Οι εταιρίες καλλυντικών συνηθίζουν ν’ αλλάζουν όχι μόνο τα αμπαλάζ, αλλά ακόμα και τα ονόματα διάφορων προϊόντων που δεν «πήγαν» στην αγορά και να τα πωλούν για νέα, μπας και αυτή τη φορά «περπατήσουν». Στους ανθρώπους, βέβαια, δε μπορείς ν’ αλλάξεις ονόματα. Μπορείς, όμως, ν’ αλλάξεις αμπαλάζ στο προϊόν και να το σερβίρεις για νέο. Ετσι και ο Σαμαράς, στα 58 του χρόνια και με μια σχεδόν τριακονταετή θητεία στην αστική πολιτική, πλασάρεται σήμερα σαν το νέο λαμπερό πρόσωπο που θα κάνει το απαραίτητο λίφτινγκ στη σταφιδιασμένη ΝΔ, για να την ξαναεμφανίσει νέα και ωραία στους πελάτες-ψηφοφόρους.
Δικαίως, βέβαια, αφού η αστική πολιτική εδώ και πολλά χρόνια κινείται στη σφαίρα των αρχηγικών κομμάτων. Ο Σαμαράς πήγε να το παίξει αρχηγός κόμματος, ρίχνοντας την κυβέρνηση Μητσοτάκη το 1993. Αντεξε μια κοινοβουλευτική θητεία με την ΠΟΛΑ και μετά μπήκε σε αναγκαστική αγρανάπαυση. Πολιτική συμφωνία με το Μητσοτάκη αναγκάστηκε να κλείσει ο Καραμανλής για να τον επαναφέρει και μάλιστα όχι στην εγχώρια σκηνή αλλά στην ευρωβουλή. Ξεχασμένος από τους πάντες, έξω από το κάδρο των κυβερνητικών ευθυνών και όταν τοποθετήθηκε στο υπουργείο Πολιτισμού, με δηλωμένη άποψη κατά των πρόωρων εκλογών το Σεπτέμβρη, παιδί από τα σπλάχνα της γαλάζιας παράταξης και μάλιστα από το σκληρό δεξιό πυρήνα (Αβερωφικοί), προσφερόταν για υποψήφιος αρχηγός. Κανείς, όμως, δεν πίστευε ότι μπορεί να εκλεγεί, αφού η κόρη του Μητσοτάκη προετοίμαζε εδώ και καιρό την αναρρίχησή της στην εξουσία και έλεγχε τα πάντα στον κομματικό μηχανισμό. Τότε ήταν που εμφανίστηκε ο «από μηχανής Θεός» και άλλαξε τα πάντα.
Λαμπάδα ίσα με το μπόι του πρέπει ν’ ανάψει ο Σαμαράς στον Αβραμόπουλο. Οχι μόνο και όχι τόσο επειδή αποσύρθηκε νωρίς από την κούρσα της αρχηγίας και έκλεισε συμμαχία μαζί του, αλλά κυρίως επειδή ήταν αυτός που είχε την ιδέα της εκλογής αρχηγού από τη βάση, με δημοψηφισματικό τρόπο. Μέχρι εκείνη τη στιγμή ο Σαμαράς έπαιζε για τη φανέλα, αφού σε επίπεδο κομματικού μηχανισμού η Μπακογιάννη είχε σίγουρη την εκλογή. Προετοιμαζόταν επί χρόνια για να διαδεχτεί τον Καραμανλή και είχε συμφωνήσει μαζί του. Ολα ήταν έτοιμα για να της παραδοθεί το κόμμα. Ο Καραμανλής, τηρώντας την παλιά συμφωνία, προκήρυξε εκλογές σύμφωνα με το καταστατικό: έκτακτο συνέδριο και εκλογή αρχηγού από τους συνέδρους, οι οποίοι είχαν εκλεγεί από παλιά και ελεγχόταν ήδη από το μηχανισμό της Ντόρας και του Μεϊμαράκη. Ο Σαμαράς δεν είχε να χάσει τίποτα και έτσι έσπευσε να δεχτεί την πρόταση Αβραμόπουλου. Τότε έκανε το κρίσιμο λάθος η Μπακογιάννη. Θέλοντας να το παίξει δημοκρατική, δεν άκουσε ούτε τον Καραμανλή (που επέμενε στην τήρηση του καταστατικού) ούτε τον Μεϊμαράκη, που έκανε φασαρία και απειλούσε ότι δεν πρόκειται να συμμετάσχει σε αντικαταστατικές διαδικασίες. Τους υποχρέωσε όλους να πάρουν μέρος σε μια διαδικασία προ-πο, που σύντομα αποδείχτηκε ότι λειτουργούσε σε βάρος της.
Μία μόνο ελπίδα είχε η Μπακογιάννη. Να μη προσέλθουν οι γαλάζιοι μαζικά στις κάλπες, ώστε να υπερισχύσει όποιος έχει το δυνατότερο μηχανισμό. Αβυσσος η ψυχή του νεοδημοκράτη, γράφαμε εμείς. Την απάντηση την πήραμε όλοι την Κυριακή. Η συμμετοχή ήταν η μεγάλη έκπληξη. Δεν ξέρουμε αν οι σχεδόν 800.000 περιέχουν και «μαϊμουδιά» (που είναι σφόδρα πιθανό), σίγουρα όμως οι ψηφίσαντες ήταν πολύ περισσότεροι από τους 300-350.000 μάξιμουμ που περίμεναν όλοι τους (για τόσους είχε στηθεί ο εκλογικός μηχανισμός). Οι νεοδημοκράτες έτρεξαν στις κάλπες για να βγάλουν όλα τα απωθημένα τους. Το απωθημένο ότι ποτέ δεν τους ρώτησε κανείς ποιον θέλουν για αρχηγό. Το απωθημένο για εκείνους που τους γκρέμισαν από την εξουσία πριν την ώρα τους. Το απωθημένο τους ενάντια στο Μητσοτακαίικο. Ακόμα και το σεξιστικό απωθημένο τους για μια γυναίκα αρχηγό του κόμματος. Η Μπακογιάννη ήταν για πολλούς απωθητική, ενώ ο Σαμαράς ήταν το καλό παιδί, ο χαμογελαστός και συνεσταλμένος Αντωνάκης (συγχαρητήρια στον ίματζ μέικερ του σαμαρικού στρατόπεδου). Τα υπόλοιπα, αυτά που εμφανίστηκαν σαν τάχα ιδεολογικές διαφορές, ή δεν έπαιξαν κανένα ρόλο ή έπαιξαν πολύ λίγο. Σιγά μη διακρίνει ο νεοδημοκράτης τη διαφορά ανάμεσα στην κεντροδεξιά και το μεσαίο χώρο. Αυτός ένα μόνο θέλει: να ξαναγυρίσει το κόμμα του μια ώρα γρηγορότερα στην εξουσία, μπας και καταφέρει κάνα ρουσφέτι, μικρό ή μεγάλο.
Από την άλλη, βλέπουμε τη συγχορδία των αστικών ΜΜΕ και τους αναλυτές της δεκάρας να προσπαθούν να μας πείσουν ότι έχουμε μια ακόμη νίκη της δημοκρατίας, μετά απ’ αυτή του ΠΑΣΟΚ. Λες και υπάρχει περίπτωση να ασκήσει πολιτική ο νεοδημοκράτης ψηφοφόρος. Ο ψηφοφόρος χρησιμοποιήθηκε για να λύσουν τις διαφορές τους οι κεφαλές του κόμματος. Και μάλιστα χρησιμοποιήθηκε με γηπεδικούς όρους. Ομως, σε μια δημοκρατία που δείχνει όλο και πιο ανοιχτά το χαρακτήρα της ως δικτατορία του κεφάλαιου, τέτοια γεγονότα είναι χρήσιμα για προπαγανδιστικούς λόγους. Για να καλλιεργούν ψευδαισθήσεις συμμετοχικότητας και λαϊκής αντιπροσώπευσης.
Ούτε άσους στο μανίκι του κρύβει ο Σαμαράς ούτε τίποτα καινούργιο πρόκειται να κάνει. Θα περιμένει να φθαρεί το ΠΑΣΟΚ, χωρίς να βάλει τις όποιες συνδικαλιστικές δυνάμεις της ΝΔ σε διαδικασίες απεργιών και άλλων τέτοιων απαράδεκτων ενεργειών, ενώ ταυτόχρονα θα προσπαθεί να συσπειρώσει τη ΝΔ και να «ξεψειρίσει» το ΛΑΟΣ. Τώρα ξέρει ότι η σειρά του θα έρθει, όπως ήρθε και των προηγούμενων. Αχρηστο τον έλεγαν τον Καραμανλή κι αυτός κέρδισε δυο εκλογές. «Δεν κάνει για πρωθυπουργός το παιδί», έλεγαν αντιγράφοντας τη φράση του Μητσοτάκη για τον Παπανδρέου κι αυτός είναι ήδη πρωθυπουργός. Αν μη τι άλλο, ο ίδιος ξεκινά την αρχηγική του θητεία με καλύτερες μιντιακές προϋποθέσεις.