Μια ακόμη επεισοδιακή συνεδρίαση, με αποκλειστική ευθύνη του προέδρου του δικαστηρίου Χ. Βρυνιώτη και του εισαγγελέα Ι. Λιακόπουλου. Φούσκωναν, φώναζαν, κοκκίνιζαν, πετάγονταν οι φλέβες τους, γιατί και οι μπάτσοι αυτόπτες μάρτυρες και ο πρώην υφυπουργός Π. Χηνοφώτης, που κατέθεσαν σ’ αυτή τη συνεδρίαση, έκαναν διάτρητο το κατηγορητήριο. Γεγονός που δεν είναι ευχάριστο για πρόεδρο και εισαγγελέα, δεδομένου ότι έχουν αφήσει να εννοηθεί, εμμέσως πλην σαφώς, ότι θέλουν να επικυρωθεί το κατηγορητήριο ως έχει και να καταδικαστούν τα τέσσερα μέλη της Συνωμοσίας Πυρήνων της Φωτιάς.
Πρώτος, μετά από αίτημα των συνηγόρων υπεράσπισης, που δέχτηκε το δικαστήριο, κατέθεσε ο πρώην υφυπουργός Εσωτερικών Π. Χηνοφώτης, αρμόδιος για θέματα δημόσιας τάξης στη δεύτερη κυβέρνηση Καραμανλή. Δεν προσήλθε, όμως, να καταθέσει ο δεύτερος μάρτυρας Δ. Χωριανόπουλος, στέλεχος της κακόφημης Αντιτρομοκρατικής, μολονότι κλήθηκε από το δικαστήριο, μετά από αίτημα της πλευράς των κατηγορούμενων.
Ο Π. Χηνοφώτης ρωτήθηκε αρχικά από τον πρόεδρο και τον εισαγγελέα, που με τις ερωτήσεις τους επέμεναν να πάρουν την απάντηση ότι από την έκρηξη υπήρξε κίνδυνος για ανθρώπους που θα έμπαιναν ή θα διέρχονταν ή θα ανέβαιναν στην οροφή των αποθηκών στις οποίες τοποθετήθηκε ο εκρηκτικός μηχανισμός. Δεν γνωρίζουμε για ποιους λόγους το έκανε, πάντως ο πρώην υφυπουργός των μπάτσων και πρώην στρατοκράτης δεν τους έκανε ο χατήρι. Απάντησε σαφέστατα, ότι δεν υπήρξε κίνδυνος για ανθρώπους, πρώτον γιατί οι άνθρωποι που θα έμπαιναν στις αποθήκες δεν κινδύνευαν, γιατί η βόμβα μπήκε στην οροφή μιας από τις αποθήκες, ήταν ήπιας έντασης και τους προστάτευε η οροφή της αποθήκης. Δεύτερον, γιατί κανένας δεν μπορούσε ν’ ανέβει στην οροφή, γιατί δεν υπήρχε σκάλα δίπλα στις αποθήκες. Τρίτον, γιατί οι αποθήκες είχαν ύψος δύο μέτρα και έτσι το ωστικό κύμα που πάει οριζόντια δεν μπορούσε να βρει ανθρώπους που είναι κάτω από τα δύο μέτρα. Ακόμη, απαντώντας σε σχετική ερώτηση του διδύμου που πασχίζει να διασώσει το κατηγορητήριο, ο Π. Χηνοφώτης απάντησε ότι δεν προκλήθηκαν καταστροφές, αλλά απλά μαύρισε ο τοίχος της πολυκατοικίας δίπλα από την οροφή της αποθήκης, γιατί απλούστατα η βόμβα ήταν ήπιας έντασης.
Ο πρόεδρος προβοκάριζε τους τέσσερις κατηγορούμενους λέγοντας στο μάρτυρα ότι δήθεν αυτοί ανέλαβαν την ευθύνη για τις εκρήξεις, ενώ γνωρίζει πολύ καλά ότι αυτοί με δήλωσή τους ανέλαβαν μόνο την ευθύνη για τη συμμετοχή τους στη ΣΠΦ. Αλλο η ανάληψη πολιτικής ευθύνης και άλλο η ανάληψη της ποινικής ευθύνης. Πρόεδρος και εισαγγελέας πιάστηκαν αδιάβαστοι στο ζήτημα της ανάληψης της πολιτικής ευθύνης, γιατί δεν μπορεί να μη γνωρίζουν ότι όλοι οι αστοί πολιτικοί που χρημάτισαν υπουργοί ή πρωθυπουργοί, όταν παραπέμπονται με το νόμο περί ευθύνης υπουργών, διαμαρτύρονται για την παραπομπή τους, θυμίζοντας στους αντιπάλους τους ότι πλήρωσαν στις εκλογές που έγιναν και ζητώντας να μην ποινικοποιείται η πολιτική ζωή!
Στη συνέχεια, ο Π. Χηνοφώτης ρωτήθηκε για αρκετή ώρα από την υπεράσπιση. Στις απαντήσεις του εμφανίστηκε ως μη έχων τον πρώτο ρόλο στα ζητήματα «τρομοκρατίας» (όπως είπε, τον είχε ο υπουργός Π. Παυλόπουλος) και αναρωτιόταν γιατί η ΣΠΦ τον επέλεξε ως στόχο, όταν είχε παραιτηθεί πριν μισό χρόνο. Παραδέχτηκε, όμως, εμμέσως πλην σαφώς, ότι η ΣΠΦ είχε πολιτικά κίνητρα.
Ο εισαγγελέας, που έχει αναθέσει στον εαυτό του το ρόλο εκείνου που προσπαθεί να κλείσει τις τρύπες που δημιουργούνται στο κατηγορητήριο από τις απαντήσεις των μαρτύρων κατηγορίας, έσπευσε να ρωτήσει τον Π. Χηνοφώτη αν έπρεπε να φυλάγεται από ένα ψυχοπαθή! Φυσικά, ο μάρτυρας έσπευσε να απαντήσει καταφατικά, αφού δε χρειάζεται να έχει κανείς πολύ μυαλό για να καταλάβει το νόημα της ερώτησης του εισαγγελέα.
Ερωτήσειςστον Π. Χηνοφώτη υπέβαλε και ο Χ. Τσάκαλος. Ενώ αυτός αναρωτιόταν γιατί έγινε στόχος της ΣΠΦ, γρήγορα, μετά από τις πράγματι πολύ εύστοχες ερωτήσεις του Χ. Τσάκαλου, παραδέχτηκε ότι παραιτήθηκε για λόγους «ευθιξίας», μετά τη δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου. Με την απάντησή του παραδέχτηκε στην ουσία, ότι γνώριζε για ποιο λόγο έγινε στόχος της ΣΠΦ. Τέλος, ενοχλήθηκε πολύ από τις επισημάνσεις του Χ. Τσάκαλου, ότι ορκίστηκε σημαιοφόρος το 1971, επί χούντας, που υπενθύμιζαν το παρελθόν του. Προκειμένου να απαλλαγεί από ό,τι συμβολίζει αυτό το παρελθόν, ο Π. Χηνοφώτης θύμισε το περιβόητο φιλοβασιλικό κίνημα του Ναυτικού, με επικεφαλής τον κυβερνήτη του «Βέλους» Ν. Παππά.
Στη συνέχεια, εξετάστηκαν ως μάρτυρες μπάτσοι από τη Θεσσαλονίκη για την έκρηξη στο υπουργείο Μακεδονίας-Θράκης. Κλήθηκαν δέκα, από τους οποίους μόνο οι δύο ήταν αυτόπτες μάρτυρες, ενώ οι έξι ήταν αδειούχοι και ό,τι κατέθεταν το είχαν μάθει από τις εφημερίδες και την τηλεόραση!
Μολονότι είχαν γίνει
δύο προειδοποιητικά τηλεφωνήματα (γεγονός που παραδέχτηκε και η μάρτυρας-μπατσίνα του τηλεφωνικού κέντρου της Αμεσης Δράσης, που έλαβε το δεύτερο τηλεφώνημα), πρόεδρος και εισαγγελέας ρωτούσαν επίμονα τους έξι αδειούχους μπάτσους αν θεωρητικά κινδύνευαν οι συνάδελφοί τους που έκαναν εξωτερική περιπολία στο υπουργείο! Αντίθετα με τους έξι ψευδομάρτυρες αδειούχους μπάτσους, οι δύο ειδικοί φρουροί,
που ήταν βάρδια το βράδυ εκείνο, δεν έκαναν το χατήρι στον πρόεδρο και στον εισαγγελέα να πουν ότι
θεωρητικά κινδύνευαν από την έκρηξη. Ο μεν πρώτος δήλωσε ότι δεν γνωρίζει αν υπήρχε κίνδυνος για ανθρώπους, ο δε δεύτερος απάντησε
αρνητικά, γιατί
το ωστικό κύμα το κάλυψε το ΚΑΦΑΟ!
Οι συνήγοροι υπέβαλαν αίτημα να κληθεί ως μάρτυρας ο πρώην υπουργός Σ. Καλαφάτης, ο εισαγγελέας πρότεινε την απόρριψή του και το δικαστήριο επιφυλάχτηκε.
Στο κλείσιμο της συνεδρίασης προκλήθηκε πάλι ένταση μετά την απόφαση του προέδρου να ορίσει επόμενη συνεδρίαση για την Τετάρτη 28 Μάρτη και την επιμονή του σ’ αυτό, μολονότι οι κατηγορούμενοι τον ενημέρωσαν ότι η Τετάρτη είναι μέρα επισκεπτήριου και ότι η φρουρά δεν τους επιτρέπει την επικοινωνία με τους συγγενείς τους κατά τη διακοπή της δίκης. Τελικά αναγκάστηκαν να ορίσουν την επόμενη συνεδρίαση για τη Δευτέρα, 2 Απρίλη.