Το παραμύθι το ξεκίνησε ο Παναγιωτόπουλος. Οι ρυθμίσεις για τις υπερωρίες και τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας -επαναλαμβάνει σε κάθε ευκαιρία- πρέπει να γίνουν για να μη φεύγουν οι ελληνικές επιχειρήσεις για τις βαλκανικές χώρες. Αμυνόμαστε έναντι της αύξησης της ανεργίας! Στο παιχνίδι μπήκε και ο ίδιος ο Καραμανλής: «Δεν μπορεί να μην ενισχύεται η επιχειρηματικότητα και να φεύγουν επιχειρήσεις για να πάνε σε γειτονικές χώρες… Πρέπει να δημιουργήσουμε ένα ελκυστικό επιχειρηματικό περιβάλλον για να αποκτήσει δυναμική η οικονομία, να γίνει πιο ανταγωνιστική».
Σ’ όλα τούτα δεν υπάρχει τίποτα καινούργιο. Τα ίδια έλεγαν και οι Πασόκοι, όταν ο Γιαννίτσης εισήγαγε τη διευθέτηση. Τα ίδια έλεγαν όταν νομοθετούσαν τη μερική απασχόληση και το ωρομίσθιο. Πάντα επικαλούνταν τους ανέργους και την ανάγκη να «τους βρουν» δουλειά, έστω και για λίγες ώρες την ημέρα. Τώρα το πηγαίνουν αλλού: αν δεν πάρουμε μέτρα, θα φύγουν οι επιχειρήσεις και θα μεγαλώσει η ανεργία.
Στην πραγματικότητα, όμως, όλα αυτά είναι ιδεολογήματα που σκοπό έχουν να λειτουργήσουν εκβιαστικά πάνω στους εργαζόμενους και να παραλύσουν κάθε διάθεση αντίστασης.
Αν αναλύσουμε λογικά αυτά που λένε ο Καραμανλής, ο Παναγιωτόπουλος και τα άλλα στελέχη της ΝΔ για τα κίνητρα ώστε να μη φύγουν οι επιχειρήσεις προς τη βαλκανική ενδοχώρα, τότε θα πρέπει να αποδεχτούμε μια βαθμιαία διολίσθηση προς τις εργασιακές συνθήκες που επικρατούν εκεί. Θα πρέπει, δηλαδή, οι Ελληνες εργαζόμενοι να δεχτούν να πληρώνονται πολύ λιγότερο απ’ όσο πληρώνονται σήμερα και ταυτόχρονα να εργάζονται σε συνθήκες κατέργου.
Από την άλλη, δεν βλέπουμε την κυβέρνηση να δημιουργεί αντικίνητρα για τη φυγή των επιχειρήσεων. Για παράδειγμα, οι έλληνες καπιταλιστές παίρνουν δωρεάν κρατική επιχορήγηση ακόμα και για τις επιχειρήσεις που δημιουργούν στις βαλκανικές χώρες. Μια κυβέρνηση που δεν θέλει τη φυγή των επιχειρήσεων, το πρώτο που θα έκανε θα ήταν να τους κόψει τις κάθε είδους κρατικές επιχορηγήσεις.
Η κυβέρνηση, όμως, δεν έχει κανένα πρόβλημα απ’ αυτή τη φυγή. Γιατί με τις επενδύσεις στα Βαλκάνια, που είναι στα μέτρα του ελληνικού κεφάλαιου, ισχυροποιείται συνολικά ο ελληνικός καπιταλισμός, γεγονός που δεν μπορεί παρά να ικανοποιεί μια κυβέρνηση ταγμένη να υπηρετεί τα συμφέροντά του.
Οι επιχειρήσεις που «μεταναστεύουν» στα Βαλκάνια είναι επιχειρήσεις όλως ελαφράς βιομηχανίας και εμπόριου. Δηλαδή, μονάδες που μπορούν να σηκώσουν το κόστος της μεταφοράς και νέας εγκατάστασης. Η βιομηχανία με το βαρύ εξοπλισμό και τις εξειδικευμένες εγκαταστάσεις δεν μπορεί να μεταφερθεί. Αν μπορούσε, θα είχε ήδη φύγει και αυτή.
Τα μέτρα, λοιπόν, που παίρνονται στην Ελλάδα σε βάρος της εργατικής τάξης δεν αποσκοπούν στην αποτροπή της φυγής των επιχειρήσεων. Οσες επιχειρήσεις μπορούν να φύγουν θα το κάνουν, γιατί όσα μέτρα και να παρθούν στην Ελλάδα δεν πρόκειται να έχουμε μεροκάματα και εργασιακές συνθήκες επιπέδου Βουλγαρίας και Μακεδονίας. Αυτό θα πάρει χρόνο για να γίνει και η εξίσωση θα τείνει να γίνει κάπου προς τη μέση. Δηλαδή, θα χειροτερεύουν τα πράγματα στην Ελλάδα και θα βελτιώνονται στις βαλκανικές χώρες, όπου θα υπάρξουν διεκδικήσεις και αντιστάσεις από το προλεταριάτο.
Τα αντεργατικά μέτρα αφορούν τις επιχειρήσεις που θα μείνουν στην Ελλάδα. Τη δική τους κερδοφορία επιδιώκουν να αυξήσουν. Απ’ αυτή την άποψη, η ανεργία όχι μόνο δεν θα μειωθεί αλλά θα αυξηθεί. Ο πρόεδρος του ΣΕΒ Οδ.
Κυριακόπουλος το παραδέχτηκε με κυνισμό, όπως σημειώνει στην ανακοίνωσή της ακόμα και η φιλοκυβερνητική ΔΑΚΕ.
Οταν η καπιταλιστική επιχείρηση μπορεί να εκμεταλλευτεί καλύτερα το υπάρχον εργατικό δυναμικό, είτε με το φτήνεμα των υπερωριών είτε με τη διευθέτηση είτε και με τα δύο ταυτόχρονα, δεν έχει κανένα λόγο να προσλάβει καινούργιο προσωπικό. Αντίθετα, θα «ξεφορτωθεί» και ένα τμήμα του προσωπικού που ήδη απασχολούσε. Ετσι, λιγότεροι εργάτες θα αφήνουν στην επιχείρηση μεγαλύτερη μάζα υπεραξίας απ’ αυτή που άφηναν πριν περισσότεροι εργάτες. Αυτή είναι η απλή αλήθεια.
Κυριακόπουλος το παραδέχτηκε με κυνισμό, όπως σημειώνει στην ανακοίνωσή της ακόμα και η φιλοκυβερνητική ΔΑΚΕ.
Οταν η καπιταλιστική επιχείρηση μπορεί να εκμεταλλευτεί καλύτερα το υπάρχον εργατικό δυναμικό, είτε με το φτήνεμα των υπερωριών είτε με τη διευθέτηση είτε και με τα δύο ταυτόχρονα, δεν έχει κανένα λόγο να προσλάβει καινούργιο προσωπικό. Αντίθετα, θα «ξεφορτωθεί» και ένα τμήμα του προσωπικού που ήδη απασχολούσε. Ετσι, λιγότεροι εργάτες θα αφήνουν στην επιχείρηση μεγαλύτερη μάζα υπεραξίας απ’ αυτή που άφηναν πριν περισσότεροι εργάτες. Αυτή είναι η απλή αλήθεια.