Τι είναι αυτό που διακυβεύεται στις νέες διαπραγματεύσεις για το «Μακεδονικό»; Ενα σημαντικό «εθνικό θέμα» ή οι εκλογικοί συσχετισμοί ανάμεσα στα αστικά κοινοβουλευτικά κόμματα; Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι διακυβεύεται το δεύτερο. Την ώρα που γίνεται ένα άγριο εθνικιστικό παιχνίδι, με θύμα τον ελληνικό λαό, που τον μπουκώνουν με τα γνωστά εθνικιστικά, αντιιστορικά, αντιεπιστημονικά ψεύδη, η διαμάχη των αστικών κομμάτων δεν αφορά την ουσία του ζητήματος (επί της οποίας στην πραγματικότητα όλοι συμφωνούν), αλλά το ποιος θα βγάλει πολιτική υπεραξία σε βάρος του άλλου.
Αυτό το βρόμικο blame game, συνηθισμένο στην αστική πολιτική, δείχνει παραστατικά πώς αντιμετωπίζουν τον ελληνικό λαό: σαν ένα κοπάδι από άλογα όντα, τα οποία το κάθε αστικό κόμμα -ακόμα και διάφοροι περιθωριακοί παράγοντες της φασιστικής, εθνικιστικής, ρατσιστικής Ακροδεξιάς- μπορεί να σέρνει από τη μύτη, με τα μυαλά φουσκωμένα από ψέματα και με έναν αντεστραμμένο πατριωτισμό, που δεν έχει καμιά σχέση με τα δικά του συμφέροντα, με τα συμφέροντα του τόπου του και με τα δίκαια των γειτονικών λαών, με τους οποίους πρέπει να ζήσει σε συνθήκες ειρήνης και αλληλεγγύης.
Δείτε πως εξελίχθηκαν τα πράγματα στο τελευταίο δεκαήμερο. Ενώ είναι γνωστό πως η διαπραγμάτευση έχει φουντώσει, ο Τσίπρας δεν κάνει καμιά κίνηση ενημέρωσης των άλλων πολιτικών αρχηγών. Δεν αναθέτει καν στον Κοτζιά να ενημερώσει εκπροσώπους τους, ακόμα και υπό συνθήκες μυστικότητας. Πηγαίνει στο Νταβός, συναντιέται με τον Ζάεφ, κάνουν ανακοινώσεις που δείχνουν ότι προσπαθούν να οικοδομήσουν ένα κλίμα εμπιστοσύνης, κι ενώ έχει φανεί καθαρά ότι εκείνος που προσπαθεί να υποδαυλίσει τον ακραίο, επιθετικό εθνικισμό είναι ο συγκυβερνήτης του Καμμένος (η ΝΔ προσπάθησε αρχικά να κρατήσει αποστάσεις), αυτός συναντιέται μόνο με τον Ιερώνυμο, εξακολουθώντας να αγνοεί τα υπόλοιπα αστικά κόμματα.
Οταν αποφασίζει να καλέσει τους πολιτικούς αρχηγούς, είναι φανερό ότι το κάνει καθαρά προσχηματικά. Το βλέμμα του δεν είναι στραμμένο στο εξωτερικό, αναζητώντας ένα αστικό μέτωπο απέναντι στη Δημοκρατία της Μακεδονίας, αλλά στο εσωτερικό, αναζητώντας τρόπο για να αποφύγει το πρόβλημα που εξ αντικειμένου του δημιουργεί ο κυβερνητικός του εταίρος και να το μετατρέψει σε πρόβλημα της ΝΔ. Εχει ήδη δημιουργηθεί ένα καθαρά εχθρικό κλίμα μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ, οπότε η συνάντηση με τον Μητσοτάκη είναι εξαρχής υπονομευμένη.
Αμέσως μετά τη συνάντησή τους, ο Μητσοτάκης έκανε δήλωση με την οποία επιτέθηκε κατά μέτωπο στην κυβέρνηση. Δεν περιορίστηκε μόνο στην επισήμανση ότι η ενημέρωση έγινε με μεγάλη καθυστέρηση και ότι η κυβέρνηση «προσήλθε στη διαπραγμάτευση χωρίς καν να έχει εξασφαλίσει τη στήριξη του κυβερνητικού εταίρου», αλλά επιτέθηκε και επί της ουσίας: «Η Κυβέρνηση προβαίνει ήδη σε παραχωρήσεις χωρίς να λάβει συγκεκριμένα και μη αναστρέψιμα ανταλλάγματα για τη χώρα μας. Η πολύ σοβαρή παράλειψη του κ. Τσίπρα να θέσει ρητά και δημόσια το ζήτημα αλλαγής του Συντάγματος της γειτονικής χώρας ως αναγκαία προϋπόθεση για να υπάρξει οποιαδήποτε διαπραγμάτευση, εξασθένησε την εθνική γραμμή. Ο κατακερματισμός της λύσης σε επιμέρους θέματα, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός γιατί υπονομεύει ευθέως τα συμφέροντα της Ελλάδος». Και κατέληξε: «Ο κ. Τσίπρας επέλεξε να πορευθεί σε αυτόν τον δρόμο μόνος του. Ας μην ψάχνει τώρα για άλλοθι, ούτε για συνενόχους».
Λίγες ώρες αργότερα και αφού είχε ολοκληρώσει τον κύκλο των συναντήσεών του, ο Τσίπρας έκανε διάγγελμα και αφιέρωσε μεγάλο μέρος του σε καταγγελίες κατά του Μητσοτάκη. Ενώ για τους άλλους πολιτικούς αρχηγούς είπε ότι είχαν «μια ειλικρινή και υπεύθυνη συζήτηση που θα μπορούσε να οδηγήσει σε πολιτικές συγκλίσεις και ευρύτερη συναίνεση, εφόσον καταλήξουμε σε συμφωνία», για τον Μητσοτάκη είπε ότι «η στάση του είναι δείγμα της αναξιοπιστίας, αλλά και της αδυναμίας του να πει με σθένος την πολιτική του θέση. Αμφιταλαντεύεται διαρκώς, αλλάζει θέσεις και απόψεις ανάλογα με τις εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις, αλλά και με τις πιέσεις που του ασκεί ένα ακραίο τμήμα του κόμματός του».
Ακολούθησε απάντηση της ΝΔ στο διάγγελμα Τσίπρα, ανταπάντηση του Μαξίμου και μετά τη σκυτάλη πήραν τα βίντεο και τα «χαρτιά». Βίντεο του Μαξίμου για το τι έλεγαν παλιά ο Κ. Μητσοτάκης και η Ντόρα για τη «σύνθετη ονομασία», νέο βίντεο με τον Μπουμπούκο να κατηγορεί (ως βουλευτής του ΛΑΟΣ) τον Καραμανλή και τη Ντόρα για «προδοσία», βίντεο από τον Μπουμπούκο με ομιλία του Τσίπρα κριτική για το Ισραήλ (προφανώς δε βρήκε κάτι καλύτερο και επέλεξε αυτόν τον τρόπο για να πει ότι «όλοι κάνουμε κωλοτούμπες»).
Στελέχη των δύο κομμάτων διασταυρώνουν έκτοτε καθημερινά τα ξίφη τους στα ραδιοφωνικά και τηλεοπτικά στούντιο. Στο μεταξύ, η ΝΔ «αγκάλιασε» το εθνικιστικό συλλαλητήριο της Αθήνας, ενώ τα παπαγαλάκια του Μαξίμου την κατηγορούν ότι προσπαθεί να το μετατρέψει σε αντικυβερνητική διαδήλωση (ΕφΣυν, 1-2-18: «Στην Πειραιώς ονειρεύονται νέο κίνημα των αγανακτισμένων μέσω του Μακεδονικού»).
Πάνω στην τούρλα του συλλαλητήριου, όμως, βγήκαν προς τα έξω οι δυο γραμμές που υπάρχουν στη ΝΔ. «Κι εγώ θα ήθελα να ήμουν η Σίντι Κρόφορντ, ειλικρινά…», απάντησε η Ντόρα στον Μπουμπούκο που έλεγε ότι δεν πρέπει να υπάρχει η λέξη «Μακεδονία» στο όνομα της γειτονικής χώρας. «Φοβάμαι ότι θα υποχρεωθούμε να αποδεχτούμε τον όρο “Μακεδονία“», δήλωσε ο Κύρτσος. Θα γίνει ψηφοφορία στην κοινοβουλευτική ομάδα, εγώ θα είμαι με τη θέση του 1992 (όχι η λέξη «Μακεδονία»), μάλλον όμως θα κερδίσει η θέση του 2008 (σύνθετη ονομασία), είπε ο Ν. Κακλαμάνης, ο μόνος που μίλησε ανοιχτά για δυο γραμμές στη ΝΔ.
Οι Τσιπραίοι θα κάνουν σημαία τους αυτή τη διαφορά, όμως η ΝΔ έχει την πολυτέλεια της αντιπολίτευσης, η οποία θα τους ενώσει όλους στο τέλος γύρω από τη «γραμμή του 2008», αν υπάρξει συμφωνία από την κυβέρνηση. Το μέγα πρόβλημα το έχει ο Τσίπρας με τα τσαλίμια του Καμμένου, που βρήκε μια ανέλπιστη ευκαιρία που του δίνει ελπίδες να σώσει την παρτίδα και στις επόμενες εκλογές. Παρά τα όσα λέει, δε θα διστάσει να ρίξει την κυβέρνηση, αν κρίνει ότι μ' αυτόν τον τρόπο μπορεί να βγει ο ίδιος στον αφρό.