Οπως αναμενόταν, η εισαγγελική έδρα πρότεινε την ανάγνωση των καταθέσεων των Μπέρτα και Ολιβιέ ντε Μαρσέλους, με το επιχείρημα ότι είναι κάτοικοι εξωτερικού και αδυνατούν να προσέλθουν και να καταθέσουν στη δίκη. Ο νόμος βέβαια άλλα προβλέπει. Προβλέπει ότι διαβάζονται οι καταθέσεις μόνο εκείνων που βρίσκονται σε αποδεδειγμένη αδυναμία να προσέλθουν και να καταθέσουν στη δίκη. Οι δυο Ντε Μαρσέλους, όμως, έχουν απαντήσει εγγράφως στην κλήση που πήραν, ότι δεν επιθυμούν να έρθουν να καταθέσουν. Πριν φτάσουμε εκεί, όμως, ο Ν. Δαμασκόπουλος (υπεράσπιση Αγαπίου) ρώτησε το αυτονόητο: ποιες καταθέσεις των Ντε Μαρσέλους προτείνουν οι εισαγγελείς να διαβαστούν, γιατί υπάρχουν διάφορες στη δικογραφία. Αμηχανία στην έδρα! Εκαναν μια πρόταση και δεν ήταν έτοιμοι να τη στηρίξουν.
Η πρόεδρος έσπευσε να πάρει μισάωρο διάλειμμα για να ψάξουν να βρουν ποιες καταθέσεις θέλουν να διαβάσουν. Στο διάλειμμα, που κράτησε σχεδόν μια ώρα, βλέπαμε τον κλητήρα να βγαίνει και να επιστρέφει με διάφορες φωτοτυπίες! Με την επανέναρξη της δίκης, η πρόεδρος ανακοίνωσε ότι προτείνεται να διαβαστούν οι καταθέσεις που είχαν διαβαστεί στην πρώτη δίκη.
Ο Ν. Δαμασκόπουλος έκανε μια αναλυτικότατη τοποθέτηση, που ξεκίνησε με την περιγραφή των όσων έγιναν στις δυο προηγούμενες δίκες. Το πρώτο δικαστήριο, με έναν εντελώς ψεύτικο ισχυρισμό, σύμφωνα με τον οποίο οι Ντε Μαρσέλους ήταν άγνωστης διαμονής, αποφάσισε να διαβάσει τις καταθέσεις τους. Αντίθετα, το δεύτερο δικαστήριο, αποφάσισε να τους καλέσει να καταθέσουν, αναζητώντας τους στη διεύθυνση κατοικίας που οι καταθέσεις τους αναφέρουν. Βρέθηκαν (και μόνο αυτό καταδεικνύει ως ψεύτικο τον ισχυρισμό του πρώτου δικαστήριου, ότι είναι άγνωστης διαμονής), αρνήθηκαν να προσέλθουν να καταθέσουν και το δικαστήριο αποφάσισε να μη διαβαστούν οι καταθέσεις τους, εφόσον οι παράγοντες της δίκης και πρωτίστως οι κατηγορούμενοι και οι υπερασπιστές τους δεν έχουν τη δυνατότητα να τους εξετάσουν. Οπως πολύ σωστά είχε επισημάνει ο Κ. Αγαπίου, δεν είναι δυνατόν να μη μπορείς να γνωρίσεις καν αυτούς που σε κατηγορούν, πόσο μάλλον να ελέγξεις την αξιοπιστία των ισχυρισμών τους. Το δεύτερο δικαστήριο σημείωσε στην ομόφωνη απόφασή του, ότι η κατάθεσή τους στο ακροατήριο κρίνεται ως «ειδικά απαραίτητη».
Αφού εξάντλησε όλα τα νομικά επιχειρήματα, ο Ν. Δαμασκόπουλος αναφέρθηκε υπαινικτικά στην κατάθεση της Μπέρτα για να πει: Ολα όσα λέει για τον κ. Αγαπίου δεν με τρομάζουν, αφού άλλη ηλικία αναφέρει, φωτογραφία του αρνείται να δει κ.λπ. Εκείνο που με τρομάζει είναι η παραβίαση της νομιμότητας. Να πούμε, δηλαδή, ότι δεν χρειάζεται να τους δούμε, δεν χρειάζεται να τους εξετάσουμε, δεν χρειάζεται να τους ρωτήσουμε αν τον γνωρίζουν και να κρίνουμε από τις απαντήσεις τους, αλλά να αρκεστούμε σ’ αυτά που μας έφεραν, προκειμένου να εξυπηρετήσουμε σκοπιμότητες. Αυτό δεν διαλύει απλά την προφορικότητα, που αποτελεί κανόνα της ποινικής δίκης, διαλύει την ίδια τη δημοκρατία.
Η Μ. Δαλιάνη κατέθεσε την κατηγορηματική αντίθεση της υπεράσπισης Τσιγαρίδα στην ανάγνωση των καταθέσεων των Ντε Μαρσέλους, επικαλούμενη την Ποινική Δικονομία, το Σύνταγμα, την ΕΣΔΑ και τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (κατέθεσε και γραπτώς τις αντιρρήσεις της υπεράσπισης Τσιγαρίδα, όπως και ad hoc αποφάσεις του ΕΔΔΑ, που έκρινε ότι παραβιάζονται τα στοιχειώδη δικαιώματα του κατηγορούμενου στο όνομα κάποιων ανύπαρκτων δικαιωμάτων των μαρτύρων). Αναφέρθηκε, επίσης, στην πάγια νομολογία του Αρείου Πάγου, που έχει κρίνει ότι μόνη η διαμονή στο εξωτερικό δεν αποτελεί λόγο για τη μη εμφάνιση μάρτυρα στο ακροατήριο. Μόνο με παράλογες διαδικασίες μπορείτε να κρίνετε ότι είναι ανέφικτη η εμφάνιση των μαρτύρων να καταθέσουν –σημείωσε η συνήγορος- παραπέμποντας στις απαντήσεις των Ντε Μαρσέλους, που απαντούν ότι δεν επιθυμούν να έρθουν να καταθέσουν, απαντήσεις που συνιστούν κλασική περίπτωση απείθειας. Αν κρίνετε ότι πρέπει να τους εξετάσετε –κατέληξε η Μ. Δαλιάνη- μπορείτε να ενεργοποιήσετε τη σχετική δικονομική διάταξη, δηλαδή ένα μέλος του δικαστηρίου να μεταβεί να τους εξετάσει στον τόπο κατοικίας τους, καλώντας και τους υπόλοιπους παράγοντες της δίκης να παραστούν σ’ αυτή την εξέταση.
Με τις αντιρρήσεις της υπεράσπισης Αγαπίου συντάχθηκε, για λόγους δικονομικής τάξης, όπως διευκρίνισε, η υπεράσπιση Κανά. Αν αναγνωστούν αυτές οι καταθέσεις, σημείωσε ο Μ. Καλογήρου, θα δοθεί η ίδια δυνατότητα σε διάφορα φαντάσματα μαρτύρων, που θα στέλνουν ένα έγγραφο και θα λένε ότι δεν μπορούν να καταθέσουν, μετατρέποντας έτσι το ακροατήριο σε αναγνωστήριο. Η ασφάλεια της υπεράσπισης και η ασφάλεια της κρίσης του δικαστηρίου είναι πιο σημαντική από οποιαδήποτε υποτιθέμενη ασφάλεια μαρτύρων, κατέληξε ο Μ. Καλογήρου.
Ο Α. Κωνσταντάκης (υπεράσπιση Αθανασάκη) υποστήριξε επίσης τις αντιρρήσεις και αναφέρθηκε στο πραγματικό γεγονός της υπόθεσης Ντε Μαρσέλους: συνελήφθησαν, παραδέχτηκαν ότι είχαν μια ορισμένη ένοπλη δράση, συνεργάστηκαν, αποζημιώθηκαν και αφέθηκαν ελεύθεροι, αφού έκλεισαν μια ωραία συμφωνία με την περιβόητη Κάρλα ντελ Πόντε για να χρησιμοποιούνται όπου χρειαστεί. Αδιέξοδα δεν υπάρχουν, κατέληξε ο συνήγορος. Εχουμε μόνο δυο επιλογές. ‘Η θα πάμε εμείς να τους βρούμε, αν κρίνουμε τόσο απαραίτητες τις καταθέσεις τους, ή, αφού δεν θέλουν να έρθουν, θα προχωρήσουμε χωρίς να αναγνώσουμε τις καταθέσεις τους. Αναφέρθηκε και σε κάτι ακόμη ο Α. Κωνσταντάκης. Ο περιβόητος εισαγγελέας Διώτης πήρε καταθέσεις από τους Ντε Μαρσέλους στο πλαίσιο της προκαταρκτικής εξέτασης για τις υποθέσεις της απόπειρας κατά του σαουδάραβα πρέσβη και της έκρηξης στο μπαρ «Οσκαρ». Και για τις δυο αυτές υποθέσεις υπάρχει απαλλακτική απόφαση από το πρώτο δικαστήριο, που έκρινε ότι η οργάνωση ΟΕΛΑ δεν είχε σχέση με τον ΕΛΑ και τους παρόντες κατηγορούμενους.
Εδώ πραγματικά θα τρελαθώ, σημείωσε ο Δ. Τσοβόλας, αναφερόμενος στην πιθανότητα να κρίνεται ανέφικτη η προσέλευση ενός μάρτυρα κατοίκου εξωτερικού, μετά τη δημιουργία της ΕΕ και την ελεύθερη κίνηση των πολιτών. Αν έρχεται κάποιος –να μην τον χαρακτηρίσω- που μολονότι ομολόγησε βαρύτατα αδικήματα, δεν πήγε κατηγορούμενος, και μας λέει, όχι «δε μπορώ», αλλά «δεν επιθυμώ», αν έρχεται ο κάθε πράκτορας σαν τον Ζήση και μας γράφει στα παλιά του παπούτσια, και σεις αποφασίζετε να διαβάσετε την κατάθεσή του, τότε δίνετε το δικαίωμα στον καθένα να λέει ότι υποβιβάζεται το κύρος της ελληνικής Δικαιοσύνης. Θα νομιμοποιήσετε ό,τι κατασκευάζουν τα χαλκεία των μυστικών υπηρεσιών; Ακουσα τον πατριώτη μου τον πρόεδρο της Δημοκρατίας να μιλά για «κράτος δικαίου» και αναρωτήθηκα: τι κράτος δικαίου, καημένε, κράτος αδικίας και κράτος σκοπιμότητας θα έπρεπε να το λέμε. Οι λαλίστατοι σαν τον Ζήση, που έφτιαχναν το κλίμα για να μπουν μέσα αυτοί εδώ και κάποιοι άλλοι, κατέληξε ο Δ. Τσοβόλας, εξαφανίστηκαν. Αυτή είναι η μέθοδος των μυστικών υπηρεσιών, η μέθοδος των πρακτόρων. Θα επιβεβαιώσει το δικαστήριο αυτή τη μεθοδολογία; Με τέτοιες πράξεις συμβάλλουμε όλοι μας να μας πετροβολάει ο κόσμος. Εχουμε ήδη πιάσει πάτο. Η πρόταση του Δ. Τσοβόλα από το δικαστήριο ήταν: αν κρίνετε ότι πρέπει να τους εξετάσετε, τότε να ορίσετε ένα μέλος του δικαστηρίου ως εισηγητή και να πάμε όλοι μαζί να τους εξετάσουμε, για να μάθουν ότι δε μπορούν να παίζουν με τα δικαιώματα των κατηγορουμένων.
Ο μοναδικός συνήγορος πολιτικής αγωγής (εκπροσωπεί αστυνομικούς) θεώρησε σκόπιμο να απαντήσει στα όσα είχε πει ο Δ. Τσοβόλας. Οταν η πρόεδρος του θύμισε ότι πρέπει να πει και κάτι για το θέμα, είπε κομπιάζοντας ότι το αφήνει στην ελεύθερη εκτίμηση του δικαστηρίου και πως δεν έχει κανένας κατηγορούμενος να φοβηθεί τίποτα από την ανάγνωση αυτών των καταθέσεων, γιατί δεν αναφέρουν κανένα όνομα!
Ο Χ. Τσιγαρίδας ζήτησε το λόγο, διευκρινίζοντας ότι δε θα μιλήσει για τα νομικά θέματα. Αυτοί οι δύο άνθρωποι –είπε- ποτέ δεν είχαν οποιαδήποτε σχέση με τον ΕΛΑ. Αυτό δεν το λέω τώρα –σημείωσε- αλλά το έχω πει από την πρώτη μου κατάθεση, στις 6 Φεβρουαρίου του 2003. Εκεί λέω ότι ο ΕΛΑ δεν είχε σχέσεις με μυστικές υπηρεσίες, με οργανώσεις ή ανθρώπους του εξωτερικού. Οι τέσσερις Ελβετοί που συνελήφθησαν τότε, μετά από μερικούς μήνες απελευθερώθηκαν. Οι δύο διεκδίκησαν μεγάλες αποζημιώσεις και τις πήραν. Το ζεύγος Ντε Μαρσέλους δεν διεκδίκησε τίποτα. Γιατί άραγε; Αυτοί έκλεισαν συμφωνία με τις διωκτικές αρχές κι αυτό φαίνεται από τις καταθέσεις τους. Πάντα συνοδεύονταν από δικηγόρο και αν δείτε τις καταθέσεις τους υπάρχουν σημεία που παρεμβαίνει ο δικηγόρος και λέει «αυτό δεν το συμφωνήσαμε». Κάποια συμφωνία έκαναν, λοιπόν, κι αυτό πρέπει να το πάρετε υπόψη σας.
Ο Κ. Αγαπίου στη δική του τοποθέτηση έβαλε τις καταθέσεις των Ντε Μαρσέλους στην ίδια μοίρα με τα αρχεία της Στάζι. Πρόκειται για προσπάθειες δημιουργίας εντυπώσεων και «υλικού» για προαποφασισμένες καταδίκες. Αναφέρθηκε αναλυτικά στο ιστορικό του συγκεκριμένου σκέλους της υπόθεσης και στις δυο διαφορετικές αποφάσεις που πάρθηκαν από τα δυο πρωτόδικα δικαστήρια, ενώ η δική του στάση υπήρξε από την αρχή σταθερή: αρνείται να νομιμοποιήσει τέτοιες πρακτικές.
Η δίκη διακόπηκε για αύριο το πρωί, προκειμένου, όπως είπε η πρόεδρος, να τοποθετηθεί και ο Ι. Μυλωνάς.