Λίγο πριν τη συνταξιοδότησή του ο Γ. Σανιδάς ξεπληρώνει στην κυβέρνηση Καραμανλή (και στον ίδιο τον Καραμανλή που είναι προσωπικά εμπλεκόμενος) την υποχρέωση από την εκλογή του στο αξίωμα του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Αυτό δεν είναι καθόλου πρωτότυπο. Είναι πάγια τακτική των ελληνικών αστικών κυβερνήσεων να διορίζουν πιστούς τους στην κορυφή του δικαστικού συστήματος, για να μπορούν να ελέγχουν το χώρο. Ετσι λειτουργεί το «καθ’ ημάς» πολιτικό σύστημα, όσο κι αν είναι πολλοί αυτοί που προσπαθούν να μας πείσουν ότι η Δικαιοσύνη είναι (ή πρέπει να είναι) ανεξάρτητη και να λειτουργεί ως ασπίδα προστασίας του απλού πολίτη από τις αυθαιρεσίες της εξουσίας. Η Δικαιοσύνη είναι ταξικός θεσμός και γι’ αυτό δεν είναι (και δεν θα μπορούσε να είναι) ανεξάρτητη. Ακόμα κι αν διατηρούσε κάποια μορφή ανεξαρτησίας από το πολιτικό σύστημα, θα ήταν απολύτως εξαρτημένη από τα συμφέροντα της τάξης που υπηρετεί ως κρατικός θεσμός.
Δεν είναι τυχαίο που ο Σανιδάς γίνεται αποσυνάγωγος τώρα, επειδή παρεμβαίνει πραξικοπηματικά και χονδροειδέστατα στο πολιτικό παιχνίδι, ενώ ελάχιστα βλήθηκε όταν εξέδιδε αντεργατικές εγκυκλίους (πολύ πρόσφατα χαρακτήρισε «εγκληματικές πράξεις» τις κινητοποιήσεις εργαζόμενων). Οι τελευταίες το πολύ να περνούσαν σε κάποιο μονόστηλο του αστικού τύπου, ενώ τώρα ο Σανιδάς είναι πρωτοσέλιδο επί σειρά ημερών. Είναι κι αυτό μια απόδειξη για την απάτη της «ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης».
Οφείλουμε, βέβαια, να πούμε ότι ο Σανιδάς ξεπέρασε όλους τους προκατόχους του . Αυτό που έκανε αποτελεί τον ορισμό του δικαστικού πραξικοπήματος. Δεν θυμόμαστε άλλον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου να έχει φτάσει σε τέτοιο σημείο. Ολοι έβρισκαν κάτι για να σώσουν μερικά προσχήματα. Αυτός, μη έχοντας που να στηριχτεί, σε πλήρη διάσταση με τους υφισταμένους του, ενήργησε σαν ο τελευταίος κλητήρας της Ρηγίλλης. Πρέπει ακόμα να του αναγνωρίσουμε συνέπεια από την αρχή μέχρι το τέλος. Συνέπεια χουντικού τύπου: εγώ αποφασίζω και όλοι οι υπόλοιποι (εισαγγελείς, δικαστικά συνδικαλιστικά όργανα, συνταγματολόγοι, νομικός κόσμος, πολιτικό σύστημα πλην κυβέρνησης) να πάτε να πνιγείτε.
Οταν ξέσπασε το σκάνδαλο του Βατοπεδίου, πριν ακόμα γίνουν οι απαραίτητες ανακριτικές πράξεις (έστω για τα μάτια, βρε αδερφέ) και μιλήσουν οι αρμόδιοι εισαγγελείς, ο Σανιδάς είχε αποφανθεί δίνοντας τη γραμμή: δεν υπάρχουν ποινικές ευθύνες πολιτικών προσώπων, οι υπουργοί και υφυπουργοί παραπλανήθηκαν από υπηρεσιακούς παράγοντες. Οι δυο πρώτοι εισαγγελείς που πραγματοποίησαν την προκαταρκτική εξέταση αναγκάστηκαν να παραιτηθούν, γιατί οι ίδιοι «σκόνταψαν» σε πολιτικά πρόσωπα και με βάση το σύνταγμα και το νόμο έπρεπε να στείλουν τη δικογραφία «αμελλητί» στη Βουλή. Ο Σανιδάς, σε συνεργασία με τον Καρούτσο (που είναι ο μόνος αρμόδιος να στείλει τη δικογραφία στη Βουλή), την επέστρεψαν με το πρόσχημα ότι έπρεπε να γίνουν κάποιες πρόσθετες ανακριτικές πράξεις.
Λίγες μέρες αργότερα, όταν ο Καραμανλής αποφάσισε να κλείσει την κοινοβουλευτική διαδικασία, μετά το σάλο που προκάλεσε η παραίτηση των δύο εισαγγελέων, ο προθυμότατος Σανιδάς έστειλε στη Βουλή αντίγραφα της διαδικασίας για… ενημέρωση! Ετσι, η κυβέρνηση έστησε την περιβόητη Εξεταστική Επιτροπή, που λειτούργησε παράλληλα με το ανακριτικό έργο της Εισαγγελίας Εφετών και απάλλαξε τους υπουργούς της, αποχωρώντας δυο φορές από την ψηφοφορία για τη σύσταση προανακριτικής επιτροπής, που προκάλεσε η αντιπολίτευση.
Οι δυο νέοι εισαγγελείς που ορίστηκαν στη θέση των παραιτηθέντων ολοκλήρωσαν τις ανακριτικές πράξεις που ζήτησε το δίδυμο Σανιδά-Καρούτσου. Κάλεσαν όλους τους εμπλεκόμενους υπηρεσιακούς παράγοντες να καταθέσουν με την ιδιότητα του υπόπτου. Και τότε τα πράγματα έγιναν πιο καθαρά. Αρκετοί απ’ αυτούς, όπως οι επικεφαλής της ΚΕΔ και η περιβόητη προϊσταμένη της Διεύθυνσης Πολιτικής Γης του υπουργείου Γεωργίας Στ. Μαντέλη, κατέθεσαν ότι εκτελούσαν εντολές υπουργών και υφυπουργών. Η τελευταία, μάλιστα, κατέθεσε σωρεία εγγράφων που τεκμηριώνουν τον ισχυρισμό της. Καθαρόαιμη δεξιά η ίδια, πρωταγωνίστησε στη διεκπεραίωση του σκανδάλου, ενήργησε ως βασιλικότερη του βασιλέως, όταν όμως αισθάνθηκε ότι οι εντολείς της την πετούν βορά στα σκυλιά, πανικοβλήθηκε και άρχισε να «ξερνάει».
Οι εισαγγελείς, λοιπόν, δεν είχαν άλλη επιλογή από το να διαβιβάσουν τη δικογραφία στη Βουλή, αφού η εμπλοκή πολιτικών προσώπων είχε πλέον καταστεί πιο φανερή. Ο πονηρός Καρούτσος, ξέροντας τι θα ακολουθήσει, φρόντισε να διαρρεύσει στους δημοσιογράφους ότι ο ίδιος είχε την άποψη ότι η δικογραφία έπρεπε να σταλεί στη Βουλή και ότι μάλιστα καυγάδισε με τον Σανιδά. Οταν, όμως, ο τελευταίος επέστρεψε τη δικογραφία επικαλούμενος την εγκύκλιο Λινού, τον κάλυψε πλήρως, δηλώνοντας ότι αυτό είναι δικαίωμά του. Ετσι, έβγαλε την ουρά του έξω και άφησε τον Σανιδά να πάρει όλη την ευθύνη.
Ο τελευταίος συνόδευσε την επιστροφή της δικογραφίας με εντολή να ασκηθούν διώξεις στα μη πολιτικά πρόσωπα, επιστρατεύοντας ένα χονδροειδέστατο ψεύδος: «Ουδείς μάρτυρας και ουδείς από τους εξετασθέντες ως υπόπτους κατέθεσε ότι ενήργησε, όπως ενήργησε, κατόπιν πιέσεως, εντολής, οδηγίας ή οποιασδήποτε μορφής παρεμβάσεως οποιουδήποτε Υπουργού ή Υφυπουργού». Το αντίθετο έχουν καταθέσει ευάριθμοι από τους εξετασθέντες ως υπόπτους. Οταν ο Λινός τον άδειασε και του επιτέθηκαν όχι μόνο τα κόμματα της αντιπολίτευσης, αλλά και το σύνολο των συνταγματολόγων, ο πρόεδρος της Ενωσης Εισαγγελέων Ελλάδος, ακόμα και ο δεξιός πρόεδρος του ΔΣΑ Δ. Παξινός, γύρισε την πλάκα και μπήκε ακόμα πιο βαθιά στην ουσία, χωρίς να έχει δικαίωμα: «Ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου θα παρεβίαζε τη συνείδησή του και τον νόμο (θα διέπραττε το έγκλημα της καταχρήσεως εξουσίας ή κατά περίπτωση της παραβάσεως καθήκοντος) εάν έστελνε τα στοιχεία στη Βουλή, από τα οποία, μολονότι ουδέν προέκυπτε, θα άφηνε να εννοηθεί ότι υπήρχε θέμα ποινικής ευθύνης υπουργών, έχοντας έτσι υποκύψει στις πάσης φύσεως πιέσεις είτε πολιτικών κομμάτων είτε μερίδας ΜΜΕ. Αυτό όμως θα ήταν το ολιγότερο κολακευτικό για την εισαγγελέα του. Αυτά δε ανεξαρτήτως του ότι ενεργώντας έτσι θα παρενέβαινε ανεπιτρέπτως στη λειτουργία των άλλων δύο εξουσιών και εν τέλει στα πολιτικά πράγματα της χώρας»!
Ο Σανιδάς δεν έχει πολιτικές φιλοδοξίες (κι αν είχε, αυτές πλέον εξέλιπαν) και ενήργησε με το φανατισμό του πιστού δεξιού που ξεπληρώνει υποχρεώσεις. Ο Καραμανλής, όμως, πώς θα τη σηκώσει πολιτικά αυτή την ιστορία; Θα πείτε πως ο βρεγμένος τη βροχή δεν τη φοβάται και πως το παρελθόν έχει δείξει πως οι ψηφοφόροι ξεχνούν. Τόσα σκάνδαλα έγιναν επί ΠΑΣΟΚ και το κόμμα αυτό ετοιμάζεται να ξανακαβαλήσει το άλογο της εξουσίας. Το ίδιο μπορεί να κάνει και η ΝΔ, αφού εξαγνιστεί για ένα διάστημα στην αντιπολίτευση. Ακόμα και με τον Καραμανλή αρχηγό.