«Η εισήγηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προς το Συμβούλιο Υπουργών για τον τερματισμό της κατάστασης του υπερβολικού ελλείμματος της χώρας έως το τέλος του 2006 είναι απόλυτα συμβατή με τη στρατηγική της ελληνικής κυβέρνησης. Με δεδομένα τα μεγάλα επί σειρά ετών ελλείμματα και το υψηλό δημόσιο χρέος που δημιούργησαν οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ, η σημερινή κυβέρνηση είχε δύο επιδιώξεις: Αφενός την αποκατάσταση της δημοσιονομικής διαφάνειας και αφετέρου την ήπια διετή δημοσιονομική προσαρμογή. Η σημερινή εισήγηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αλλά και οι έως τώρα αποφάσεις του Συμβουλίου Υπουργών έχουν δικαιώσει απόλυτα αυτές τις επιλογές».
Την παραπάνω δήλωση έκανε ο υπουργός Οικονομίας Γ. Αλογοσκούφης, μόλις έγινε γνωστή η απόφαση της Κομισιόν να εισηγηθεί στο Ecofin την παραπομπή της Ελλάδας σύμφωνα με το άρθρο 104/9 της Συνθήκης. Η δήλωση αποκαλύπτει προφανώς αμηχανία. Περιέχει, όμως, και μια ομολογία. Οτι η εισήγηση της Κομισιόν είναι συμβατή με τη στρατηγική της κυβέρνησης Καραμανλή. Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση Καραμανλή δεν έχει κανένα πρόβλημα με τις διαδικασίες παραπομπής, που τώρα φτάνουν στο τελικό τους στάδιο (το Συμβούλιο αναμένεται να υιοθετήσει τη σύσταση της Κομισιόν στη συνεδρίασή του της 17ης Φλεβάρη).
Είναι κάτι που έχουμε επισημάνει εδώ και καιρό. Ουδέποτε η κυβέρνηση Καραμανλή προσπάθησε να κοντράρει τις διαδικασίες παραπομπής. Αντίθετα, τις αβαντάριζε, πράγμα που είχε υπαινιχτεί στο παρελθόν και ο αρμόδιος επίτροπος Χ. Αλμούνια, λέγοντας στους δημοσιογράφους: «Και ποιος σας είπε ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν επιθυμεί την ενεργοποίηση της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος»; Ο λόγος είναι προφανής. Η κυβέρνηση Καραμανλή επεδίωξε την ενεργοποίηση της διαδικασίας από τα κοινοτικά όργανα ελπίζοντας ότι θα δημιουργήσει ένα άλλοθι για τον εαυτό της και θα μεταφέρει τις ευθύνες στην κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ επί της θητείας της οποίας δημιουργήθηκε το έλλειμμα. Αυτό, άλλωστε, λέει ευθέως και ο Αλογοσκούφης στη δήλωσή του που παραθέσαμε στην αρχή.
Τους εργαζόμενους, βέβαια, δεν τους ενδιαφέρει το πώς θα καταφέρουν να μοιραστούν τις ευθύνες ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, αλλά τί συνέπειες θα έχει στη ζωή τους όλη αυτή η ιστορία. Είναι περιττό να πούμε ότι δεν πρέπει κανένας να πάρει στα σοβαρά τα περί «ήπιας προσαρμογής» που μονότονα επαναλαμβάνουν τα κυβερνητικά στελέχη. Αρκεί να δει κανείς τι απαιτεί η Κομισιόν για να μην του μείνει καμιά αμφιβολία.
Η σύσταση της Κομισιόν, που θα γίνει δεκτή από το Συμβούλιο, απαιτεί από την ελληνική κυβέρνηση να παρουσιάσει μέχρι τις 21 Μάρτη έκθεση στην οποία θα αναφέρει αναλυτικά και όχι γενικά τα μέτρα για τη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος κάτω από το 3% του ΑΕΠ μέχρι το τέλος του 2006. Από αυτό γίνεται καθαρό ότι η Κομισιόν δεν δέχεται τις προβλέψεις που υπάρχουν στον ελληνικό κρατικό προϋπολογισμό.
Ο επίτροπος Αλμούνια υπήρξε σαφής. Η Κομισιόν όχι μόνο δεν δέχεται την πρόβλεψη της ελληνικής κυβέρνησης για ρυθμό ανάπτυξης 3,9% το 2005, αλλά προσανατολίζεται να αναθεωρήσει προς τα κάτω και τη δική της εκτίμηση, το περασμένο φθινόπωρο, για ρυθμό ανάπτυξης 3,3%. Η νέα εκτίμηση της Κομισιόν, η οποία θα στηρίζεται στα δεδομένα του τελευταίου τριμήνου του 2004, θα είναι γύρω στα 3% και το πιθανότερο θα δημοσιοποιηθεί με την εαρινή έκθεση για την πορεία των ευρωπαϊκών οικονομιών. Με τέτοιο ρυθμό ανάπτυξης είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο πως όχι μόνο δεν θα κατέβει το έλλειμμα κάτω από το 3%, όπως υποστηρίζει η κυβέρνηση, αλλά θα ξεπεράσει το 3,6%. Ο Αλογοσκούφης, που μέχρι πρότινος δεν άκουγε τίποτα, προσανατολίζεται τώρα να διορθώσει τη δική του εκτίμηση και να την πάει στο 3,3%, μπας και η Κομισιόν συγκρατήσει στο ίδιο ποσοστό τη δική της πρόβλεψη.
Το μόνο που επιδιώκει, λοιπόν, η κυβέρνηση Καραμανλή είναι να κερδίσει λίγο χρόνο, μπας και βγάλει το 2005 χωρίς να πάρει πρόσθετα αντιλαϊκά μέτρα. Και αυτό, όμως, είναι σήμερα εξαιρετικά δύσκολο, γιατί το παιχνίδι το κάνει η Κομισιόν, η οποία πιέζει για τη λήψη άμεσων μέτρων. Για το 2006, πάντως, δεν υπάρχει κανένα περιθώριο. Η Κομισιόν είναι σαφέστατη στη σύστασή της:
«Για το 2006, ζητείται από την Ελλάδα να εφαρμόσει μέτρα προσαρμογής μόνιμου χαρακτήρα αποκλειομένων των έκτακτων μέτρων».
Η κατεύθυνση είναι σαφής. Οχι έκτακτα, αλλά μόνιμα μέτρα. Μ’ αυτόν τον τρόπο θα προστατευθεί πρωτίστως το κεφάλαιο από την επιβολή π.χ. μιας έκτακτης φορολογίας. Φορολογική επιβάρυνση μπορεί να υπάρξει, αλλά αυτή πρέπει να είναι μόνιμη, με την αύξηση για παράδειγμα των συντελεστών ΦΠΑ ή τη μετάταξη ειδών από το χαμηλό στον ψηλό συντελεστή. Και βέβαια, μόνιμα μέτρα είναι το πετσόκομμα των επιχορηγήσεων προς μια σειρά φορείς κοινωνικού χαρακτήρα,η ασφαλιστική μεταρρύθμιση με μείωση των συντάξεων και το πάγωμα των μισθών των δημόσιων υπαλλήλων. Μέτρα που έχουν παρθεί και άλλη φορά από κυβερνήσεις στη χώρα μας.
Στις 27 Γενάρη η Κομισιόν δεν έκανε δεκτό το Πρόγραμμα Σταθερότητας που κατέθεσε η ελληνική κυβέρνηση και την υποχρέωσε να καταθέσει νέο. Τώρα, την υποχρεώνει να υποβάλλει όχι μόνο ένα γενικόλογο πρόγραμμα, αλλά κατάλογο που θα περιλαμβάνει αναλυτικά τα μέτρα προσαρμογής που πρόκειται να πάρει. Η επόμενη κίνηση θα είναι να επεξεργάζεται η ίδια η Κομισιόν τα μέτρα και να απαιτεί την εφαρμογή της. Η σκληρή λιτότητα δεν έχει ημερομηνία λήξης.