Συνέχεια αξιολογήσεων της κατάθεσης Κυριακίδου με τον Αρη Κωνσταντάκη (υπεράσπιση Αθανασάκη), που ξεκίνησε με μια καλοζυγισμένη ειρωνία: Επιβεβαιώθηκε αυτό που κατά κόρον λέγεται στους καφενέδες της επικράτειας, ότι «δεν έχουμε κράτος». Μια τόσο σοβαρή υπηρεσία, όπως η Αντιτρομοκρατική, έχει πέντε χρόνια στα χέρια της την Κυριακίδου και δεν μπορεί να την προετοιμάσει για να σταθεί στοιχειωδώς σε ένα δικαστήριο. Σε οποιοδήποτε άλλο δικαστήριο η Κυριακίδου θα είχε αποχωρήσει εντός πενταλέπτου.
Το δικαστήριο επί τόσες μέρες εξετάζει μάρτυρες για κάτι που είναι αναρμόδιο. Το αδίκημα της «συμμετοχής» δεν αποτελεί επιβαρυντική ή ελαφρυντική περίσταση για τα αδικήματα που δικάζονται από το παρόν δικαστήριο, αλλά είναι αυτοτελές αδίκημα. Επομένως, χάθηκαν τόσες μέρες στην εξέταση μαρτύρων για κάτι που με καμία έννοια δεν μπορεί να ενσωματωθεί στο σκεπτικό της απόφασης που θα βγάλει το δικαστήριο. Ταυτόχρονα, αγνοήθηκε σωρεία δημόσιων εγγράφων που πιστοποιούν ότι η συγκεκριμένη οργάνωση, ο ΕΛΑ, έχει πάψει να λειτουργεί από το 1995, γεγονός που δέχτηκε με την απόφασή του και το προηγούμενο δικαστήριο. Τι έμεινε, λοιπόν, από την κατάθεση αυτών των μαρτύρων. Η δημιουργία κάποιων εντυπώσεων, ότι «κάτι υπάρχει».
Ανάλογη ήταν και η τοποθέτηση της Μαρίνας Δαλιάνη (υπεράσπιση Τσιγαρίδα). Η Μ. Δαλιάνη σημείωσε πως η κατάθεση Κυριακίδου είναι ανεπίδεκτη δικανικής εκτίμησης. Διότι στηρίζεται σε ένα σχήμα: για να θεμελιώσει τα όσα καταθέτει σε βάρος των κατηγορούμενων επικαλείται τη δική της συμμετοχή και για να θεμελιώσει τη δική της συμμετοχή επικαλείται αναπόδεικτα στοιχεία, γεγονότα που δεν μπορούν να επιβεβαιωθούν από κανέναν άλλο και νεκρούς, όπως ο Χ. Κασίμης και ο Χ. Τσουτσουβής. Επομένως, αν αξιολογηθεί ως αξιόπιστη μάρτυρας η Κυριακίδου, δημιουργείται ζήτημα απόλυτης ακυρότητας της διαδικασίας.
Ο Κ. Αγαπίου αναφέρθηκε στο βούλευμα που παρουσιάζει ως δεδομένο το ζητούμενο, χαρακτήρισε ανέντιμη την προηγούμενη δίκη, γιατί στηρίχτηκε σ’ ένα παράνομο και παράτυπο βούλευμα και κατήγγειλε τις μεθοδεύσεις που έγιναν και ενόψει αυτής της δεύτερης δίκης.
Σε ό,τι αφορά την κατάθεση της Κυριακίδου, σημείωσε ότι φάνηκαν δυο πράγματα που είχαν φανεί και στην προηγούμενη δίκη.
Πρώτο, οι συνεχείς χρονικές μετακινήσεις. Δεν μπορεί –είπε- σε κάθε εμφάνισή της αυτή η κυρία να ορκίζεται ότι τα όσα είπε στην προηγούμενη κατάθεσή της δεν ήταν σωστά. Αυτό θα συνεχίζεται επ’ άπειρον. Αναφέρθηκε συγκεκριμένα στις αντιφάσεις της Κυριακίδου από κατάθεση σε κατάθεση και ειδικά στην αναφορά της στην ψεύτικη ταυτότητα με το επώνυμο Σκουτουδάκη, που αποκαλύφτηκε τελικά ότι δεν υπάρχει. Αυτή η έρευνα έπρεπε να γίνει από την Αστυνομία αλλά δεν έγινε. Στο δε προηγούμενο δικαστήριο το σχετικό αίτημα απορρίφθηκε εντός επτά δευτερολέπτων.
Είπε, ακόμα, πως οι αμφιβολίες που εξέφρασε η Κυριακίδου για την αναγνώριση του προσώπου του δεν είναι ειλικρινείς, αλλά εκφράστηκαν για να ενισχυθεί η αξιοπιστία της, επειδή ο ίδιος είχε θυμηθεί πως τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο δεν είχε μούσι, όπως τον δείχνει η φωτογραφία.
Από πού η Κυριακίδου παίρνει αυτό το θράσος με το οποίο απευθύνεται στους πάντες; κατέληξε με νόημα ο Αγαπίου, χωρίς βέβαια να πάρει απάντηση από την έδρα.
Στη συνέχεια, αφού πρώτα ο πρόεδρος ξαναδιάβασε την απόφαση του δικαστήριου για το τι αποτελεί εγκατάσταση κοινής ωφέλειας, άρχισε η εξέταση των μαρτύρων για την πρώτη υπόθεση, δυο εκρήξεις που έγιναν στις 30.6.1986 σε υπηρεσίες του ΥΠΕΧΩΔΕ στην Πανόρμου 2 και τη Λ. Ριανκούρ 71.
Οπως κατέθεσαν οι μάρτυρες, η βόμβα στη Ριανκούρ δεν έσκασε και τη μάζεψε η Αστυνομία με το ειδικό μηχάνημα, ενώ η βόμβα στην Πανόρμου έσκασε και έσπασε τα τζάμια της εισόδου. Οι ερωτήσεις προέδρου και εισαγγελέα απέβλεπαν στην πιστοποίηση της προσέλευσης κοινού σ’ αυτές τις υπηρεσίες, η οποία διαταράχτηκε από την έκρηξη στη μία και για καναδυό ώρες στην άλλη. Προφανώς, για να στηριχτεί η απόφαση με την οποία αυτές οι εγκαταστάσεις χαρακτηρίστηκαν κοινής ωφέλειας.
Θυμίζουμε αυτό που γράψαμε όταν βγήκε η σχετική απόφαση: Με το σκεπτικό αυτό, εγκατάσταση κοινής ωφέλειας είναι πολύ περισσότερο ένα οποιοδήποτε κατάστημα που εξυπηρετεί πολύ κόσμο.
Η εφέτης Χυτήρογλου, όμως, έχοντας ψάξει τη δικογραφία, βρήκε την τότε κατάθεση του θυρωρού, που έλεγε ότι οι υπηρεσίες δεν θα λειτουργούσαν, διότι υπήρχε πρωινή στάση εργασίας του προσωπικού!
Ολα αυτά, βέβαια, δεν έχουν καμιά σημασία. Εκείνο που έχει σημασία είναι ότι ουδείς κατέθεσε οτιδήποτε για εμπλοκή των κατηγορούμενων στις συγκεκριμένες υποθέσεις. Ούτε τους είδαν ούτε τους γνωρίζουν ούτε είχαν δει κάτι ύποπτο τις προηγούμενες μέρες.
Οι συνήγοροι καλά κάνουν και ρωτάνε και για τη λειτουργία των υπηρεσιών, γιατί αγωνίζονται να μην υπάρξει νομολογία που θα βαφτίζει κοινή ωφέλεια κάθε εγκατάσταση που δέχεται κοινό και θα λειτουργεί σαν επιβαρυντική περίσταση για κάθε έκρηξη.
Οι μάρτυρες τέλειωσαν στις 12, άλλοι δεν υπήρχαν και το δικαστήριο διέκοψε πρόωρα για την επόμενη μέρα.
ΥΓ: Ο περιβόητος δημοσιογράφος-πράκτορας (ή πράκτορας-δημοσιογράφος) Βασίλης Ζήσης δεν έχει ακόμα εμφανιστεί στο δικαστήριο, μολονότι έχει διαταχθεί η βίαιη προσαγωγή του. Τον αναζητούν και δεν τον βρίσκουν, λέει ο πρόεδρος! Μα ποιος είναι, ο Βαβύλης; Προφανώς, το «αόρατο χέρι» που διευθύνει την δίκη έχει κρίνει πως ο Ζήσης μόνο ζημιά κάνει στο επικοινωνιακό παιχνίδι που συνοδεύει τη δίκη.