσκο γάλα», το οποίο πλέον θα διατίθεται για όση διάρκεια βολεύει τις γαλακτοβιομηχανίες, προκειμένου να μπορούν να φέρνουν και «φρέσκο γάλα» από το εξωτερικό. Το είπε, άλλωστε, και η παντογνώστης Πιπιλή: ο Τσαυτάρης, ο Χαρακόπουλος και ο Τζαμτζής πρέπει να προσγειωθούν στην πραγματικότητα και να σκέφτονται τους καταναλωτές των αστικών κέντρων και όχι τους ψηφοφόρους τους. Η κυβέρνηση πούλησε τσαμπουκά στην τρόικα και σε πολλά θέματα τής έχει περάσει. Η τρόικα δέχτηκε ότι δεν υπάρχει κανένα δημοσιονομικό πρόβλημα, άρα δεν υπάρχουν νέα μέτρα. Αλλά χρειάζονται μεταρρυθμίσεις που δεν έχουν κόστος για την κοινωνία (γάλα, ψωμί κλπ.), που αν εφαρμο- στούν σωστά απαλλάσσουν τη μάζα των καταναλωτών από σημαντικά βάρη!
Επίσης, η κυβέρνηση ανέβασε το ποσοστό αποδοχής της περιβόητης «εργαλειοθήκης» του ΟΟΣΑ στο 87% των μέτρων, έναντι 80% που δεχόταν αρχικά. Δεν μπορεί, όμως, ειδικά σ’ αυτή τη φάση, να δεχτεί να περάσει νόμο που θα καταργεί το βέτο του υπουργού Εργασίας σε ποσοστό απολύσεων πάνω από το μέγιστο καθορισμένο. Εβαλε την ασφαλιστική δικλίδα της συμφωνίας του ΑΣΕ (στο οποίο συμμετέχουν καπιταλιστές και γραφειοκράτες), που μπορεί να δώσει έγκριση έστω και κατά πλειοψηφία, η οποία θα είναι δεσμευτική για τον υπουργό. Αν πάει να περάσει νόμο, θα υπονομεύσει την ίδια της την ύπαρξη και μάλιστα σε προεκλογική περίοδο. Δεν νομίζουμε, όμως, να μην το καταλαβαίνουν αυτό ακόμα και οι τροϊκανοί τεχνοκράτες. Απλά το χρησιμοποιούν σαν διαπραγματευτικό χαρτί για να πιέσουν σε άλλα θέματα.
Εκεί που σίγουρα υπάρχει πρόβλημα είναι η εκτίμηση για το τελικό «πακέτο» της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών. Ενα «πακέτο» που ποτέ δε μάθαμε τι δανεισμό κοστίζει στον ελληνικό λαό, αφού κάθε δημόσια πηγή πληροφόρησης δίνει διαφορετικό αριθμό. Εχει γίνει καθαρό, όμως, ότι εδώ το πρόβλημα είναι κυρίως μεταξύ του ΔΝΤ από τη μια και της ΕΚΤ με την Κομισιόν από την άλλη. Ο Τόμσεν λέει ότι χρειάζονται τουλάχιστον άλλα 9 δισ. ευρώ, ο Προβόπουλος λέει ότι χρειάζονται μεταξύ 5,8 και 6,2 δισ. και ο Ντράγκι διαμηνύει ότι το ποσό θα το καθορίσει η ΤτΕ ως υποκατάστημα της ΕΚΤ και όχι η τρόικα, που δεν έχει καμιά δουλειά. Εχει καμιά ιδιαίτερη σημασία αυτή η διαφωνία, όταν η ίδια η ΕΚΤ έχει ανακοινώσει ότι θα διεξάγει δικά της «τεστ αντοχής» των ευρωπαϊκών τραπεζών μέχρι το Σεπτέμβρη, οπότε καμιά τωρινή εκτίμηση δεν μπορεί να θεωρηθεί τελική; Καμιά σημασία δεν έχει. Απλά γίνεται ένας αγώνας «θέσεων» ανάμεσα στα διάφορα ιμπεριαλιστικά κέντρα, ενώ δίνεται και δραματικός τόνος από μεριάς συγκυβέρνησης, για προπαγανδιστικούς λόγους. Περιμένουμε, λοιπόν, να δούμε τι θα στείλει η Μέρκελ στον Σαμαρά.