Οσο κρατούσε η «σκληρή διαπραγμάτευση» στις Βρυξέλλες, ΝΔ και ΠΑΣΟΚ είχαν διαφορετική γραμμή. Η ΝΔ πότε κατήγγελνε την κυβέρνηση ότι οδηγεί τη χώρα σε απομόνωση και πότε έλεγε ότι πάει με κωλοτούμπα. Η παλινδρόμηση σ’ αυτό το δίπολο καθιστούσε εντελώς αδύναμη την αντιπολιτευτική τακτική της ΝΔ. Κυριολεκτικά κανείς δεν έδινε σημασία στις ανακοινώσεις της Συγγρού και στις δηλώσεις αυτού του ταλαίπωρου του Καραγκούνη που ακόμη δεν έχει ξεπεράσει το τρακ του πρωτάρη. Ηταν και τα εσωκομματικά προβλήματα, η ανοιχτή αμφισβήτηση του Σαμαρά από όλες τις άλλες γαλάζιες φυλές, που απασχολούσαν περισσότερο την επικαιρότητα από τις αντιπολιτευτικές τοποθετήσεις του σαμαρικού επιτελείου. Aλλωστε, η κυβέρνηση έπλεε σε πελάγη ευτυχίας, καθώς το σόου της «σκληρής διαπραγμάτευσης» της έδινε πόντους στον ελληνικό λαό, στους κόλπους του οποίου η ΝΔ είχε ήδη χάσει την έξωθεν καλή μαρτυρία (ακόμη και ψηφοφόροι της ΝΔ εμφανίζονταν να στηρίζουν τη «διαπραγματευτική τακτική» της κυβέρνησης).
Ο Βενιζέλος δεν ακολούθησε τον Σαμαρά στο δρόμο της κινδυνολογίας, αλλά έμεινε σταθερός στη γραμμή «πάτε για κωλοτούμπα». Και έβγαζε το άχτι του με κάτι μακρόσυρτες ανακοινώσεις (απ’ αυτές που τις γράφει ο ίδιος), στις οποίες προσπαθούσε να αποδείξει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ακολουθεί τη γραμμή του ΠΑΣΟΚ. Ποιος μπορούσε, όμως, να δώσει την παραμικρή προσοχή στα όσα έλεγε ο Βενιζέλος, που είναι ένα από τα πιο αποκρουστικά και μισητά πρόσωπα στην ελληνική αστική πολιτική;
Μόλις υπογράφτηκε η συμφωνία στο Eurogroup και ειδικά μόλις δημοσιοποιήθηκε η «λίστα Βαρουφάκη», Σαμαράς και Βενιζέλος ενώθηκαν ξανά «εις σάρκαν μίαν» και άρχισαν να εκστρατεύουν κατά της κυβέρνησης. Οι ειρωνικές καταγγελίες για κωλοτούμπα κράτησαν μόνο μια μέρα. Είτε με προσυνεννόηση είτε χωρίς, ΝΔ και ΠΑΣΟΚ άρχισαν πλέον να καταγγέλλουν την κυβέρνηση όχι μόνο ότι προεκλογικά έλεγε ψέματα στον ελληνικό λαό, αλλά και ότι έφερε τη χώρα πίσω, διότι η δική τους συγκυβέρνηση ήταν έτοιμη να βγάλει τη χώρα από το Μνημόνιο και να τη βάλει στην «προληπτική γραμμή πίστωσης», ενώ την είχε ήδη βάλει στο δρόμο της ανάπτυξης, ενώ η συμφωνία της σημερινής κυβέρνησης, αποτέλεσμα κακής διαπραγματευτικής τακτικής, όπως λένε, όχι μόνο παρέτεινε για τέσσερις ακόμη μήνες το Μνημόνιο, αλλά οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε ένα τρίτο Μνημόνιο μετά το τέλος του τετραμήνου.
Το ότι η κυβέρνηση οδηγείται με μαθηματική ακρίβεια στο Μνημόνιο-3 είναι το μόνο βέβαιο. Οχι όμως να καταγγέλλουν αυτή την προοπτική όσοι την προετοίμασαν. Αφού ήταν έτοιμοι να βγάλουν τη χώρα από τα Μνημόνια, γιατί δεν το έκαναν; Πόσοι έχουν ξεχάσει το φιάσκο του περασμένου φθινόπωρου, όταν διακήρυσσαν το τέλος του Μνημονίου και την αποδέσμευση από το υπόλοιπο του δανείου του ΔΝΤ, για να τρέχουν σε λιγότερο από ένα μήνα να παρακαλούν για νέο δανεισμό.
Τα ίδια με τη σημερινή κυβέρνηση θα υπέγραφαν με τους δανειστές κι αυτό το γνωρίζει ολόκληρος ο ελληνικός λαός. Ετσι όμως παίζεται το παιχνίδι της αστικής πολιτικής. «Εμείς κριθήκαμε στις εκλογές» λένε, αντιμετωπίζοντας τις εκλογές σαν κολυμβήθρα του Σιλωάμ. Και σπεύδουν να κάνουν σπέκουλα, αντιλαμβανόμενοι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ περνάει πολιτικά ζόρια και θα περάσει χειρότερα στο άμεσο μέλλον.
Ο ΣΥΡΙΖΑ στην αρχή προσπάθησε να μη μπει σε καμιά συζήτηση επί της ουσίας. Στις κατηγορίες της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ απαντούσε με διάφορες παραλλαγές του «δεν δικαιούστε για να ομιλείτε», αντιγράφοντας την τακτική του παλιού ΠΑΣΟΚ απέναντι στον Μητσοτάκη. Από τον Σακελλαρίδη μέχρι τον Παπαδημούλη όλα τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ ακολουθούσαν αυτή τη γραμμή. Να μην συζητούν επί της ουσίας με τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, αλλά να επιστρατεύουν ειρωνείες και αναφορές στο πρόσφατο εκλογικό αποτέλεσμα. Μετά τη δημοσιοποίηση της «λίστας Βαρουφάκη», όμως, το Μαξίμου χρειάστηκε να γράψει ένα μακροσκελέστατο non paper για ν’ απαντήσει στις κατηγορίες ότι η «λίστα Βαρουφάκη» ταυτίζεται με το «mail Χαρδούβελη». Αυτό ήταν σημάδι ότι η κυβέρνηση έχασε την επικοινωνιακή παντοδυναμία και πλέον είναι αναγκασμένη να αμύνεται, μπαίνοντας σε επί της ουσίας συζήτηση με τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ.
Στελέχη όπως ο Παπαδημούλης άρχισαν ήδη να κάνουν λόγο και για ανάγκη να συγκροτηθεί εθνική ομάδα διαπραγμάτευσης που θα συνδράμει την κυβέρνηση! Γιατί όμως έκαναν τη σοβαρότερη διαπραγμάτευση μόνοι τους, χωρίς να ενημερώνουν ούτε την ίδια την κυβέρνηση, όπως υποστηρίζουν ακόμη και υπουργοί (Λαφαζάνης); Τι τους χρειάζονται τώρα τους «μνημονιακούς», αν όχι για να τους βυσματώσουν και να τους κόψουν τη δυνατότητα για πολιτική σπέκουλα;