Από πάνω είναι οι πολλοί. Οι αγανακτισμένοι, με τις μούτζες, τα λέιζερ και τα «γηπεδικού τύπου» συνθήματα: Γιωργάκη, μαλάκα, δεν ήρθαμε για πλάκα. Κλέφτες, κλέφτες, κλέφτες. Και α, και ου, γαμώ το ΔουΝουΤού. Ε-ε-ε, ο-ο-ο, πάρτε το μνημόνιο και φύγετ’ από δω. Και τώρα ένα σύνθημα που όλους μας ενώνει, Γιωργάκη πήδα απ’ το μπαλκόνι. Πουλάτε, πουλάτε, γαμήσι που θα φάτε. Κουφάλες, κουφάλες, έρχονται κρεμάλες. Με το έτσι, με το θέλω, την Ελλάδα μας την κάνατε μπουρδέλο. Γιωργάκης και Σία εσχάτη προδοσία. Αντε γαμή-, άντε γαμήσου Πάγκαλε. Οσο νυχτώνει η πούτσα μεγαλώνει, η υπομονή του Ελληνα αρχίζει και τελειώνει. Δεν θα πληρώ-, δεν θα πληρώσουμε ποτέ. Ακης, Ακης, Ακης, τον παίρνει ο Γιωργάκης. Ψωμί, παιδεία, ελευθερία, η χούντα δεν τελείωσε το ’73. Αλήτες, ρουφιάνοι, δημοσιογράφοι. Ενα μπουρδέλο είσαστε. Μια νύχτα μαγική, σαν την Αργεντινή, θα δούμε ελικόπτερο και στη Βουλή.
Από κάτω, στο πλακόστρωτο, είναι οι λίγοι. Λίγοι κι εκλεκτοί. Αυτοί δεν φωνάζουν «γηπεδικά» συνθήματα, όπως οι από πάνω. Αυτοί κάνουν συνελεύσεις. Ομνύουν στην άμεση δημοκρατία. Εμφανίζονται όλοι σαν… εξωκομματικοί, αλλά είναι όλοι κομματικότατοι. Στελέχη του ΣΥΝ/ ΣΥΡΙΖΑ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ κάνουν όλο το κουμάντο. Από τη μικροφωνική μέχρι τα θέματα προς συζήτηση, μέχρι και την κλήρωση εκείνων που θα μιλήσουν για ενάμιση λεπτό. Οι οποίοι –όλως συμπτωματικά– σε ποσοστό πάνω από 80% είναι… γνωστοί.
Ανάμεσα στους πάνω και στους κάτω δεν υπάρχει καμιά επαφή. Μόνο κάποιοι από πάνω κατεβαίνουν και παρακολουθούν τη συνέλευση, χωρίς να πολυενδιαφέρονται να πάρουν το λόγο. Οσο για τους κάτω, χρειάστηκαν μια βδομάδα «λαϊκών συνελεύσεων» για ν’ αποφασίσουν πως πρέπει να έρθουν σε επαφή με τους πάνω. Τι είδους επαφή; Να τους μοιράζουν τις αποφάσεις που παίρνουν οι συνελεύσεις. Αυτοί που ορκίζονται στην άμεση δημοκρατία και καμώνονται πως είναι ανεξάρτητοι και πως «συνδιαμορφώνουν» με όλους, έχουν στήσει ένα δύσκαμπτο γραφειοκρατικό όργανο, σε μια προσπάθεια να σπεκουλάρουν πολιτικά μ’ ένα φαινόμενο που ούτε το δημιούργησαν ούτε μπορούν να το ελέγξουν.
Τι θα ήταν οι κάτω χωρίς τους πάνω; Απολύτως τίποτα. Το κοινωνικό και πολιτικό αυτό γεγονός υπάρχει γιατί εξέφρασε την αγανάκτηση ενός κόσμου που δεν μπορούσε πια να κάθεται στο σπίτι του. Οι εκκλήσεις μέσω Ιντερνετ έπιασαν τόπο γιατί υπήρχε αυτή η διάθεση και γιατί –ας προσεχτεί αυτό– στην αρχή είχαν μεγάλη υποστήριξη από μιντιακά συγκροτήματα, που δεν τα υπολόγισαν και τόσο καλά. Υπολόγισαν λάθος, όμως. Πίστεψαν ότι θα είναι ένα πυροτέχνημα μιας, το πολύ δύο ημερών, το οποίο θα το χειραγωγήσουν απόλυτα, στέλνοντας μετά τον κόσμο στα σπίτια του. Και δεν τους βγήκε. Ο κόσμος έμεινε εκεί, οι εκδηλώσεις αποδοκιμασίας πήραν αντι-βουλευτικό χαρακτήρα και όσο ο κόσμος μένει εκεί αποτελεί έναν εν δυνάμει κίνδυνο.
Ο χαρακτήρας που πήρε από την αρχή αυτή η κινητοποίηση έβαλε τη σφραγίδα του και στη λειτουργία των κάτω, οι οποίοι ναι μεν διαχωρίζονται από τους πάνω, όμως υποκλίνονται στο «όχι κόμματα, όχι πολιτικές γραμμές» που διακηρύχτηκε από τα αρχικά καλέσματα. Υποκλίνονται με τον πιο αισχρό τρόπο, σε μια προσπάθεια να σπεκουλάρουν και να κερδίσουν εκλογική πελατεία. Γι’ αυτό και όλο το γλείψιμο, κυρίως από τον ΣΥΝ και τον ΣΥΡΙΖΑ. Λες και αυτή η εκδήλωση δεν είναι πολιτική εκδήλωση, λες και οι πολιτικές γραμμές είναι ένα είδος χολέρας και πρέπει να μείνουν μακριά για να μην κολλήσουν οι διαδηλωτές. Εφτασαν στο σημείο να προπηλακίσει η περιφρούρησή τους πολιτική οργάνωση επειδή πήγε στο χώρο να μοιράσει προκηρύξεις, όπως έχει κάθε δικαίωμα.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η κινητοποίηση αυτή, η κινητοποίηση δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων στην Αθήνα και ακόμη περισσότερων στην υπόλοιπη Ελλάδα, είναι ένα γνήσιο κοινωνικό φαινόμενο. Ενα φαινόμενο που ξεπηδά μέσα από την πολιτική και κοινωνική κρίση των ημερών. Δεν θα περίμενε κανείς από μια τέτοια κινητοποίηση να διατυπώσει ένα –στοιχειώδες έστω– πρόγραμμα διεκδικήσεων. Εντούτοις, το αντιμνημονιακό περιεχόμενο είναι σαφέστατο και προφανές. Ο κόσμος διαμαρτύρεται ενάντια σ’ αυτά που του έχουν κάνει τη ζωή μαύρη και στα χειρότερα που έρχονται. Αυτό το πολιτικό αίτημα, όμως, δεν υπονομεύεται από τα πρωτόλεια συνθήματα, που ενοχλούν τον καθωσπρεπισμό κάποιων, αλλά από τις αυταπάτες. Από την αυταπάτη ότι δημιουργείται ένα καινούργιο κίνημα, που θα ξεπεράσει όλες τις προηγούμενες μορφές οργάνωσης. Από την αυταπάτη ότι αρκεί η ειρηνική, μη βίαιη παρουσία σε κάποιες πλατείες, για να επιβάλλει ο κόσμος τη θέλησή του. Από την άγνοια για τα αίτια της κρίσης, για το περιεχόμενο του Μνημόνιου, για τις κοινωνικές δυνάμεις που συνασπίζονται γύρω του.
Ο κόσμος δεν καταλαβαίνει πως δεν φταίει η συνδικαλιστική οργάνωση γενικά, αλλά η αστικοποίηση του ρεφορμιστικού συνδικαλισμού. Οτι δεν φταίει η πολιτική οργάνωση γενικά, αλλά η πολύχρωμη αστική πολιτική οργάνωση, που έχει διαμορφώσει ένα σύστημα μέσα στο οποίο εγκλωβίζει τις λαϊκές μάζες. Οτι η κρίση δεν οφείλεται σε κάποιους κλέφτες, αλλά στην ίδια τη λειτουργία του καπιταλιστικού συστήματος. Οτι το κοινοβουλευτικό σύστημα δεν είναι παρά ταπεινός υπηρέτης της κεφαλαιοκρατίας, η οποία δεν πρέπει να μένει στο απυρόβλητο, χρησιμοποιώντας τους πολιτικούς της ως ασπίδα.
Δεν είναι εύκολο όλ’ αυτά να εξηγηθούν μέσα σ’ ένα παλλόμενο πλήθος, που σφυρίζει, μουτζώνει, αποδοκιμάζει και μάλλον δεν έχει όρεξη –σ’ αυτή τη φάση– ν’ ακούσει. Αυτός ο στείρος (και περιορισμένος ως προς τις εκδηλώσεις του) ακτιβισμός είναι το θετικό στοιχείο των ημερών (η παρουσία του κόσμου στους δρόμους), αλλά ταυτόχρονα περικλείει το σπέρμα της ήττας και της απογοήτευσης. Πίστεψαν στις πρώτες απεργίες και δεν βγήκε τίποτα. Πιστεύουν τώρα στη μαζική παρουσία στις πλατείες, στις μούτζες και τα συνθήματα, που και πάλι δεν θα βγάλουν τίποτα. Αν δεν υπάρξει αγωνιστική εξέλιξη τώρα, θα δημιουργηθεί ένα ιδιαίτερα αρνητικό φορτίο απογοήτευσης, που μπορεί να οδηγήσει –άγνωστο πόσο– σε παράλυση.
Γι’ αυτό και πρέπει να ειπωθούν αλήθειες, αντί για υπόκλιση στις πιο οπισθοδρομικές πλευρές αυτού του κινήματος. Πρέπει να γίνουν σαφείς οι αυταπάτες και οι εξ αυτών κίνδυνοι, ακόμα και σε κείνους που δεν θέλουν ν’ ακούσουν. Γιατί η ζωή θα δικαιώσει όποιον λέει την αλήθεια και όχι εκείνους που ψαρεύουν στα θολά νερά, που γλείφουν σαν σαλίγκαροι και αλλάζουν χρώματα σαν χαμαιλέοντες. Αλίμονο αν εξοβελίσουμε την πολιτική παρέμβαση και τη διαπάλη των ιδεών ή αν την διαλύσουμε μέσα σ’ έναν ακαθόριστο χυλό δήθεν άμεσης δημοκρατίας.
Πάνω απ’ όλα, όμως, πρέπει να τοποθετηθεί η μεγάλη αλήθεια, ότι οι εργάτες, οι εργαζόμενοι, οι νέοι θα γίνονται αθύρματα στα χέρια των αστικών κομμάτων, στα χέρια των μιντιοκρατών, στα χέρια διάφορων διανοούμενων της συμφοράς, αν δεν αποκτήσουν τη δική τους ανεξάρτητη πολιτική έκφραση. Τέρμα τα αστικά συνδικάτα, τέρμα τα αστικά κόμματα, τέρμα τα κόμματα της αστικής ψευτοαριστεράς, τέρμα οι αυταπάτες, εμπρός για την ταξική πολιτική οργάνωση των εργατών.








