Η συζήτηση στο πρωινάδικο της τηλεόρασης του ΣΚΑΙ την περασμένη Δευτέρα είχε ανάψει και ο Παπαδημούλης δεν είχε κανένα πρόβλημα να απαντήσει στο ερώτημα που έθεταν μετ’ επιτάσεως οι οικοδεσπότες δημοσιογράφοι και αφορούσε το μετεκλογικό σκηνικό εξουσίας. Βεβαίως ο ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκει την αυτοδυναμία για να σχηματίσει μια ισχυρή κυβέρνηση, όμως ακόμη και αν δεν έχει αυτοδυναμία, κυβέρνηση μετά τις εκλογές θα σχηματιστεί σε κάθε περίπτωση. Με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ και σε συνεργασία με άλλα κόμματα.
Ηταν τόσο σαφής η τοποθέτησή του που την αντιλήφθηκε ακόμη και η συμμετέχουσα στο πάνελ Καϊλή (εκπρόσωπος Τύπου του ΠΑΣΟΚ, παρακαλώ!), η οποία έσπευσε να πει ότι το ΠΑΣΟΚ μπορεί να στηρίξει μια κυβέρνηση με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ, εφόσον ισχύουν αυτά που λέει ο Παπαδημούλης. Οτι δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ εγγυάται την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας.
Είναι γνωστό ότι σε ανύποπτο χρόνο, πολύ πριν προκηρυχτούν εκλογές, ο Θεοδωράκης είχε δηλώσει πως το Ποτάμι θα συνεργαστεί κυβερνητικά με όποιο από τα δυο μεγάλα κόμματα κερδίσει τις εκλογές. Επίσης, η Bank of America – Merrill Lynch, σε ενημερωτικό σημείωμα που έστειλε στους πελάτες της μετά τις περιβόητες συναντήσεις με τους Σταθάκη και Μηλιό στο Λονδίνο, έγραφε πως ο Σταθάκης είπε πως το πιθανότερο είναι ο ΣΥΡΙΖΑ να σχηματίσει κυβέρνηση με το Ποτάμι και το ΠΑΣΟΚ.
Ο πολύπειρος Μάρτιν Σουλτς, εκ νέου πρόεδρος του ευρωκοινοβουλίου και κορυφαίο στέλεχος του SPD και της γερμανικής πολιτικής ηγεσίας, μιλώντας επίσης τη Δευτέρα στην εκπομπή «Ηeute Journal» του δεύτερου καναλιού της κρατικής ZDF, αφού διασκέδασε τις φήμες περί Grexit (πάγια τακτική της γερμανικής πολιτικής ηγεσίας σ’ αυτή την προεκλογική περίοδο) και δήλωσε με έμφαση ότι τις αναταραχές στις αγορές δεν τις έχουν προκαλέσει ποτέ οι δηλώσεις του αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ (κάρφαρος για Σαμαρά), κατέληξε: «Συμβουλεύω να περιμένουμε πρώτα τις εκλογές στις 25 Ιανουαρίου. Ολοι κάνουν σαν να έχει ήδη κερδίσει τις εκλογές ο Αλέξης Τσίπρας. Ακόμη και αν είναι το πρώτο κόμμα, θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να σχηματίσει έναν συνασπισμό. Δεν βλέπω κανέναν εταίρο συνασπισμού, ο οποίος θα στήριζε τις ριζοσπαστικές του θέσεις».
Εχει μείνει μόνο ο Λαφαζάνης να υποστηρίζει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αποκλείεται να συνεργαστεί με τη ΝΔ, το Ποτάμι, το ΠΑΣΟΚ και το κόμμα του Παπανδρέου. Αυτό, βέβαια, δεν το πιστεύει αλλά του το υπαγορεύει ο ρόλος του μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει αυτοδυναμία, θα είναι αναγκασμένος να συνεργαστεί με τα κόμματα της «Κεντροαριστεράς» που θα μπουν στη Βουλή. Δηλαδή, Ποτάμι, ΠΑΣΟΚ και ΚΙΔΗΣΟ, αν υποθέσουμε ότι θα μπουν και τα τρία ή, τέλος πάντων, με όποια μπουν. Να επιδιώξει νέες εκλογές θα είναι μεγάλο ρίσκο, γιατί θα υποστεί πιο σφοδρή καταστροφολογία, αλλά και πιέσεις από το εσωτερικό και το εξωτερικό, ενώ ο μεν Περισσός θα εμμένει στη μη συνεργασία, ο δε Καμμένος (αν υποθέσουμε ότι θα έχει μπει στη Βουλή) δε θεωρείται σοβαρός κυβερνητικός εταίρος.
Η κυβερνητική συνεργασία με τη ΝΔ, δηλαδή ο «μεγάλος συνασπισμός», είναι σ’ αυτή τη φάση ανώριμη. Οχι μόνο επειδή θα έχει προηγηθεί η σκληρή προεκλογική σύγκρουση, με πολλά βρόμικα χτυπήματα (ιδιαίτερα από πλευράς ΝΔ), οπότε μια κυβερνητική συνεργασία θα μπορούσε να γίνει μόνο στο πλαίσιο μιας κυβέρνησης «εθνικής ενότητας», με πρωθυπουργό τρίτο πρόσωπο, για να μην φαίνεται σαν «ανάρμοστη σχέση», αλλά και γιατί πρέπει να υπάρχει αξιόπιστη αντιπολίτευση για να μπορεί να μετατραπεί σε αξιόπιστη κυβερνητική λύση, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ φθαρεί. Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει αξιόπιστη εναλλακτική λύση πέρα από τη ΝΔ, η οποία ενδεχομένως να επιδιώξει μια νέα μετάλλαξη, μετακινούμενη από το δεξιό άκρο, όπου την έχουν σύρει ο Σαμαράς με την ακροδεξιά κλίκα του, προς το κέντρο.
Από μια άποψη, για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι καλύτερα να μην έχει αυτοδυναμία. Μια κυβερνητική συνεργασία με τα πολιτικά μορφώματα της Κεντροαριστεράς προσφέρει το καλύτερο άλλοθι για τις κωλοτούμπες που υπαγορεύει η γραμμή της κοινοτικής νομιμοφροσύνης (βάλτε όση διαπραγμάτευση θέλετε, σημασία έχει η νομιμοφροσύνη που αναφέρεται σε συγκεκριμένο θεσμικό και οικονομικό πλαίσιο). Αυτό ακριβώς υπονόησε ο Σουλτς όταν είπε πως ο ΣΥΡΙΖΑ θα αναγκαστεί να σχηματίσει κυβέρνηση συνασπισμού και δεν υπάρχει υποψήφιος εταίρος που θα συμφωνήσει σ’ αυτά που εμφανίζονται σαν ριζοσπαστικές θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ.
Η ιστορία θα επαναληφθεί όπως το 2012, όταν η ΔΗΜΑΡ προσέφερε το αριστερό άλλοθι που χρειάζονταν οι Σαμαράς-Βενιζέλος για τη φρέσκια κυβέρνησή τους. Προεκλογικά, βέβαια, ο ΣΥΡΙΖΑ θα «σηκώνει» ως στόχο την αυτοδυναμία (κάθε αστικό κόμμα εξουσίας το ίδιο θα έκανε), όμως αν δεν την κατακτήσει θα είναι «η καλύτερή του». Στη νέα Βουλή, δε, θα υπάρξει σίγουρα πίεση να νομοθετηθεί γρήγορα ένα εκλογικό σύστημα χωρίς το μπόνους των 50 εδρών στο πρώτο κόμμα, στην οποία ο ΣΥΡΙΖΑ δε θα μπορέσει να προβάλει εύκολη αντίσταση.