Λένε πως η καλή μέρα φαίνεται από το πρωί και η πρόεδρος του δικαστήριου φρόντισε να επιβεβαιώσει την παροιμία. Κατέστησε σαφές πως θα κάνει ό,τι περνάει από το χέρι της για να προστατεύσει την Κυριακίδου από τις ερωτήσεις της υπεράσπισης.
Η υστερία κυριάρχησε στην αίθουσα από τα πρώτα λεπτά της διαδικασίας.
Η Μαρίνα Δαλιάνη, συνήγορος υπεράσπισης του Χ. Τσιγαρίδα, ρωτάει την Κυριακίδου ποια αποδεικτικά στοιχεία προσκόμισε στον ανακριτή για να τον πείσει ότι αποχώρησε από τον ΕΛΑ το 1990. «Εχω απαντήσει», απαντά η Κυριακίδου, όπως την έχουν δασκαλέψει.
Η συνήγορος επιμένει και η Κυριακίδου απαντά, ότι αποχώρησε από τον ΕΛΑ όταν ξενοίκιασε το σπίτι στην Πολέμωνος 13 και διατήρησε επαφή μέχρι το 1990 δίνοντας κάποια οικονομική ενίσχυση. Η ίδια, όμως, όλες τις προηγούμενες μέρες κατέθεσε κατ’ επανάληψη ότι συναντιόταν με τη «Μυρτώ» μέχρι το 1993 και μάλιστα έδινε και περιγραφές αυτών των συναντήσεων (στην καφετέρια «Σόνια», έδωσε τρεις φορές από ένα πεντοχίλιαρο κ.λπ.).
Η πρόεδρος κάνει πως δεν καταλαβαίνει. Ο Σ. Καμπάνης επανέρχεται στο ίδιο θέμα, ζητώντας από την Κυριακίδου να του πει όχι πώς αξιολόγησαν ο ανακριτής και το συμβούλιο την κατάθεσή της, αλλά τι στοιχεία κατέθεσε η ίδια. Πληροφορίες ζητάει ο άνθρωπος, όχι κρίσεις.
Η Κυριακίδου απαντά θρασύτατα: «Δεν απαντώ, είναι δικαίωμά μου».
Τότε, την απάντηση αναλαμβάνει να δώσει η πρόεδρος: «Εδωσε δυο καταθέσεις και απ’ αυτές έκρινε ο ανακριτής και το Συμβούλιο».
Ο συνήγορος εξανίσταται, επαναφέρει την ερώτηση και η πρόεδρος την απαγορεύει. «Πώς έγινε η κατάθεσή σας στον κ. Διώτη», είναι η επόμενη ερώτηση.
«Μην απαντάτε», παρεμβαίνει η πρόεδρος.
Ο Σ. Καμπάνης δηλώνει πως σταματάει να κάνει ερωτήσεις, αφού η πρόεδρος ουσιαστικά τις απαγορεύει.
Η πρόεδρος αρχίζει να φωνάζει σε μια προσπάθεια να «ψαρώσει» την υπεράσπιση και να περάσει το μήνυμα ότι στην εξέταση της Κυριακίδου η υπεράσπιση δεν θα έχει τα ίδια δικαιώματα με τους άλλους παράγοντες της δίκης.
Ο λόγος περνάει στον Ν. Δαμασκόπουλο (υπεράσπιση Αγαπίου).
Από τις πρώτες δυο ερωτήσεις η Κυριακίδου εκνευρίζεται, τσιρίζει και απαντά προκλητικά, όπως την έχουν δασκαλέψει: «Εχω ήδη απαντήσει».
Η στόχευση είναι προφανής: να μην αποκαλυφτούν οι αντιφάσεις της.
Οι εκπαιδευτές της ξέρουν πολύ καλά ότι οι συνήγοροι έχουν κρατήσει σημειώσεις και θα αποκαλύψουν όλες τις αντιφάσεις.
Η πρόεδρος προσπαθεί να τη βοηθήσει, λέγοντάς της: «Μην εκνευρίζεστε, ηρεμήστε. Θα λέτε: δεν απαντώ, δεν θυμάμαι, δεν γνωρίζω»! Της υπενθυμίζει, δηλαδή, τη «γραμμή», αγνοώντας τις διαμαρτυρίες του συνηγόρου, που ζητά να γραφτεί στα πρακτικά η παρέμβαση της προέδρου. Εδώ πια συμβαίνουν πρωτοφανή πράγματα, που θυμίζουν άλλες εποχές.
Η πρόεδρος αναλαμβάνει την υπεράσπιση μιας ψευδομάρτυρα. Γνωρίζει το αδύνατο σημείο της (εκνευρίζεται, χάνει την ψυχραιμία της και της ξεφεύγουν πράγματα) και της υπενθυμίζει ότι πρέπει να είναι ήρεμη, για να θυμάται πως σε κάθε δύσκολη ερώτηση πρέπει να απαντά με ένα από τα τρία στερεότυπα: Δεν απαντώ, δεν θυμάμαι, δεν γνωρίζω!
Ομως, η πρόκληση εκνευρισμού σε έναν μάρτυρα, στη διαδικασία της εξέτασής του, είναι στοιχείο που θα έπρεπε να οδηγεί σε αξιολόγηση της αξιοπιστίας του, αν ένα δικαστήριο ενδιαφερόταν στοιχειωδώς για την ανακάλυψη της αλήθειας και όχι για το μπετονάρισμα μιας προκάτ αλήθειας.
Από τις ερωτήσεις του Ν. Δαμασκόπουλου βγήκαν μερικές ακόμα αντιφάσεις της Κυριακίδου, που πλέον έχει πάψει να θυμάται τι έχει πει τις προηγούμενες μέρες.
Κατέθεσε η Κυριακίδου, απαντώντας στις ερωτήσεις του συνηγόρου, ότι η ίδια δεν συμμετείχε στη διανομή της Αντιπληροφόρησης, αλλά μόνο συμμετείχε στη σελιδοποίηση, μέχρι το θάνατο του Χ. Κασσίμη, και μετά απλά διάβαζε το έντυπο, το οποίο της πήγαινε ο Κανάς.
Ομως, την πρώτη κιόλας μέρα της κατάθεσής της, είχε πει ότι αρχικά συμμετείχε στη σελιδοποίηση και τη διανομή της Αντιπληροφόρησης και μετά το θάνατο του Χ. Κασσίμη συμμετείχε μόνο στη διανομή (τα έντυπα της τα πήγαινε ο Κανάς).
Κατέθεσε, επίσης, ότι τη γιάφκα της Πάτμου 51 τη γνώριζε ως μέλος του ΕΛΑ και ως σύντροφος του Κανά. Ομως, η ίδια έχει καταθέσει στην προδικασία και σε προηγούμενη μέρα της κατάθεσής της στο ακροατήριο, ότι την Πάτμου 51 την έμαθε παρακολουθώντας τον Κανά (επειδή φοβόταν συζυγικές απιστίες) και την επισκέφτηκε βγάζοντας αντικλείδι από κλειδί που βρήκε στην τσάντα του, όταν αυτός κοιμόταν.
Οταν της ζητήθηκε να περιγράψει πώς επισκέφτηκε τον Διώτη, απάντησε ότι σε μια νύχτα πήρε την απόφαση να πάει να καταθέσει και την άλλη μέρα πήγε στην Ευελπίδων, ρώτησε στις πληροφορίες στο κτίριο 16 και της είπαν πού είναι το γραφείο του Διώτη. Μπήκε σ’ αυτό και για να πείσει τον Διώτη ότι όντως μπορεί να του δώσει πληροφορίες του έδειξε ένα δημοσίευμα της «Καθημερινής» στο οποίο αναφερόταν η συνέντευξη που πήρε ο Διώτης από τον Κάρλος και το οποίο, παραδόξως, είχε κρατήσει η Κυριακίδου, η οποία κατά τα άλλα δεν κρατάει αποκόμματα εφημερίδων!
Ο Διώτης πείστηκε και της έκλεισε ραντεβού για την ημερομηνία στην οποία έδωσε την πρώτη της κατάθεση. Μόλις χτες, όμως, η ίδια κατέθεσε ότι με τον Διώτη την έφερε σε επαφή και της έκλεισε ραντεβού «ένα αρμόδιο άτομο»!
Εγινε φανερό, ότι η Κυριακίδου δεν μπόρεσε να βρει (μάλλον δεν πρόβλεψαν να την εκπαιδεύσουν σ’ αυτό) μια καλή ιστορία για τη συνάντησή της με τον Διώτη. Γι’ αυτό κάθε μέρα λέει άλλη ιστορία.
Γιατί, βέβαια, δεν θέλει να πει την αλήθεια, για το πώς την πλεύρισε η Αντιτρομοκρατική και την «έπεισε» να μετατραπεί σε συνεργάτη της.
Κατέθεσε, ακόμα, η Κυριακίδου, ότι δεν γνώριζε ποιος ήταν ο υπεύθυνος που συνέδεε την ομάδα του ΕΛΑ, στην οποία συμμετείχε η ίδια, με τις άλλες ομάδες της οργάνωσης, πυροβολώντας την κοινή λογική. Γιατί δεν χρειάζεται να έχεις γνώσεις για το πώς δουλεύει μια οργάνωση που δρα στην παρανομία, για να καταλάβεις πως, όταν η οργάνωση είναι δομημένη, τα μέλη ενός πυρήνα γνωρίζουν ποιος συνδέει τον πυρήνα τους με την υπόλοιπη οργάνωση. Είναι αυτός ή αυτή που φέρνει την πληροφόρηση από την υπόλοιπη οργάνωση και μεταδίδει τις απόψεις του πυρήνα στην υπόλοιπη οργάνωση. Αλλιώς δεν υπάρχει δομημένη οργάνωση, αλλά ένα άναρχο σύνολο αυτόνομων ομάδων, που βέβαια δεν μπορεί να λειτουργήσει ως οργάνωση με πολιτική γραμμή.
Ο Ν. Δαμασκόπουλος της έκανε μια τελευταία ερώτηση: αν μπορεί να καταθέσει οποιοδήποτε στοιχείο ή κρίση που να συνδέεται με στοιχεία για συμμετοχή του Κ. Αγαπίου στον ΕΛΑ ή σε οποιαδήποτε ενέργεια του ΕΛΑ. Η αρνητική της απάντηση προκάλεσε την παρέμβαση του αναπληρωτή εισαγγελέα Βομπίρη, ο οποίος ζήτησε το λόγο και έκανε ένα σχόλιο, σύμφωνα με το οποίο η Κυριακίδου αναγνώρισε κατηγορηματικά τον Αγαπίου και μπροστά στον Διώτη και μπροστά στον ανακριτή Ζερβομπεάκο, οπότε τζάμπα γίνονται οι ερωτήσεις και το ψάξιμο!
Η προκλητική αυτή παρέμβαση του Βομπίρη, που δεν τήρησε ούτε τα προσχήματα, προκάλεσε την οργισμένη αντίδραση του Ν. Δαμασκόπουλου, ο οποίος ζήτησε από την πρόεδρο να ανακαλέσει στην τάξη τον εισαγγελέα, ο οποίος έκανε σχόλιο αξιολόγησης της κατάθεσης της μάρτυρα, χωρίς αυτή να έχει τελειώσει.
Η πρόεδρος τα μάσησε, γιατί κατάλαβε ότι ο Βομπίρης έκανε μια από τις γκάφες που έχουν γίνει συνήθεια σε αυτή τη δίκη.
Τα πράγματα για την Κυριακίδου ζόρισαν ακόμα περισσότερο κατά την εξέτασή της από την Τ. Χριστοδουλοπούλου (υπεράσπιση Αγαπίου). Οι ερωτήσεις της συνηγόρου για την περιβόητη συνέντευξη Κυριακίδου στην Παναγιωταρέα προκαλούν εκνευρισμό στην ψευδομάρτυρα, η οποία αρνείται να απαντήσει.
Οταν τη ρωτάει πότε χώρισε με τον Κανά απαντάει «το 1990», ενώ ακόμα και στον Ζερβομπεάκο έχει καταθέσει ότι χώρισαν το 1993 και πήραν διαζύγιο το 1996. «Ο,τι αναφέρω για το γάμο μου στις καταθέσεις δεν ισχύει» είναι η τελική απάντηση της Κυριακίδου!
Είπες -ρωτάει η συνήγορος- ότι πήρες κρυφά τα κλειδιά την ώρα που κοιμόταν ο Κανάς και πήγες στην Πάτμου 51. Δεν τήρησες, δηλαδή, τους συνωμοτικούς κανόνες που, όπως μας είπες, τηρούνταν αυστηρά από όλους και από εσένα. Εψαχνες για γιάφκα ή για γκαρσονιέρα; «Είχα περιέργεια να δω πως ήταν», απαντά η Κυριακίδου! Πειστικότατη απάντηση.
Είπες -επιμένει η συνήγορος- ότι είδες δυο φορές τη νυν σύζυγο Κανά να βγαίνει μαζί του από τη γιάφκα. Τί ήταν τελικά στην Πάτμου 51, γιάφκα ή γκαρσονιέρα;
«Να ρωτήσετε τον Κανά», απαντά προκλητικά η Κυριακίδου.
Οταν η συνήγορος επιμένει, παρεμβαίνει η πρόεδρος με το στερεότυπο «έχει απαντήσει», για να βγάλει την Κυριακίδου από το αδιέξοδο.
Πόσο κράτησε η συνάντηση στην Πολέμωνος με τον «Γιάννη», τη «Μυρτώ» και τον «Γιώργο», ρωτάει η συνήγορος.
«Δεν απαντώ, γιατί θα πω τίποτε άλλο και θα το παρερμηνεύσετε», απαντά η Κυριακίδου!
Πόσων ετών είναι ο κ. Αγαπίου, όπως τον βλέπετε, ρωτάει η συνήγορος.
«Δεν τον κοίταξα στα δόντια», απαντά θρασύτατα η Κυριακίδου!
Στο σημείο αυτό αποκαλύπτεται από τον ίδιο τον Κ. Αγαπίου, ότι η φωτογραφία του, με βάση την οποία τον αναγνώρισε η Κυριακίδου στον ανακριτή, είναι φωτογραφία του 1993, όταν του είχαν κλέψει όλα τα χαρτιά και έβγαλε καινούργια ταυτότητα, διαβατήριο και εκλογικό βιβλιάριο. Και απ’ αυτή τη φωτογραφία, λοιπόν, που δεν αφήνει αμφιβολία ότι πρόκειται για τον Κ. Αγαπίου, η Κυριακίδου αρνήθηκε και πάλι να αναγνωρίσει τον Αγαπίου, που τον έβλεπε μπροστά της στο ακροατήριο. Κι όμως, αυτή τη φωτογραφία υποτίθεται ότι της έδειξε ο Διώτης και αναγνώρισε τον «Γιάννη». Αυτή τη φωτογραφία της ξαναέδειξε ο Ζερβομπεάκος και ξαναναγνώρισε τον «Γιάννη», κατονομάζοντάς τον μάλιστα ως Κώστα Αγαπίου!
Και μόνο αυτό το περιστατικό είναι αρκετό για να καταλάβει κανείς ότι η Κυριακίδου είναι στημένη ψευδομάρτυρας από την Αντιτρομοκρατική. Δεν μπορεί να αναγνωρίζεις κάποιον από μια φωτογραφία και μετά να μην τον αναγνωρίζεις, όταν τον βλέπεις μπροστά σου και μάλιστα η φωτογραφία του μοιάζει. Αλλαξαν τη γραμμή, για να ενισχύσουν την αξιοπιστία της Κυριακίδου (με τις επιφυλάξεις για την αναγνώριση Αγαπίου), αλλά τελικά κατάφεραν να ενισχύσουν την αναξιοπιστία της.
Σε όλη τη διάρκεια των ερωτήσεων της Τ. Χριστοδουλοπούλου η Κυριακίδου παρέπαιε, παραληρούσε, προκαλούσε, διηύθυνε τη διαδικασία («άλλη ερώτηση», έλεγε συχνά, χωρίς να ενοχλήσει καθόλου την κ. Μπρίλλη που της έπαιρνε τη διεύθυνση!), αρνιόταν να απαντήσει και η πρόεδρος την κάλυπτε προκλητικά, δεν την υποχρέωνε να απαντήσει και ενίοτε απαντούσε αυτή για λογαριασμό της.
Πότε αποχώρησες από τον ΕΛΑ, ρωτούσε η συνήγορος. «Εχει απαντήσει», πεταγόταν σαν ελατήριο η κ. Μπρίλλη. «Εχω απαντήσει», επαναλάμβανε σαν ηχώ η Κυριακίδου, για να προφυλαχθεί από μια ακόμη αντίφαση. Και τότε πώς μαθαίνατε το 1993 και το 1994 τόσο σοβαρές πληροφορίες, ενώ είχατε αποχωρήσει, επέμενε η συνήγορος. «Υπήρξα σύντροφός του και γι’ αυτό συζητούσα μαζί τους και με ενημέρωναν», απαντούσε η Κυριακίδου!
Προσπαθούσε να επιμείνει η συνήγορος, την έκοβε η πρόεδρος. Μέχρι που η κ. Χριστοδουλοπούλου αγανάκτησε και σταμάτησε τις ερωτήσεις της, σχολιάζοντας την πρεμούρα της προέδρου να καλύπτει τη μάρτυρα και να απαντά αντί γι’ αυτή.
Η σκυτάλη περνάει στον πρώτο από τους συνηγόρους υπεράσπισης της Ειρ. Αθανασάκη, τον Α. Κωνσταντάκη.
Νέος Γολγοθάς για την Κυριακίδου, καθώς μετά από μερικές ανοιχτές ερωτήσεις ακολουθούν ερωτήσεις κλειστές, στις οποίες δεν μπορεί να απαντήσει, γιατί δεν θυμάται τί έχει πει τις προηγούμενες μέρες, ενώ φοβάται πως κάποια απάντηση θα δώσει λαβή για δεύτερη και τρίτη ερώτηση που θα την εγκλωβίσουν στις αντιφάσεις της.
Τί αφίσες κολλάγατε, ρωτάει ο συνήγορος.
«Δεν θυμάμαι να έχω πει για αφίσες», απαντά θορυβημένη η Κυριακίδου.
Ο εισαγγελέας Πατσής αναγκάζεται να παραδεχτεί πως σε δική του ερώτηση απάντησε πως κολλούσαν αφίσες και έγραφαν συνθήματα.
«Δεν ήταν αφίσες, ήταν αυτοκόλλητα, τώρα θυμάμαι», πάει να σωθεί η Κυριακίδου, προκαλώντας γενική θυμηδία.
Τί συνθήματα γράφατε, επιμένει ο συνήγορος. «Γράφαμε “ο Κασσίμης ζει”», απαντά η Κυριακίδου και μέσα στο ζήλο της συμπληρώνει: «Υπογράφαμε κι όλας, ΕΛΑ ή Λαϊκός Επαναστατικός Αγώνας». Ο συνήγορος περιορίζεται να επισημάνει πως ουδέποτε γράφτηκαν συνθήματα με την υπογραφή ΕΛΑ και πως το σύνθημα «Ο Κασσίμης ζει» ήταν πάντα ανυπόγραφο.
Τη μεγάλη Τρίτη -συνεχίζει ο Α. Κωνσταντάκης- όταν η πρόεδρος σας ρώτησε αν είχατε ψευδώνυμο, απαντήσατε «όχι, όχι».
«Το ψευδώνυμο Στέλλα το πήρα το 1982 όταν ήταν να νοικιάσω το διαμέρισμα της Πολέμωνος», απαντά η Κυριακίδου.
Μέχρι τότε πώς σας φώναζαν στην οργάνωση, ρωτάει «αθώα» ο συνήγορος.
«Ο χώρος της Αντιπληροφόρησης δεν ήταν του ΕΛΑ και ο ένας φώναζε τον άλλο με το μικρό του όνομα», απαντά η Κυριακίδου.
Και τότε πως καταθέσατε ότι η «Μυρτώ» σας ήξερε από πριν σαν Στέλλα, έρχεται η δολοφονική ερώτηση.
Η Κυριακίδου τα χάνει και αρχίζει να ψελλίζει κάτι για γνωριμία που ήταν το πολύ ένα χρόνο πριν, που είχε πάρει το ψευδώνυμο Στέλλα.
Δεύτερη εκδοχή, δηλαδή: το Στέλλα δεν το πήρε για να νοικιάσει ένα σπίτι, αλλά το είχε ένα χρόνο πριν!
Οταν μοίραζες παράνομα την Αντιπληροφόρηση και όταν έγραφες συνθήματα, πώς σε φώναζαν, παρεμβαίνει ο εισαγγελέας Πατσής.
«Δεν μπορώ να θυμηθώ», απαντά η Κυριακίδου.
Τον σύντροφό σου με τί ψευδώνυμο τον φώναζες, επιμένει ο εισαγγελέας.
«Δεν θυμάμαι», απαντά και πάλι η Κυριακίδου, που σ’ αυτή τη φάση αποδεικνύεται με πολύ ασθενή μνήμη, ενώ σε άλλες περιπτώσεις εμφανίζεται να θυμάται απίθανες λεπτομέρειες.
Εύστοχα παρατηρεί ο Α. Κωνσταντάκης, ότι -σύμφωνα με την κατάθεση της Κυριακίδου- τελικά μόνο τον Κασσίμη και τον Τσουτσουβή τους φώναζαν Χρήστους, δηλαδή με τα πραγματικά τους ονόματα. Φαίνεται πως τα ηγετικά στελέχη δεν έπαιρναν ψευδώνυμα!
Πώς συναντούσατε το 1976 τον Τσουτσουβή, που σύμφωνα με την Αντιτρομοκρατική τότε ήταν στην Αυστρία, επιμένει ο Κωνσταντάκης.
Μούγκα η Κυριακίδου.
Είπατε -συνεχίζει ο συνήγορος- ότι όταν ο Κανάς κρυβόταν, σας συναντούσε στο τρένο και μετά πηγαίνατε στο πάρκο της Νέας Φιλαδέλφειας. Σε ποιο σταθμό κατεβαίνατε;
Κόκαλο η Κυριακίδου. «Δε θυμάμαι σε ποιο σταθμό κατεβαίναμε. Κατεβαίναμε σ’ ένα σταθμό και μετά παίρναμε ταξί»!
Δεν είχαν φροντίσει να της πουν ότι κατεβαίνεις στον Περισσό και σ’ ένα πεντάλεπτο με τα πόδια είσαι στη Φιλαδέλφεια.
Στο σημείο αυτό, με την Κυριακίδου σε πλήρη σύγχυση και απόγνωση, τέλειωσε η διαδικασία, που θα συνεχιστεί αύριο με ερωτήσεις πάλι από τον Α. Κωνσταντάκη.