Ο ΣΥΡΙΖΑ ζει στον αστερισμό της Καρακώστα, της Αυλωνίτου και της Βαγενά! Οι «ρουκέτες» που πετούν σε κάθε τηλεοπτική τους εμφάνιση οι εν λόγω βουλευτίνες τις έχουν καταστήσει περιζήτητες από τους πανελίστες των πρωινάδικων και των μεσημεριανάδικων. Δεν πρόκειται σίγουρα για άτομα μειωμένης νοημοσύνης. Ούτε πολιτικά άπειρα. Πρόκειται, όμως, για πολιτικά στελέχη που καταντούν σούργελα καθώς προσπαθούν να βρουν επιχειρήματα για να υπερασπιστούν την κυβερνητική πολιτική. Κι επειδή τέτοια επιχειρήματα δεν υπάρχουν, καταφεύγουν στις «ρουκέτες». Αλλη χαρακτηρίζει τους χαμηλοσυνταξιούχους του ΕΚΑΣ… φοροφυγάδες που πρέπει να επιστρέψουν αυτά που πήραν χωρίς να τα δικαιούνται, άλλη… φιλοσοφεί δηλώνοντας πως 100 χρόνια Μνημόνια δεν είναι τίποτα μπροστά σε 400 χρόνια τουρκοκρατίας και άλλη πότε εξηγεί πως η Ελλάδα έσωσε το χρεοκοπημένο ΔΝΤ και πότε αναλύει το ασφαλιστικό με στιλ Σεφερλή.
Η αμέσως επόμενη κατηγορία συριζαίων που αγαπούν οι πανελίστες είναι ο Μπάρκας και ο Φάμελλος. Ο φανατισμός τους στην υπεράσπιση της κυβερνητικής γραμμής είναι τέτοιος που καταφέρνουν να εκτεθούν μόλις ανοίξουν το στόμα τους, διότι δεν ενδιαφέρονται για τίποτ' άλλο πέραν της χουλιγκάνικης εκδοχής της αστικής πολιτικής.
Οι υπόλοιποι έχουν περιέλθει σε αφωνία. Ειδικά εκείνοι που παρίσταναν τους αντιμνημονιακούς μάγκες. Περιμένουν μπας και περάσει η μπόρα, χωρίς να εκτίθενται ιδιαίτερα. Και σχεδιάζουν από τώρα τον τρόπο με τον οποίο θα καταφέρουν να επανεκλεγούν -όποτε γίνουν εκλογές- πείθοντας τους ψηφοφόρους τους ότι δεν έχουν καλύτερη επιλογή.
Θα μπορούσε να μιλήσει κανείς για ξεπεσμό ενός κόμματος που από το 2011 περίπου έδειχνε να κυριαρχεί στην πολιτική σκηνή της χώρας. Ομως, και εκείνη την περίοδο, τότε δηλαδή που ο ΣΥΡΙΖΑ «έσκιζε» ως αντιπολίτευση, τα εν λόγω φαιδρά πρόσωπα ήταν στελέχη, συμμετείχαν ως υποψήφιοι στις εκλογές, εκλέγονταν (από το 2012 και μετά). Δεν ήταν, όμως, αυτά που έδιναν τον τόνο. Αλλά δεν ήταν και ο τόνος ίδιος. Τότε έβγαιναν μπροστά τα πρωτοκλασάτα στελέχη, τότε σπρώχνονταν ποιος ή ποια θα εξασφαλίσει μερικά λεπτά δημοσιότητας σε κάποια ραδιοφωνική ή τηλεοπτική εκπομπή, ενώ τώρα οι περισσότεροι είναι με το «άσε καλύτερα» στο στόμα.
Να μην ψηφίσουν τα αντιλαϊκά τερατουργήματα στη Βουλή, όμως, ούτε που το διανοούνται. Μέχρι στιγμής, δύο δεν άντεξαν το βάρος και ο μεν ένας (Σακελλαρίδης) έφυγε νωρίς, η δε άλλη (Κατριβάνου) το έκανε μετά την ψήφιση του δεύτερου πολυνομοσχέδιου, καταψηφίζοντας κάποιες διατάξεις του, αφού προηγουμένως σιγουρεύτηκε ότι δεν υπάρχει κίνδυνος να μην περάσει.
Μέχρι και την περίοδο της «σκληρής διαπραγμάτευσης» ουδείς ασχολούνταν με την Καρακώστα, την Αυλωνίτου και τον Μπάρκα. Ο ΣΥΡΙΖΑ είχε συγκεκριμένο πολιτικό λόγο να «πουλήσει». Το αφήγημά του -για να χρησιμοποιήσουμε τη δική τους ορολογία- συνήγειρε κόσμο και κοσμάκη. Κι αυτό το αφήγημα το πλασάριζαν τα πρωτοκλασάτα στελέχη, όπως είπαμε. Δεν άφηναν περιθώριο στους φαιδρούς.
Ακόμα και όταν αποφάσισαν να τελειώσουν το σόου της «σκληρής διαπραγμάτευσης» και να λανσάρουν τη θεωρία του «πραξικοπήματος», πάλι τα πρωτοκλασάτα στελέχη βγήκαν μπροστά για ν' αποκρούσουν την επίθεση των Λαφαζανικών, πουλώντας το παραμύθι της «ανοιχτής συμφωνίας», η οποία θα απαιτήσει πολλούς νέους γύρους «σκληρής διαπραγμάτευσης».
Τώρα τελείωσε και αυτό το παραμύθι. Ο ελληνικός λαός έχει δει τα αποτελέσματα της «σκληρής διαπραγμάτευσης». Αντιλήφθηκε πόσο «ανοιχτό» είναι το τρίτο Μνημόνιο. Μετράει χαράτσια και πλήγματα στο στενό πυρήνα των εργασιακών δικαιωμάτων του, όπως είναι η Κοινωνική Ασφάλιση. Ακόμα και η «στρατηγική ελάφρυνσης του χρέους», που διαφημίστηκε σαν το αντίβαρο του τρίτου Μνημόνιου, εξατμίστηκε σε μια απόφαση του Eurogroup που λέει «θα το ξαναδούμε το 2018». Οσο κι αν προσπαθεί ο ίδιος ο Τσίπρας να ξαναζεστάνει αυτή την ξινισμένη σούπα (δείτε την ομιλία του στο σόου του υπουργικού συμβούλιου το απόγευμα της περασμένης Πέμπτης) κανέναν δεν μπορεί να κοροϊδέψει. Οσο κι αν τα παπαγαλάκια της κυβερνητικής προπαγάνδας μιλούν για «στροφή στην καθημερινότητα του πολίτη», η καθημερινότητα δεν έχει να δείξει παρά χαράτσια, ανεργία, μεροκάματα πείνας, φτώχεια που συνεχώς βαθαίνει.
Γι' αυτό βγαίνουν μπροστά η Καρακώστα, η Βαγενά και η Αυλωνίτου. Είναι σύμπτωμα των καιρών, σύμπτωμα της παρακμής που βιώνει ένα κόμμα εξουσίας που έφτασε εκεί πουλώντας ελπίδα στον ελληνικό λαό. Παρακμή, όμως, δεν σημαίνει και θάνατος. Οσο κυριαρχεί ο κοινοβουλευτικός κρετινισμός, όσο η εργατική τάξη δεν μπορεί να ορθώσει αντιστάσεις, τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ (όπως κάθε αστικό κόμμα εξουσίας) θα ελπίζει ότι μπορεί «να σώσει την παρτίδα», περνώντας για ένα διάστημα στην αντιπολίτευση, που μπορεί να λειτουργήσει σαν κολυμβήθρα του Σιλωάμ.
Μέχρι στιγμής, μόνο το ΠΑΣΟΚ την πάτησε και «εξαερώθηκε» εκλογικά. Κι αυτό, επειδή υπήρχε ο ΣΥΡΙΖΑ που μάζεψε τις διαρροές, με πολιτικό λόγο που δε διέφερε απ' αυτόν του παλιού ΠΑΣΟΚ. Η ΝΔ υπέστη απώλειες, όμως δεν «εξαερώθηκε» και σήμερα προβάλλει ξανά ως δύναμη εξουσίας, έχοντας ένα μεγάλο ατού: ο ΣΥΡΙΖΑ καθαρίζει το δρόμο και προπαντός εμπεδώνει τη λογική «δεν υπάρχει εναλλακτική λύση πέρα από τα Μνημόνια». Αρα, και ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να ελπίζει ότι θα κρατηθεί στη θέση του δεύτερου πόλου. Το συμπέρασμα είναι ότι και μέσα στην πιο βαθιά παρακμή του, το αστικό σύστημα εξουσίας μπορεί και επιβιώνει, όσο δεν αμφισβητείται ως σύνολο.