Χτες το πρωί, ο ακροδεξιός τηλεπλασιέ-υπουργός Ανάπτυξης πήρε μέρος σε συνέδριο του Economist με θέμα «EU recovery and resilience fund for Greece». Τα πρώτα λόγια που είπε, όπως ο ίδιος τα διένειμε με Δελτίο Τύπου νωρίς το απόγευμα, ήταν τα εξής:
«Μόλις τελείωσα από μία τηλεδιάσκεψη με μία επιτροπή γιατρών για να δούμε πώς μπορούμε να ανοίξουμε την αγορά κατά τη διάρκεια των εορτών και πώς μπορούμε να βρούμε έναν τρόπο να κινήσουμε πάλι το εμπόριο στην Ελλάδα, ακόμα και στο πλαίσιο του δεύτερου κύματος της πανδημίας και των περιορισμών μετακίνησης».
Πληροφορίες για τη σύνθεση της «επιτροπής γιατρών» δεν έδωσε, όμως ο καημός του κατέστη σαφής: «πώς μπορούμε να ανοίξουμε την αγορά κατά τη διάρκεια των εορτών».
Ελάχιστες ώρες αργότερα, την «ώρα κοροναϊού», εμφανίστηκε σε μια αιφνιδιαστική συνέντευξη Τύπου ο υπουργός Υγείας Κικίλιας. Αφού έδωσε τα στοιχεία της ημέρας για την πορεία της CoviD-19, μιμούμενος την Παπαευαγγέλου, δήλωσε ότι «συνομίλησε με τον καθηγητή Τσιόδρα λίγο νωρίτερα» κι αμέσως πήρε το πιο δραματικό ύφος που μπορούσε να πάρει (λίγο ακόμα και θα δάκρυζε) και… ξέσπασε:
«Και τίθεται πλέον ευθέως το ερώτημα: με αυτά τα ημερήσια κρούσματα, με αυτή την πίεση στο Εθνικό Σύστημα Υγείας, εάν προτεραιοποιούμε ως κοινωνία το μήνυμα των Χριστουγέννων, που είναι αλληλεγγύη, αγάπη, αλληλοστήριξη, σεβασμό στους πιο ηλικιωμένους, προστασία για τις ευπαθείς ομάδες, εκτίμηση και σεβασμό στην προσπάθεια γιατρών και υγειονομικών του Εθνικού Συστήματος Υγείας και όλου του κρατικού μηχανισμού, ή υπερτερεί η ατομική αίσθηση της αντίληψής μας για τα πράγματα; Είμαστε μία κοινωνία αλληλεγγύης; Είμαστε εμείς οι Ελληνες με μεγάλη καρδιά και μεγάλη ψυχή σε ό,τι έχει να κάνει με τους ανθρώπους που χάνονται καθημερινά; 95 σήμερα. Εχουμε συναίσθηση του ότι έχουμε 578 διασωληνωμένους στα Νοσοκομεία μας; Εάν είναι τα Νοσοκομεία μας γεμάτα και οι ΜΕΘ επίσης, μπορεί να συνυπολογίσει κανείς εάν πράγματι, όπως λένε οι επιστήμονές μας, θα υπάρξει τρίτο κύμα; Η κινητικότητα, δυστυχώς, έχει επιδείξει μικρή αυξητική τάση παρά το lockdown. Εάν υποθέσουμε ότι προχωράμε σε μία περαιτέρω χαλάρωση στις επόμενες ημέρες, εάν οι επιδημιολογικοί δείκτες δεν πέσουν, δεν μειωθούν οι νοσηλευόμενοι στα Νοσοκομεία μας, το ερώτημα το οποίο τίθεται, ένα ερώτημα απλό και σκληρό όμως, είναι πού νοσηλεύει κανείς τους συμπολίτες του, είναι πώς μπορεί να βρει κάποιος ένα κρεβάτι εντατικής θεραπείας, εάν και εφόσον ξανααυξηθούν τα κρούσματα, και μάλιστα ραγδαία, μετά από μία χαλάρωση;».
Ο ένας υπουργός δηλώνει ότι στύβει το κεφάλι του για να βρει πώς θα ξανανοίξει η αγορά και ο άλλος υπουργός λέει, σε ελεύθερη απόδοση: «Τόσο γαϊδούρια είστε, που σκέφτεστε μόνο τα ψώνια και πώς θα περάσετε καλά τα Χριστούγεννα και όχι τους ανθρώπους σας που πεθαίνουν;».
Είχε και συνέχεια: ξεχάστε ότι θα κάνετε Χριστούγεννα και Πρωτοχρονιά οικογενειακά, ότι θα αγκαλιάζεστε ελεύθερα παππούδες, γονείς και παιδιά, είπε ο Κικίλιας. «Μιλάω για τους παππούδες και τις γιαγιάδες, ξέρετε, γιατί πλησιάζουν οι γιορτές και γιατί η εικόνα που είναι φυσιολογική στη μέση ελληνική οικογένεια, του να αγκαλιάζει ένα παιδί τους γονείς και οι γονείς τους παππούδες και να ανταλλάσσουν δώρα, ενώ είναι ό,τι πιο γλυκό, ό,τι πιο ανθρώπινο και ό,τι πιο φυσιολογικό μπορεί να υπάρχει στον κόσμο, δεν μπορεί να γίνει σε αυτές τις γιορτές. Είναι ο πιο εύκολος τρόπος δυστυχώς να υπάρχει μετάδοση εντός της οικίας μας. Ηθελα να παρακαλέσω και να το πω με όλη τη δύναμη της φωνής μου, ότι είναι διαφορετικά αυτά τα Χριστούγεννα, ότι μακάρι να υπάρχει η πρόβλεψη να πάμε λίγο παρακάτω, αν θέλετε, ακόμα και της ανταλλαγής των δώρων που θα κάνουμε μεταξύ μας. Λίγες μέρες παρακάτω. (…) Υπομονή, έμεινε λίγος χρόνος από εδώ και πέρα. Και όπως θα έλεγε και ο κύριος Τσιόδρας, το θέμα δεν είναι να αγκαλιάσει ο παππούς και η γιαγιά το εγγόνι, το θέμα είναι να αγκαλιάσει με ασφάλεια ο παππούς και η γιαγιά το εγγόνι τους».
Εδώ δεν «άδειασε» τον τηλεπλασιέ-υπουργό Ανάπτυξης, αλλά τον ίδιο τον πρωθυπουργό. Γιατί ήταν ο Μητσοτάκης που ανακοίνωσε ότι τα Χριστούγεννα θα είναι μεν στριμόκωλα, όμως θα μπορούν να βρεθούν παρέα δύο οικογένειες, φτάνει να μην ξεπερνούν τα εννιά άτομα. Το είπε στον Σρόιτερ, μόλις δυο μέρες πριν από τη συνέντευξη Κικίλια: «Και όπως είπα και στη συζήτησή μας, θα είναι διαφορετικά τα Χριστούγεννα αυτά, με τις οικογένειές μας. Οπως έχω πει: μέχρι 9 άτομα. Μία οικογένεια ακόμα. Διαλέξτε μία οικογένεια, με λίγα μέλη, να κάνετε παρέα». Από τις δυο οικογένειες και τα εννιά άτομα, πήγαμε στο «απαγορεύονται οι αγκαλιές και εντός οικογένειας».
Εκτελούσε ο Κικίλιας εντολή Μητσοτάκη, να βγει και να «μαζέψει» τις προσδοκίες που η ίδια η κυβέρνηση είχε καλλιεργήσει τις προηγούμενες μέρες; Εσπευσε με δική του πρωτοβουλία να πάρει τη δόξα του «υπεύθυνου» υπουργού, έχοντας στο μεταξύ πληροφορηθεί τι εισηγήθηκε ο Τσιόδρας στον Μητσοτάκη; Ο,τι κι αν ισχύει (πρέπει να) μας είναι αδιάφορο.
Δεν είναι η πρώτη φορά που η κυβέρνηση Μητσοτάκη βγαίνει και «μαζεύει» υποσχέσεις που η ίδια έδωσε. Ποιος ξεχνάει τι συνέβαινε μια βδομάδα προτού ανακοινωθεί το «λοκντάουν»; Ανακοίνωναν μέτρα και αναγκάζονταν να τα αντικαταστήσουν με άλλα προτού καν εφαρμοστούν. Μέχρι και τα γήπεδα αποφάσισαν ν’ ανοίξουν και βγήκαν και το πήραν πίσω.
Από τότε που ανακοίνωσαν το «λοκντάουν» καλλιεργούσαν συνεχώς προσδοκίες ότι θα είναι σύντομο. Τρεις βδομάδες είπαν στην αρχή, μετά τις έκαναν τέσσερις, μετά πέντε και τώρα προσανατολίζονται για περισσότερες, με άνοιγμα μόνο των κομμωτηρίων, άντε και των βιβλιοπωλείων, και καθιέρωση του λεγόμενου click away για τα εμπορικά μαγαζιά.
Δε γνωρίζουμε σε ποιο βαθμό είχαν αυταπάτες, ότι οι λεγόμενοι «σκληροί δείκτες» (θάνατοι και διασωληνωμένοι) θα υποχωρούσαν σε ένα μήνα, ξέρουμε όμως πολύ καλά πως όταν άρχισαν οι εκατόμβες των νεκρών, μοναδικό τους μέλημα ήταν να καταστήσουν κύριο θέμα συζήτησης το «πότε θ’ ανοίξουμε;» και όχι το πόσο σφιχτό πρέπει να είναι το λοκντάουν, ώστε να υπάρξει πραγματική μείωση της διασποράς του ιού, που από τον Σεπτέμβρη είχε αρχίσει να γίνεται ανεξέλεγκτη (απόδειξη το τεράστιο ποσοστό των ορφανών κρουσμάτων, που προσπαθούσαν να τα κρύψουν, και η εφιαλτική αύξηση των ενεργών κρουσμάτων, που τα έκρυβαν, λέγοντας ψέματα).
Αυτό το λοκντάουν που εφάρμοσαν είναι «μισό». Ολη η καπιταλιστική μηχανή, εκτός από το λιανεμπόριο και κάποιες υπηρεσίες, δουλεύει κανονικά. Της Παπαευαγγέλου της ξέφυγε μια μέρα (4 Δεκέμβρη) και είπε:
«Μία πιθανή εξήγηση του συνεχιζόμενου δεύτερου κύματος, είναι ότι λόγω της μεγάλης διασποράς στην κοινότητα υπάρχει ένα συνεχές, ας το πούμε, πινγκ-πονγκ μεταξύ των εργασιακών χώρων και της ενδοοικογενειακής διασποράς. Δηλαδή, εκεί που πάει να ηρεμήσει μία περιοχή, ξεσπά μία συρροή κρουσμάτων σε ένα εργασιακό περιβάλλον, σε μία κλειστή δομή, που λειτουργεί σαν μία πηγή υπερμετάδοσης και έχει σαν αποτέλεσμα την διασπορά μέσα στα σπίτια όλων αυτών των ανθρώπων, στις οικογένειές τους. Δυστυχώς, ο ιός έχει αποδείξει ότι είναι πολύ πιο πονηρός από εμάς και παραμονεύει κάθε στιγμή χαλάρωσης ή αφηρημάδας μας».
Το εργασιακό περιβάλλον, λοιπόν, ως πηγή υπερμετάδοσης. Και η κατεύθυνση της μετάδοσης, από τη δουλειά στο σπίτι, όχι αντίστροφα. Χωρίς να λογαριάσουμε τα μέσα μαζικής μεταφοράς και τα σχολεία, που αποτελούν ιερές αγελάδες για την κυβέρνηση και τους «ενσωματωμένους επιστήμονες» και δεν τα αγγίζουν (αν τα αγγίξουν, θα αποκαλυφθεί η εγκληματική συμπεριφορά τους). Ανυποψίαστοι άνθρωποι αναγκάζονται να συνωστιστούν στη δουλειά, γιατί πρέπει να ζήσουν, και το μεροκάματο ή ο μισθός είναι το μόνο μέσο που διαθέτουν. Γιατί αν αρνηθούν, θα βρεθούν χωρίς δουλειά. Κολλάνε τον ιό ο ένας με τον άλλο και τον μεταφέρουν στις οικογένειές τους, δημιουργώντας νέα διάδοση.
Οχι, δεν είναι πονηρός ο ιός, ούτε παραμονεύει σε σκοτεινές γωνίες. Ο ιός διαθέτει τη δύναμη της φύσης. Και ο άνθρωπος αδυνατεί να τον δαμάσει, όχι γιατί δεν υπάρχει τρόπος, αλλά γιατί τον κρατούν σε πλήρη αδυναμία τα καπιταλιστικά δεσμά. Η αχαλίνωτη δίψα για κέρδος, που αρνείται πεισματικά τη μοναδική βιώσιμη λύση: ένα πραγματικά καθολικό λοκντάουν, με πλήρη μισθολογική και ασφαλιστική κάλυψη των εργατών και των υπόλοιπων εργαζόμενων.