Ο ανταγωνισμός των αστικών κομμάτων στη σφαίρα της «καθαρής πολιτικής» γίνεται βάσει της θεωρίας των παιγνίων. Τις περισσότερες φορές σημασία έχει να φθείρεις τον αντίπαλο, να καταλάβεις ζωτικό του χώρο, ώστε να έχεις εσύ την πρωτοβουλία των κινήσεων και να ηγεμονεύεις στην αστική πολιτική σκηνή. Για να το πετύχεις αυτό, πρέπει να ενεργήσεις καίρια την κατάλληλη στιγμή, τότε που έχεις το πάνω χέρι. Και βέβαια, σ’ αυτό το παιχνίδι δεν χωρούν αρχές και πολιτική ηθική, ιδιότητες παντελώς ξένες προς την αστική πολιτική, χρήσιμες μόνο ως ιδεολογήματα για την εξαπάτηση του «λαουτζίκου».
Ξέροντας πως ο ΣΥΡΙΖΑ θα κερδίσει τις εκλογές και θα σχηματίσει κυβέρνηση (η συμφωνία με τον Καμμένο είχε ήδη κλειστεί και κρατιόταν ως επτασφράγιστο μυστικό και από τα δύο μέρη), οι Τσιπραίοι είχαν αποφασίσει πως θα προτείνουν δεξιό για πρόεδρο της Δημοκρατίας. Ο Τσίπρας το είχε προαναγγείλει, εμμέσως πλην σαφώς, στην τελευταία προεκλογική του συνέντευξη, την οποία έδωσε -όχι τυχαία- στη ναυαρχίδα του ομίλου Ψυχάρη, το «Βήμα»: «Ο θεσμός του Προέδρου της Δημοκρατίας, όπως το Σύνταγμα τον ορίζει, απαιτεί ευρύτερες συναινέσεις (…) Θα επιδιώξουμε την ευρύτερη δυνατή συναίνεση στο πρόσωπο του Προέδρου της Δημοκρατίας (…) Μέσα από την προεδρική εκλογή θα σηματοδοτήσουμε την αναγκαία εθνική ενότητα, τη συνεννόηση και τη συναίνεση στη στρατηγική που ο λαός μας θα έχει εγκρίνει».
Την ίδια μέρα, στη «Real News» δημοσιευόταν ρεπορτάζ που έφερε τον Αβραμόπουλο να δηλώνει στο περιβάλλον του ότι δεν του έχει ζητηθεί να είναι υποψήφιος για ΠτΔ, αλλά «αν μου προταθεί, δεν μπορώ να αρνηθώ. Είναι η ύψιστη τιμή και ευθύνη για κάθε Ελληνα».
Οι Τσιπραίοι είχαν ν’ αντιμετωπίσουν τον Κωνσταντόπουλο, που μήνες τώρα φερόταν ως ο σίγουρος «πρώτος αριστερός πρόεδρος της Δημοκρατίας». Το ντιλ πρέπει να είχε κλείσει προεκλογικά. Προσφέρθηκε στην κόρη του η προεδρία της Βουλής (τρίτο τη τάξει θεσμικό αξίωμα, μετά τον πρόεδρο της Δημοκρατίας και τον πρωθυπουργό), οπότε θα πήγαινε πολύ να γίνει ο πατέρας πρόεδρος της Δημοκρατίας.
Και μετά άρχισε η φιλολογία περί Καραμανλή, ο οποίος αποτελεί τον διακαή πόθο του Τσίπρα κτλ. κτλ. Αν δεχτεί ο Καραμανλής, ο Τσίπρας θα έχει καταγάγει θρίαμβο στη σκακιέρα του αστικού πολιτικού παιχνιδιού. Θα έχει στριμώξει τον Σαμαρά στη γωνία («εσένα σου αρνήθηκε ο Καραμανλής, εμένα μου είπε ναι») και θα έχει αδρανοποιήσει τον πολιτικό που μπορεί να ηγηθεί με αξιώσεις μιας «ανανεωμένης» ΝΔ, η οποία θα εκμεταλλευτεί την αναπόφευκτη πολιτική φθορά του ΣΥΡΙΖΑ και θα τον νικήσει στις επόμενες εκλογές, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα μια σχετικά βιώσιμη εναλλακτική λύση διαχείρισης του συστήματος.
Αν δε δεχτεί ο Καραμανλής, ο Αβραμόπουλος θα έρθει χοροπηδώντας και ο Τσίπρας θα κερδίσει μια ακόμη νίκη επί του Σαμαρά. Ηδη η ΝΔ έχει διχαστεί, καθώς όλοι οι βαρόνοι πιέζουν τον Σαμαρά να αποδεχτεί την υποψηφιότητα Αβραμόπουλου. Αν ο Σαμαράς υποχωρήσει, θα συρθεί σε ένα ντροπιαστικό για τον ίδιο «Δημήτρης Αβραμόπουλος», που θα ισοδυναμεί με πέταγμα λευκής πετσέτας στα πόδια του Τσίπρα. Αν δεν υποχωρήσει, θα βρεθεί χωρίς υποψήφιο (ο Δήμας θα αποτραβηχτεί) και θα έχει δυο επιλογές: ή «παρών» ή αποχή από την ψηφοφορία. Δεν είναι, όμως, καθόλου βέβαιο ότι θα τον ακολουθήσουν όλοι οι βουλευτές της ΝΔ, οπότε η κρίση στη ΝΔ θα βαθύνει και ίσως ακουστεί πιο νωρίς από το αναμενόμενο το σύνθημα «ήρθε η ώρα του Καραμανλή».
Συγκυβέρνηση με τον ακροδεξιό Καμμένο και δεξιός πρόεδρος της Δημοκρατίας. Συμβολισμοί με περιεχόμενο. Οχι μόνο στο επίπεδο της κυβερνητικής πολιτικής, αλλά και της στρατηγικής. Ενας δεξιός πρόεδρος, χωρίς αρμοδιότητες αλλά με το «μπαζούκα» της παραίτησης που οδηγεί σε εκλογές, αν διαφωνεί ριζικά με μια κυβερνητική ενέργεια, αποτελεί ένα ακόμη άλλοθι για τον ΣΥΡΙΖΑ, ένα ακόμη ιδεολόγημα για να δικαιολογήσει τις κωλοτούμπες που θα κάνει.
Αυτό είναι το παιχνίδι που παίζεται και, φυσικά, δεν έχει καμιά σχέση με αρχές και πολιτική ηθική. Μόνο με το κέρδισμα της ηγεμονίας στο αστικό στρατόπεδο από τον Τσίπρα και το σύστημα έχει σχέση.