ΠΑΣΟΚ-ΛΑΟΣ-ΝΔ-ΜΜΕ σχημάτισαν ένα μαύρο μέτωπο που επιτίθεται, τρομοκρατεί και εκβιάζει τον εργαζόμενο λαό. Τα ΜΜΕ άρχισαν την προετοιμασία μέρες πριν. «Στον πόλεμο δεν προέχει ποιος θα ματώσει. Μετράει η σωτηρία της πατρίδας», έγραφαν τα «Νέα». Αίμα ζητούσε και το έθνος: «Για να δημιουργηθεί η νέα Ελλάδα θα χρειαστεί να αλλάξει το DNA ενός ολόκληρου λαού. Η ιστορία διδάσκει ότι οι αλλαγές αυτές δεν γίνονται χωρίς να χυθεί αίμα».
Ο Μητσοτάκης ξαναβγήκε στο γυαλί για να στηρίξει τα επερχόμενα μέτρα και να επιτεθεί σε κάθε αντίθετη φωνή. Ακόμα και ο Περισσός δεν γίνεται ανεκτός σ’ αυτή τη φάση, επειδή έχει σηκώσει τους τόνους. Εντούτοις, επειδή τον χρειάζονται για να λειτουργήσει σαν πυροσβέστης και χωροφύλακας σε περίπτωση ταξικής έκρηξης, του δίνουν ένα περιορισμένο βήμα, για να πνίξουν τα όσα λέει μέσα στον ορυμαγδό των λυσσασμένων τηλεσχολιαστών. Ακόμα και ο νεοφιλελεύθερος Ανδριανόπουλος σηκώθηκε από τον πολιτικό του τάφο, για να μας πει ότι «αυτή την ώρα νομίζω ότι ο κ. Παπανδρέου μπήκε μπροστά σαν πραγματικός ηγέτης και οφείλουμε όλοι σε αυτή τη φάση να συσπειρωθούμε πίσω του. Ολοι, από όλες τις πλευρές».
Σαν έτοιμος από καιρό ο Καρατζαφέρης έσπευσε να χαιρετίσει τα νέα μέτρα της κυβέρνησης: «Θα ιδρώσουμε, θα δακρύσουμε, θα ματώσουμε, αλλά η Ελλάδα θα διασωθεί»! Δίνει καθημερινά εξετάσεις στην κεφαλαιοκρατία, για να εξασφαλίσει την πολιτική του επιβίωση. Γνωρίζει πολύ καλά ότι το κόμμα του έζησε πέρα από το «κανονικό». Οταν το ΠΑΣΟΚ φθαρεί και δε θα μπορεί να κυβερνήσει άλλο, το δικομματικό σύστημα θα απαιτήσει ενίσχυση της ΝΔ, δηλαδή καταβαράθρωση του ΛΑΟΣ. Προσπαθεί, λοιπόν, να αποδείξει ότι μπορεί να τους είναι πιο χρήσιμος ως ανεξάρτητο κόμμα. Θα το πετύχει; Ουδείς γνωρίζει, όμως δεν έχει άλλη λύση από το να προσπαθεί συνέχεια να αποδείξει ότι αποτελεί μια δύναμη χρήσιμη για το σύστημα εξουσίας. Από την άλλη, ο φασισμός υπήρξε πάντοτε πολιτική έκφραση του μεγάλου κεφάλαιου και αυτό αποδεικνύεται διαχρονικά.
Ο Σαμαράς βλέπει το κόμμα του να συνθλίβεται στις μυλόπετρες που έχουν δημιουργήσει οι σημερινές ανάγκες της κεφαλαιοκρατίας. Πρέπει να υπηρετήσει την κεφαλαιοκρατία, την τάξη που παραδοσιακά εκπροσωπεί η ΝΔ, πρέπει όμως να υπάρξει και ως κόμμα και αυτό απαιτεί επαφή με τις πλατιές λαϊκές μάζες που συνθλίβονται από τη διαχείριση της κεφαλαιοκρατικής κρίσης. Κυριολεκτικά είναι αναγκασμένος να ακροβατήσει επί ξυρού ακμής κι αυτό ουδείς το έχει καταφέρει. Από τη μια απορρίπτει υποτίθεται τα μέτρα της κυβέρνησης και από την άλλη δηλώνει ότι «εμείς στηρίζουμε οτιδήποτε βοηθά να βγει ο τόπος από την κρίση» και ότι ο ίδιος «παρακίνησε έγκαιρα την κυβέρνηση να πάρει μέτρα». Η κριτική του επικεντρώνεται στην «αναποφασιστικότητα» και την «καθυστέρηση», στο «μείγμα πολιτικής για την αντιμετώπιση της κρίσης», στην «απουσία αναπτυξιακών ανασών» και άλλα τέτοια τόσο αόριστα όσο απαιτείται για να στηρίζεται η κυβερνητική πολιτική.