Εξαιρετικά θολό παραμένει το τοπίο στις ελληνομακεδονικές σχέσεις μετά το ελληνικό «βέτο» του Βουκουρεστίου. Οι Αμερικάνοι προσπάθησαν να αποσοβήσουν την προκήρυξη εκλογών στη γειτονική χώρα, ώστε να μπορέσουν με αστραπιαίες διαδικασίες να ρυθμίσουν το θέμα του ονόματος τις επόμενες μέρες, όμως αυτό δεν έγινε κατορθωτό. Οι εξελίξεις ερμηνεύτηκαν ως αποτυχία της διπλωματικής πολιτικής της κυβέρνησης Γκρούεφσκι και ο ασταθής κυβερνητικός συνασπισμός έσπασε, αφού κάθε πλευρά θέλει να αποκτήσει πλεονέκτημα έναντι της άλλης. Είναι αμφίβολο, όμως, αν και οι εκλογές θα δώσουν λύση.
Οι γιάπηδες των Σκοπίων επιδεικνύουν «ρεαλισμό» και είναι έτοιμοι να δεχτούν ακόμη και αλλαγή της συνταγματικής ονομασίας της χώρας τους, διαπραγματευόμενοι πλέον μόνο τη «μακεδονικότητα». Αυτή, όμως, κανένας δε μπορεί να την αλλάξει, αφού ο εθνικός αυτοπροσδιορισμός ως Μακεδόνες δεν είναι εφεύρημα των τελευταίων χρόνων, αλλά συνείδηση ριζωμένη εδώ και δυο περίπου αιώνες. Η στρατηγική των διάφορων Γκρούεφσκι, Τσερβένκοφσκι και Μιλόσοσκι αποσκοπεί στην ένταξη στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ. Από τη στιγμή που οι Αμερικάνοι δεν κατάφεραν να τους βάλουν στο ΝΑΤΟ (δεν το «πάλεψαν» και πολύ, είν’ αλήθεια, για να μην πούμε ότι τους πούλησαν στο τέλος), θα αναπροσαρμόσουν την «εθνική πολιτική» τους επιδιώκοντας ένα συμβιβασμό με την ελληνική πλευρά, η οποία επιμένει σε μία και μοναδική ονομασία με επιθετικό προσδιορισμό. Ηδη, μέσω των γκάλοπ, επεξεργάζονται το σλαβομακεδονικό λαό, ώστε να αποδεχτεί αυτή τη λύση. Οι ίδιοι που ως τώρα του φούσκωναν τα μυαλά, ποντάροντας στην αμερικάνικη προστασία, τώρα προσπαθούν να του τα ξεφουσκώσουν.
Σ’ αυτό το θολό τοπίο, η νέα επίσκεψη Νίμιτς μόνο ως δείγμα του αμερικάνικου ενδιαφέροντος να κλείσει το θέμα όσο το δυνατόν γρηγορότερα μπορεί να εκληφθεί. Επί της ουσίας ο Νίμιτς δεν έχει να κάνει τίποτα σ’ αυτή τη φάση, αφού μέχρι τις εκλογές καμιά φατρία στα Σκόπια δεν πρόκειται να αποδεχτεί την οδυνηρή λύση.