Με τη συμπεριφορά του και το βράδυ των εκλογών, αλλά περισσότερο την επομένη, όταν αρνήθηκε να τηρήσει το εθιμοτυπικό αστικό-κοινοβουλευτικό πρωτόκολλο δεκαετιών, που επιβάλλει ο απερχόμενος πρωθυπουργός να υποδέχεται το διάδοχό του και να του παραδίδει το μέγαρο Μαξίμου, ο Σαμαράς επέδειξε γαϊδουριά. Για να λέμε τα πράγματα με τ’ όνομά τους, συμπεριφέρθηκε όπως αυτοί που ο ελληνικός λαός αποκαλεί σκατόψυχους. Δεν άντεχε να παραδώσει στον Τσίπρα και έδειξε το χαρακτήρα του. Οταν, δε, κατάλαβαν κι αυτός και το επιτελείο του ότι αυτή η ενέργεια προκάλεσε αλγεινή εντύπωση στο σύνολο του αστικού κόσμου (και μέσα στη ΝΔ), προσπάθησαν με ένα κάρο ψέματα να φορτώσουν την ευθύνη στον Τσίπρα και τον Παππά. Και δεν τους πίστεψε κανένας, όπως φάνηκε όχι μόνο από τα δημοσιογραφικά σχόλια, αλλά και από τις τοποθετήσεις όσων στελεχών της ΝΔ δέχτηκαν να μιλήσουν: δεν βρέθηκε ούτε ένας να επαναλάβει τις ψευδολογίες που κατ’ εντολή Σαμαρά είχε πλασάρει η Σπυράκη.
Ομως, πέρα από τη γαϊδουριά, η συμπεριφορά του Σαμαρά χαρακτηρίζεται και από το σύνδρομο του σκαντζόχοιρου. Δε θέλει με τίποτα να εγκαταλείψει την ηγεσία της ΝΔ, πιστεύει ότι μπορεί να επανέλθει, όπως πιστεύει ότι η ΝΔ πρέπει να συνεχίσει στην ίδια ακροδεξιά ρότα, όπως ακριβώς διαμορφώθηκε κατά την προεκλογική περίοδο. Η δήλωση που έκανε στο Ζάππειο το βράδυ της Κυριακής ήταν χαρακτηριστική απ’ αυτή την άποψη. Ηταν μια δήλωση που δεν απευθυνόταν στον ελληνικό λαό, αλλά στο εσωτερικό της ΝΔ. Ο Σαμαράς διεμήνυσε στους εσωκομματικούς του αντιπάλους ότι δεν σκοπεύει να παραιτηθεί από την αρχηγία της ΝΔ. Μέχρι και κλάκα φρόντισαν να του φτιάξουν οι δικοί του, όμως ήταν κι αυτή άθλια όπως ολόκληρη η προεκλογική εκστρατεία της ΝΔ. Το θέαμα πέντε-έξι κλακαδόρων που φώναζαν «Ελλάς-Ελλάς-Αντώνης Σαμαράς» προκάλεσε γενική θυμηδία στα τηλεοπτικά πάνελ, ενώ μπορούμε να φανταστούμε πώς αντιμετωπίστηκε από τις συντροφιές που παρακολουθούσαν την εξέλιξη των ειδήσεων από την τηλεόραση. Ο Σαμαράς δεν ανέλαβε καμιά ευθύνη για τη συντριπτική ήττα, τόνισε με νόημα ότι η ΝΔ έχασε μόνο δυο μονάδες και επανέλαβε δυο φορές ότι έχει ήσυχη τη συνείδησή του, ενώ δεν παρέλειψε ν’ αφήσει υπαινιγμούς για τη μακροημέρευση της νέας κυβέρνησης, πλασάροντας έμμεσα τη θεωρία της «αριστερής παρένθεσης».
Υπάρχει μια παράδοση στον αστικό κόσμο, που λέει ότι πρωθυπουργός που χάνει την εξουσία ή αρχηγός κόμματος που χάνει εκλογές παραιτείται. Λίγοι έχουν ξεφύγει απ’ αυτή την παράδοση. Ο Καραμανλής το 2000, αλλά είχε τη στήριξη όλων των βαρόνων της ΝΔ και ουδείς τον αμφισβητούσε. Ο Γιωργάκης το 2007, αλλά αμφισβητήθηκε ευθέως από τον Βενιζέλο, τον οποίο συνέτριψε σε νέες εκλογές για την προεδρία του ΠΑΣΟΚ. Ο Σαμαράς θέλει να γίνει ο τρίτος, κραδαίνοντας ως επιχείρημα τη μικρή απώλεια της ΝΔ σε ψήφους και ποσοστό. Τις 8,5 μονάδες διαφορά από τον ΣΥΡΙΖΑ κάνει πως δεν τις βλέπει.
Η αμφισβήτηση του Σαμαρά ήρθε από τις τελευταίες μέρες της προεκλογικής περιόδου. Ο Μεϊμαράκης, με το ειδικό βάρος που έχει στη ΝΔ, είπε στα ίσια: «Πληρώνουμε και το τίμημα μιας κακής επικοινωνιακής στρατηγικής». Ο Αντώναρος, στενός συνεργάτης του Καραμανλή, έσπευσε να συγχαρεί τον Μεϊμαράκη, δηλώνοντας ότι «δεν είναι τυχαίο ότι τον αποκαλούν συνείδηση της παράταξης». Και λίγο αργότερα, ξέσπασε κατά της «στρατηγικής του φόβου που επέλεξε να εφαρμόσει στον προεκλογικό αγώνα η ηγετική ομάδα της Νέας Δημοκρατίας». Πόσο πιο καθαρά να τα πουν; Μπηχτές πέταγε συνέχεια και το μητσοτακικό στρατόπεδο, με Ντόρα, Κυριάκο και Κωστή Χατζηδάκη.
Και βέβαια, του Σαμαρά δε θα του την πέσουν μόνο για την προεκλογική περίοδο, με τα ακροδεξιά κρεσέντο και τη στρατηγική του φόβου, που διευκόλυναν τον ΣΥΡΙΖΑ να μη χάσει τους «νοικοκυραίους» και τους «μεσαιοχωρίτες». Θα του την πέσουν και για το ναυάγιο της τακτικής που εγκαινίασε στη ΔΕΘ, αλλά και για την πλήρη αποτυχία του να εξασφαλίσει τους 180 βουλευτές για την προεδρική εκλογή, τακτική που οδήγησε τη ΝΔ να συρθεί σε εκλογές, χωρίς να μπορεί να εκμεταλλευτεί ούτε στο ελάχιστο την αρνητική ψήφο κομμάτων και ανεξαρτητοποιηθέντων βουλευτών στην προεδρική εκλογή. Ολα τα σχεδίασε μόνος του, με τους δυο-τρεις κολλητούς του στο Μαξίμου, οπότε έχει και την αποκλειστική ευθύνη.
Ο Σαμαράς φυσικά και ξέρει ότι θα του την πέσουν. Ξέρει, επίσης ότι, από τη στιγμή που δεν του την έπεσαν αμέσως, έχει κάποιο χρόνο στη διάθεσή του, τον οποίο πρέπει να αξιοποιήσει για να μπορέσει να ελέγξει το κόμμα. Να κάνει κινήσεις εκτόνωσης της εσωκομματικής έντασης, να μοιράσει πόστα σε ανθρώπους που ανήκουν στα αντίπαλα στρατόπεδα και να ανακοινώσει ότι κάποια στιγμή θα κάνει και συνέδριο της ΝΔ. Είναι σίγουρο ότι οι κινήσεις γίνονται στο παρασκήνιο (γι’ αυτό ο Σαμαράς δεν κάθησε ούτε μέρα στο σπίτι του, αλλά έσπευσε να εγκατασταθεί στη Συγγρού), ενώ από την πλευρά των διαφωνούντων ακόμη δεν έχει διαφανεί κάποια συγκροτημένη αντίδραση.