«Ή αλλάζουμε το κόμμα ή αλλάζετε τον πρόεδρο», φέρεται να είπε στα μέλη της Πολιτικής Γραμματείας του ΣΥΝ ο Αλ. Τσίπρας. Κατόπιν τούτου και των όσων εξελίχθηκαν σ’ αυτή τη συνεδρίαση, η σημερινή και αυριανή συνεδρίαση της ΚΠΕ του ΣΥΝ εμφανίζεται ως κρίσιμη. Μπορεί και να είναι, καθώς έχουν γίνει και πάλι από πολλά χωριά χωριάτες. Διότι ακόμη και τα ηγετικά στελέχη των τάσεων δεν φαίνεται να ομονοούν. Για παράδειγμα, τέσσερα μέλη της Ανανεωτικής Πτέρυγας αποχώρησαν από τη συνεδρίαση της ΠΓ, κατηγορώντας τον Τσίπρα ότι θέλει να οδηγήσει το κόμμα σε ένα συνέδριο μόνο για να επιβεβαιώσει την προεδρία του. Αντίθετα, ο πέμπτος ανανεωτικός παρέμεινε και ψήφισε υπέρ της πρότασης Τσίπρα, μαζί με την ομάδα των «προεδρικών» και ορισμένους του Αριστερού Ρεύματος, που επίσης εμφανίζεται διχασμένο.
Αν και δεν μας αφορά, ούτε έχουμε καμιά αγωνία για την έκβαση του πολέμου των φατριών, εκτιμούμε ότι το πιθανότερο είναι να τα βρουν και να πάνε σε συνέδριο, γιατί πλέον μάλλον θα πρέπει να ψάξουν για πρόεδρο, αφού ο Τσίπρας θα έχει γίνει εντελώς ρόμπα. Και τι έγινε; Τι σημασία έχουν όλ’ αυτά για όσους βρίσκονται εκτός των μικρών τειχών του ΣΥΝ και των λίγο μεγαλύτερων του ΣΥΡΙΖΑ; Σημασία έχει η πολιτική που ακολουθεί ο συγκεκριμένος χώρος. Μια πολιτική ουράς στη σοσιαλδημοκρατία, που έχει συμπυκνωθεί στις λέξεις «προγραμματική αντιπολίτευση».
Τσίπρας, Κουβέλης και Λαφαζάνης έδωσαν συνέντευξη Τύπου για να πουν ότι ο Παπανδρέου αθέτησε τις προεκλογικές του εξαγγελίες! Εδωσαν συνέντευξη Τύπου για να πουν το αυτονόητο, αυτό που βλέπει κάθε πολίτης αυτής της χώρας, ανεξάρτητα από το πώς το αποτιμά. «Το Πρόγραμμα Σταθερότητας που κατέθεσε η κυβέρνηση είναι αναξιόπιστο» (!) δήλωσε ο Τσίπρας. Απέδωσε στην κυβέρνηση «τεράστιο έλλειμμα αξιοπιστίας», ενώ σημείωσε ότι «βασικό χαρακτηριστικό της κυβέρνησης είναι η εγκατάλειψη των προεκλογικών της δεσμεύσεων», λες και δεν έχουμε να κάνουμε με μια κυβέρνηση του κεφάλαιου που δεν θα μπορούσε να πολιτευθεί διαφορετικά. Πού οδηγεί αυτή η πολιτική αντιμετώπιση της κυβέρνησης; Σε καλλιέργεια αυταπατών για το ρόλο της αστικής πολιτικής και στην αναζήτηση μιας άλλης, διαφορετικής σοσιαλδημοκρατίας, που θα συνεργαστεί με το ΣΥΡΙΖΑ.
Στο ίδιο ακριβώς μήκος κύματος κινήθηκε δυο μέρες πριν ο Αλ. Αλαβάνος, με τη διαφορά ότι αυτός είναι παλιά καραβάνα και ξέρει να οξύνει τους τόνους, κερδίζοντας εντυπώσεις (ο Τσίπρας «κουκιά τρώει, κουκιά μαρτυράει»). «Να μην ξαναγίνει ο σοσιαλδημοκρατικός χώρος όχημα περάσματος της δεξιάς πολιτικής και ματαίωσης του αριστερού εγχειρήματος», κραύγασε με το γνωστό του ύφος ο Αλαβάνος, αφού σημείωσε ότι «η γονυκλισία στους καρδινάλιους της ΕΕ είναι έξω από την ιδρυτική κουλτούρα του σοσιαλιστικού χώρου»! Τι να του πεις τώρα; Οτι η σοσιαλδημοκρατία έχει κάνει τα μεγαλύτερα εγκλήματα σε βάρος της εργατικής τάξης και των λαών της Ευρώπης (και των τέως αποικιών και κατόπιν εξαρτημένων χωρών) από τις αρχές του 20ού αιώνα; Οτι η ελληνική σοσιαλδημοκρατία διαχειρίστηκε με αποτελεσματικότητα τον ελληνικό καπιταλισμό τα 20 από τα 35 χρόνια μετά την πτώση της χούντας; Πώς να ερμηνεύσεις φράσεις, όπως «η χώρα εκβιάζεται και τελικά κυβερνάται από ακραίους κύκλους ενός επιθετικού και εκδικητικού καπιταλισμού»; Δεν είναι τίποτ’ άλλο εκτός από ωραιοποίηση του ίδιου του καπιταλισμού, που έχει «ακραίους» και «ήπιους», «επιθετικούς» και «συναινετικούς» εκπροσώπους. Με τους δεύτερους επιδιώκει προφανώς να συνεργαστεί ο Αλ. Αλαβάνος, ο οποίος ονειρεύεται επιστροφή στην εποχή του δημοσκοπικού 18%, γι’ αυτό και χαράζει μια τακτική γλειψίματος των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ, ξεχωρίζοντας τη σοσιαλδημοκρατία από την κυβέρνησή της. Το αν θα πετύχει ή όχι το στόχο ποσώς μας ενδιαφέρει. Εκείνο που έχει σημασία είναι ότι παραμυθιάζει τον κόσμο με την ιδέα μιας «έντιμης» σοσιαλδημοκρατίας, που μπορεί να διαχειριστεί έναν «ηθικό» καπιταλισμό, σε μια ΕΕ της «αλληλεγγύης» (χωρίς Σύμφωνο Σταθερότητας).