Ενώ στην Ελλάδα η πολιτική ζωή κινείται μεταξύ μιας νέας εκστρατείας εκβιασμών σε βάρος των εργαζόμενων και των πολιτικών ελιγμών των κομμάτων, με επίκεντρο το χρόνο των εκλογών και την παράταση ή μη της ζωής της κυβέρνησης Παπαδήμου, στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες συνεχίζεται με αμείωτη ένταση ο ανταγωνισμός για τις προοπτικές και το μέλλον της ΕΕ και της Ευρωζώνης.
Μέρκελ και Σαρκοζί συναντήθηκαν για μια φορά ακόμη μόνοι τους, χωρίς να διστάσουν να διακηρύξουν ότι η συνάντησή τους αφορούσε την προετοιμασία της συνόδου κορυφής της 30ής Γενάρη (ήδη συζητείται πλέον η αναβολή της για μερικές μέρες ή και εβδομάδες). Σφήνα στον γερμανογαλλικό άξονα προσπαθεί να μπει η Ιταλία, που ως ιμπεριαλιστική δύναμη θέλει να ανακτήσει τη θέση της στην ευρωπαϊκή στρατηγική. Μια μέρα πριν πάει στο Βερολίνο για να συναντηθεί με τη Μέρκελ (ακο- λούθως πήγε στο Παρίσι για συνάντηση με τον Σαρκοζί), ο Μόντι έριξε μερικές προειδοποιητικές βολές, σε συνέντευξή του στη Welt. Η καλή συνεργασία του γερμανογαλλικού άξονα, είπε, είναι απαραίτητη για το μέλλον της ΕΕ, όμως «η Ευρώπη πρέπει να έχει περισσότερα κέντρα και ένα απ’ αυτά είναι η Ιταλία».
Διαβουλεύσεις διαδοχικά με τους Μέρκελ και Σαρκοζί είχε και η Λαγκάρντ, η οποία μετέφερε νέες προτάσεις του ΔΝΤ, κεντρική θέση στις οποίες κατέχει η εκπόνηση ενός «σχεδίου Β» για το ελληνικό χρέος, το οποίο το ΔΝΤ εκτιμά ότι δεν θα καταστεί διαχειρίσιμο ούτε μετά το «κούρεμα» του 50%.
Είναι προφανές, ότι όλες οι αποφάσεις παίρνονται αλλού. Η ελληνική κυβέρνηση ούτε για διαβούλευση δεν καλείται πλέον, όπως συνέβαινε μέχρι τα μέσα του 2011. Η μεγαλύτερη χάρη που κάνουν στον Παπαδήμο είναι ν’ ανακοινώσουν ότι συνομιλούν τηλεφωνικά μαζί του, όπως δήλωσε η Μέρκελ. Αλλωστε, υπάλληλός τους είναι και έχει συνηθίσει να τον αντιμετωπίζουν έτσι. Οσο για τους αρχηγούς των κομμάτων της συγκυβέρνησης, κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν «τι παίζει», για ευνόητους λόγους.
Μέρκελ, Σαρκοζί, Λαγκάρντ,μολονότι είναι προφανές ότι ανάμεσά τους εξακολουθεί να μαίνεται ο ανταγωνισμός, που εκφράζει τον ανταγωνισμό ισχυρών μερίδων του χρηματιστικού κεφάλαιου, δεν παρέλειψαν και πάλι να απευθύνουν προειδοποιήσεις προς τον ελληνικό λαό, για την αποδοχή όλων των σκληρών μέτρων που έχουν αποφασιστεί κι αυτών που θ’ αποφασιστούν στο μέλλον.