Εχετε προσέξει ότι από την προεκλογική φλυαρία των συριζαίων έχουν σχεδόν εξαφανιστεί οι αναφορές περί «εκβιασμού με το πιστόλι στον κρόταφο» και περί «πραξικοπήματος» και ιδιαίτερα οι αναφορές για κάποιο σχέδιο που είχαν οι ιμπεριαλιστές δανειστές να ρίξουν την «κυβέρνηση της Αριστεράς»; Είναι λογικό να το κόψουν αυτό το παραμύθι, καθώς οι δανειστές εξακολουθούν να στηρίζουν τον Τσίπρα, δείχνοντας ότι προτιμούν να βρίσκεται αυτός στην πρωθυπουργία της επόμενης συμμαχικής κυβέρνησης.
Δεν είναι τυχαίο ότι στελέχη της ίδιας της γερμανικής κυβέρνησης βγαίνουν το τελευταίο διάστημα και κάνουν όχι μόνο επαινετικές δηλώσεις για τον Τσίπρα, αλλά και δηλώσεις για την επικείμενη αναδιάρθρωση του χρέους (και όχι απομείωση, όπως κουτοπόνηρα λένε οι συριζαίοι), θέμα-ταμπού μέχρι πρότινος για τη γερμανική πολιτική, στηρίζοντας έτσι έμμεσα την προεκλογική εκστρατεία του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος υποτίθεται ότι «κέρδισε» τη συζήτηση για την αναδιάρθρωση του χρέους (ενώ αυτή ήταν δεδομένη από το Νοέμβρη του 2012).
Στην πραγματικότητα, ουδέποτε υπήρξε σχέδιο ανατροπής της συγκυβέρνησης Τσίπρα-Καμμένου από τους ιμπεριαλιστές δανειστές της Ευρωζώνης. Μολονότι θα προτιμούσαν να έχουν μια πιο συνεργάσιμη κυβέρνηση, οι ιμπεριαλιστές δανειστές δεν πάσχουν από έλλειψη πολιτικού ρεαλισμού και πραγματισμού. Στόχος τους δεν ήταν να ρίξουν τον Τσίπρα και τον Καμμένο από την εξουσία, αλλά να τους επιβάλλουν το τρίτο Μνημόνιο. Από τη στιγμή που το πέτυχαν, δεν έχουν κανένα πρόβλημα να στηρίξουν τον Τσίπρα. Οχι γιατί γοήτευσε τη Μέρκελ ή γιατί έδιωξε τον Μπαρουφάκη που έσπαγε τα… καρύδια του Σόιμπλε και των άλλων με την απέραντη παπαρολογία του, αλλά γιατί όταν προκηρύχτηκαν οι εκλογές ο Τσίπρας αποτελούσε τον επικεφαλής του πιο ισχυρού αστικού πόλου εξουσίας στην Ελλάδα, χωρίς να διαφαίνεται ισχυρή εναλλακτική λύση εξουσίας.
Οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις διαθέτουν πρεσβείες και συνομιλούν με πρόσωπα που επηρεάζουν την πολιτική ζωή στην Ελλάδα, όπως οι μιντιάρχες και οι επικεφαλής των τραπεζών και των ισχυρότερων εγχώριων καπιταλιστικών ομίλων. Εχουν πλήρη γνώση για το πώς διαμορφώνονται οι πολιτικοί συσχετισμοί στην Ελλάδα και ποια είναι η συμφερότερη για το σύστημα λύση. Βλέπουν και οι ίδιοι πως τελικά άξιζε τον κόπο να υποστούν την μπαρουφακειάδα επί ένα εξάμηνο, όταν το αντάλλαγμα είναι ένας «ισιωμένος» ΣΥΡΙΖΑ, ένα ενσωματωμένο στη μνημονιακή πολιτική τέως αντιμνημονιακό πολιτικό δυναμικό κι ένας λαός βυθισμένος στην απογοήτευση και στην ηττοπάθεια.
Από την άλλη, οι ηγέτες του γερμανογαλλικού άξονα Μέρκελ και Ολάντ, κι από κοντά ο Γιούνκερ, ο Ρέντσι, ο Σουλτς, η Λαγκάρντ, είχαν την ευκαιρία να γνωρίσουν τον Τσίπρα από κοντά και να τον «κόψουν» καλά. Αντιλήφθηκαν (δεν είναι πρωτάρηδες) ότι δεν έχουν να κάνουν με κάποιον ριζοσπάστη αριστερό, ούτε καν με κάποιον σοσιαλδημοκράτη παλαιάς ρεφορμιστικής κοπής, αλλά με ένα διψασμένο για εξουσία παιδάριο, που το μόνο για το οποίο ενδιαφέρεται είναι να παραμείνει στην κυβέρνηση, αλλά και να αποτελέσει για χρόνια τον ένα από τους δύο πόλους εξουσίας στην καπιταλιστική Ελλάδα (ο άλλος είναι η ΝΔ).
Και βέβαια, στα μυστικοσυμβούλια που έγιναν, στο Παρίσι, στο Βερολίνο, στη Ρώμη, στις Βρυξέλλες, πήραν από τον Τσίπρα προσωπικές διαβεβαιώσεις ότι δεν πρόκειται να βάλει εμπόδια στην εφαρμογή της συμφωνίας. Γι’ αυτό και δεν είπαν τίποτα ακόμη και όταν τον άκουγαν να δηλώνει πως εκβιάστηκε και πως αναγκάζεται να εφαρμόσει ένα πρόγραμμα που δεν είναι δικό του, που δεν το πιστεύει. Αστοί πολιτικοί είναι και οι ίδιοι και ξέρουν πως υπάρχουν πράγματα που λέγονται και δεν γίνονται και πράγματα που γίνονται και δεν λέγονται. Τους αρκεί που ο Τσίπρας, όταν ρωτιέται αν θα εφαρμόσει το Μνημόνιο-3, δεν αρχίζει τα μισόλογα, αλλά δηλώνει με κατηγορηματικότητα ότι θα εφαρμόσει ό,τι προβλέπεται, αφού αυτός είναι που συμφώνησε αυτό το Μνημόνιο (τα περί εκβιασμού ξεχνάει να τα αναφέρει).
Καλού-κακού, βέβαια, οι ιμπεριαλιστές δανειστές φρόντισαν να αλυσοδέσουν και τη σημερινή και τις επόμενες αστικές κυβερνήσεις της Ελλάδας μ’ ένα Μνημόνιο που μετατρέπει τη χώρα σε προτεκτοράτο (αναλυτικά γράψαμε στο προηγούμενο φύλλο). Κι έβαλαν τον Τσίπρα να υπογράψει ότι «για την επιτυχία απαιτείται ο ενστερνισμός του προγράμματος μεταρρυθμίσεων από τις ελληνικές αρχές. Επομένως, η κυβέρνηση είναι έτοιμη να λάβει οποιαδήποτε μέτρα ενδέχεται να κριθούν κατάλληλα για τον σκοπό αυτόν, καθώς οι περιστάσεις μεταβάλλονται. Η κυβέρνηση δεσμεύεται να διαβουλεύεται και να συμφωνεί με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για όλες τις ενέργειες που αφορούν την επίτευξη των στόχων του Μνημονίου Συνεννόησης, πριν από την οριστικοποίηση και τη νομική έγκρισή τους».
Ακόμη και ο δεξιός Μαριάνο Ραχόι, που δεν έπαιξε κανένα ρόλο στις διαπραγματεύσεις (η Ισπανία διαθέτει μόνο πληθυσμιακό και εδαφικό μπούγιο, όχι όμως και δύναμη μονοπωλιακού κεφαλαίου), αυτός που άκουγε Τσίπρας και έβγαζε φλύκταινες, στάζει μέλι πλέον για τον έλληνα ομόλογό του. Και ο υπουργός Οικονομικών Λουΐς δε Γκίντος φρόντισε να απαθανατιστεί σε αρκετά φωτογραφικά ενσταντανέ χαμογελαστός δίπλα στον Τσακαλώτο, στο Eurogroup που «φιξάρισε» τη νέα δανειακή σύμβαση και το νέο Μνημόνιο. Πάμε και στοίχημα πως αμέσως μετά τις εκλογές, αν ο Τσίπρας είναι πρώτος και σχηματίσει κυβέρνηση, είτε ο Ραχόι θα επισκεφθεί την Αθήνα είτε ο Τσίπρας τη Μαδρίτη. Βλέπετε, όσο ο ευρωζωνικός οδοστρωτήρας περνάει πάνω από την Ελλάδα με κυβέρνηση Τσίπρα, τόσο κονταίνει η αλογοουρά του Ιγκλέσιας. Ηδη, το κόμμα του θα έπρεπε να ονομάζεται Non podemos, καθώς οι τελευταίες δημοσκοπήσεις το δίνουν καθαρά τρίτο, με πρώτο το PP του Ραχόι και δεύτερο το σοσιαλδημοκρατικό PSOE, ενώ σε απόσταση αναπνοής από το Podemos ακολουθούν οι κεντροδεξιοί «Πολίτες».
Οι ιμπεριαλιστές δανειστές στηρίζουν τον Τσίπρα, γιατί έβαλε μυαλό, όπως λένε στα ακροατήριά τους. Στηρίζουν τον Τσίπρα, γιατί αυτή τη στιγμή αυτός είναι ο καλύτερος για την υπεράσπιση των συμφερόντων τους στην Ελλάδα, ως επικεφαλής ενός ευρύτατου πολιτικού μπλοκ εξουσίας. Τα άλλα, που ακούγονται από τον Τσίπρα και την άθλια συγχορδία των συριζαίων, είναι μόνο για εσωτερική κατανάλωση. Είναι το αφήγημα (το παραμύθι) δηλαδή, που χρειάζεται το κομματικό τους σώμα για ν’ αποκοιμηθεί γλυκά και να ξυπνήσει σφόδρα μνημονιακό. Είναι κάτι σαν κομματική ψυχοθεραπεία.
ΥΓ. «Πιστεύαμε πως αν απειλούσαμε με έξοδο, οι Ευρωπαίοι θα τρόμαζαν. Αποδείχθηκε λάθος εκτίμηση. Πριν από τρία χρόνια μπορεί να ίσχυε, αλλά εντωμεταξύ πήραν τα μέτρα τους. Προς έκπληξή μας, ο κ. Σόιμπλε μας είπε να φύγουμε και ότι θα μας βοηθούσε γι’ αυτό». Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γ. Δραγασάκης στην συνέντευξη που έδωσε στην ΕΡΤ, παραμονή της ψήφισης του Μνημόνιου-3. Και ο πρωθυπουργός Τσίπρας, στην ομιλία του στη Βουλή, λίγο πριν το «ναι σε όλα»: «Εξαντλήσαμε αυτό το εξάμηνο κάθε δυνατότητα διαπραγμάτευσης και ταυτόχρονα κάθε περιθώριο ρευστότητας χωρίς δανεισμό. Και εφόσον οι μόνοι υπαρκτοί δανειστές μας επέλεξαν να κλιμακώσουν τη σύγκρουση σε σημείο μη διαχειρίσιμο, η συμφωνία αυτή ήταν για εμάς, όπως θα ήταν και για κάθε άλλη κυβέρνηση και για κάθε άλλον στη θέση μου, μία αναγκαστική επιλογή (…) Πήραμε μια επώδυνη επιλογή ευθύνης. Κάναμε ένα βήμα πίσω, βγαίνοντας όμως όρθιοι από το λάκκο των λεόντων. Διεκδικήσαμε το δίκιο του ελληνικού λαού υπό το βάρος του δυσμενούς συσχετισμού πολιτικών δυνάμεων στην Ευρώπη, όχι, όμως, μόνοι και απομονωμένοι όπως οι περισσότεροι λένε». Πρόκειται για τους ίδιους ανθρώπους που προεκλογικά παραμύθιαζαν τον ελληνικό λαό ότι η Μέρκελ θα συμφωνήσει με τις θέσεις τους «και θα ‘ναι ντάλα μεσημέρι» κι ότι αυτοί θα βαράνε τα νταούλια και θα παίζουν τη λύρα και οι αγορές θα χορεύουν πεντοζάλη…