Για να μπορέσουν οι ελληνικές τράπεζες να επωφεληθούν από το νέο πρόγραμμα ενίσχυσης ρευστότητας της ΕΚΤ, η Ελλάδα θα πρέπει να είναι σε «πρόγραμμα». Δεν άφησε κανένα περιθώριο αμφιβολίας για το περιεχόμενο της δήλωσης που έκανε από τη Νάπολι ο Μάριο Ντράγκι.
Το ΔΣ της ΕΚΤ αποφάσισε στις 2 Οκτώβρη ότι στο εξής η τράπεζα θα αγοράζει καλυμμένα ομόλογα και τιτλοποιημένα δάνεια (ABS) από τις τράπεζες προκειμένου να ενισχύσει τη ρευστότητά τους. Η απόφαση ελήφθη ομόφωνα, παρά τις γερμανικές αντιδράσεις που είχαν προηγηθεί, πρωτοστατούντος του προέδρου της Budesbank Γιενς Βάιντμαν. Το Βερολίνο δεν έθεσε κάποιο βέτο στην απόφαση της ΕΚΤ (προς μεγάλη λύπη του ΣΥΡΙΖΑ), όμως ο Ντράγκι υποχρεώθηκε να βγει και να κάνει τη γνωστή δήλωση, η οποία αφορούσε τις τράπεζες της Ελλάδας και της Κύπρου και περιλάμβανε δύο σκέλη. Πρώτον, οι κυπριακές και ελληνικές τράπεζες, των οποίων τα ομόλογα θεωρούνται «σκουπίδια», θα μπορούν να πωλούν στην ΕΚΤ μόνο το 30% των τίτλων τους, εν αντιθέσει με τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης, οι οποίες θα μπορούν να πωλούν το 70% των τίτλων τους. Δεύτερον, για να μπορέσουν να ασκήσουν αυτό το περιορισμένο δικαίωμα οι ελληνικές και κυπριακές τράπεζες, οι χώρες θα πρέπει να βρίσκονται σε «πρόγραμμα» ελεγχόμενο από την Κομισιόν και την ΕΚΤ.
Το ΔΝΤ θα φύγει από την Ευρωζώνη, την τρόικα δε θα την ξαναδούμε, η μνημονιακή πολιτική όμως θα παραμείνει, έστω κι αν δε θα έχει τη μορφή των memorandum of understanding, αλλά τη μορφή ενός αναλυτικού «προγράμματος» που θα περιλαμβάνεται σε κάποιο παράρτημα των αποφάσεων του Eurogroup.
Τα κόμματα της συγκυβέρνησης πέρασαν στο ντούκου τις δηλώσεις Ντράγκι. Αλλωστε, δε διαφωνούν σε τίποτα. Εχουν συμβιβαστεί με την ιδέα της σκληρής επιτροπείας από τους δανειστές και επικυρίαρχους. Από μια άποψη, η δήλωση Ντράγκι αποτελούσε και ένα είδος δικαίωσης για τους Σαμαρά-Βενιζέλο. Στο ντούκου, όμως, πέρασε η δήλωση Ντράγκι και από τον ΣΥΡΙΖΑ. Η πιο σκληρή κριτική που ακούστηκε ήταν η εξής σεμνή αναφορά σε σχόλιο της «Αυγής» (5.10.14): «Αυτή την εβδομάδα υπήρξαν νέες ενδείξεις της κινητικότητας στις ευρωπαϊκές κορυφές. Η Γαλλία αρνείται να συμμορφωθεί με τον κανόνα των ελλειμμάτων του Συμφώνου Σταθερότητας. Ο Ντράγκι επιχειρεί να περιορίσει τη νεοφιλελεύθερη ορθοδοξία του Βερολίνου, προσφέροντας στην αγορά ρευστότητα, η αλήθεια είναι με ισχυρούς περιοριστικούς όρους για την Ελλάδα».
Η συνέχεια του σχολίου ήταν διθυραμβική: «Αυτή η ευρωπαϊκή κινητικότητα, που αντανακλά τα αυξανόμενα αδιέξοδα του μερκελισμού, παρέχει δυνατότητες για την αντιμετώπιση του ελληνικού προβλήματος με ευρωπαϊκούς όρους. Αυτό είναι το πολιτικό στοίχημα της κυβέρνησης κοινωνικής σωτηρίας».
Ιδού, λοιπόν, η «ευρωπαϊκή λύση» που επαγγέλεται ο ΣΥΡΙΖΑ: αύξηση της ρευστότητας για τις τράπεζες, υπό τον όρο ενός νέου «προγράμματος». Με χαρακτηριστικό τρόπο το περιέγραψε, από πολιτική άποψη, ο Παπαδημούλης με ερώτηση που υπέβαλε στον Γιούνκερ. Αφού πρώτα του θύμισε ότι μία από τις δέκα προετεραιότητες που παρουσίασε στην παρθενική του ομιλία ως πρόεδρος της Κομισιόν ήταν ότι «στο μέλλον θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι να αντικαταστήσουμε την Τρόικα με μια περισσότερο δημοκρατικά νομιμοποιημένη δομή, βασισμένη στους ευρωπαϊκούς θεσμούς και με ενισχυμένο κοινοβουλευτικό έλεγχο σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο», τον ρώτησε «ποιο είναι το χρονοδιάγραμμα που έχει θέσει για την “αντικατάσταση” της Τρόικα; Ποιος θεσμός θα δώσει “νομιμοποίηση” στη νέα δομή; Ποιους ευρωπαϊκούς θεσμούς θα περιλαμβάνει αυτή η δομή και τι μορφή θα έχει;». Η αγωνία των συριζαίων είναι τι θα αντικαταστήσει την τρόικα. Τη σκληρή επιτήρηση τη θεωρούν και αυτοί δεδομένη. Θέλουν να ξέρουν μόνο τι πολιτική μορφή θα πάρει, γιατί ευελπιστούν ότι θα είναι αυτοί στην κυβέρνηση, οπότε θέλουν να ξέρουν τι θα έχουν να αντιμετωπίσουν και να προετοιμαστούν.