Πλησιάζοντας στις εκλογές η Κεραμέως έχει επιδοθεί σε επικοινωνιακό ντεμαράζ με συνεχείς συνεντεύξεις, επισκέψεις σε σχολεία και αναρτήσεις στο διαδίκτυο, προκειμένου να προλάβει να παρουσιάσει τις «νέες της προσφορές» στην εκπαίδευση: Τα καθρεφτάκια των 177.000 σετ ρομποτικής και STEM ανά την επικράτεια, αρχής γενομένης από τα Νηπιαγωγεία, κόστους πάνω από 30 εκ. ευρώ και την περαιτέρω διεύρυνση των Πειραματικών και Πρότυπων σχολείων, τα οποία από 120 που λειτουργούν σήμερα θα φτάσουν σε 138 τη νέα σχολική χρονιά.
Και όλα αυτά εν μέσω καταιγιστικών καταγγελτικών μηνυμάτων για την εγκληματική αδιαφορία και εγκατάλειψη των σχολικών κτιρίων, από τα οποία τα περισσότερα έχουν κτιστεί πριν το ΄80, με αποτέλεσμα να ψυχοραγούν και να βάζουν σε σοβαρούς κινδύνους τους μαθητές και εκπαιδευτικούς. Πρόσφατες μνήμες οι εκρήξεις καυστήρων που σκοτώνουν, όπως τον άτυχο μαθητή στις Σέρρες που έπαιζε αμέριμνος στην αυλή του σχολείου του. Περιφράξεις που υποχωρούν και παρασείρουν μαθητές στο γκρέμισμά τους, όπως ο δεκαπεντάχρονος στο Πρότυπο Γυμνάσιο Ζωσιμαίας στα Ιωάννινα, ο οποίος από καθαρή τύχη δεν σκοτώθηκε. Οπως και η τελευταία καταγγελία των Συλλόγων Γονέων και Κηδεμόνων και της Συντονιστικής Επιτροπής Αγώνα Αναπήρων, που καταγγέλλει τον μεγαλύτερο Δήμο της Ελλάδας, το Δήμο Αθηναίων ως δήμο με τα λιγότερα, τα πιο επικίνδυνα και ακατάλληλα σχολικά κτίρια ειδικής αγωγής.
Κι όμως κυβέρνηση και Κεραμέως αποστρέφουν περιφρονητικά και αναίσχυντα το κεφάλι σε κάθε αναφορά και καταγγελία αυτής της οικτρής κατάστασης στα σχολεία της χώρας. Εχουν σοβαρότερες προτεραιότητες σε σχέση με τις ουσιαστικές ανάγκες των σχολικών κτιρίων. Να κάνουν τις προεκλογικές τους διαφημίσεις για την επέκταση και ενίσχυση των Πειραματικών και Πρότυπων σχολείων της ψευδεπίγραφης «αριστείας». Η αιφνίδια αναγγελία της αύξησης και διασύνδεσής τους οφείλεται στη δυνατότητα που δίνει το άρθρο 13 του ν. 4692/2020 για μετατροπή λειτουργούντων σχολείων σε Πειραματικά και Πρότυπα έπειτα από δημόσια πρόσκληση που εκδίδει ο υπουργός Παιδείας προς τα σχολεία, με την οποία καλούνται να υποβάλουν αίτηση για τον χαρακτηρισμό τους ως ΠΕΙ.Σ ή Π.Σ. ή έπειτα από αίτηση του Προϊστάμενου Δ/νσης Α/θμιας ή Β/θμιας Εκπ/σης. Γεγονός που οδήγησε σε αυθαίρετες προτάσεις (κατ’ εντολή φυσικά του ΥΠΑΙΘ),για μετατροπή σχολείων ευθύνης τους σε Πειραματικά και Πρότυπα, χωρίς την έγκριση των συλλόγων διδασκόντων και των γονέων, οι οποίοι αγανακτισμένοι προσφεύγουν στα αστικά δικαστήρια, όπως στην περίπτωση του 26ου Γυμνασίου Αθηνών και του 1ου Γυμνασίου Αμαρουσίου.
Διακηρυγμένος στόχος τους είναι κάθε Περιφερειακή Δ/νση να διαθέτει Πειραματικά και Πρότυπα με διασυνδέσεις, ώστε να παρέχονται «περισσότερες ευκαιρίες σε περισσότερα παιδιά σ’ όλη την Επικράτεια». Ομως γίνεται φανερό ότι πραγματικός τους στόχος είναι να απλώσουν και να αυξήσουν το δίκτυο αυτών το σχολείων «αριστείας», τα οποία και θα υλοποιούν τις αντιεκπαιδευτικές τους πολιτικές.
Η πρεμούρα που επιδεικνύει το ΥΠΑΙΘ για την επιβολή αυτού του θεσμού, καταπατώντας ακόμα και τις αποφάσεις του ΣτΕ, σχετίζεται απόλυτα με την υλοποίηση του συνόλου της καταστροφικής τους πολιτικής στην εκπαίδευση. Επιγραμματικά αναφέρουμε:
Η επιλογή εκπαιδευτικού προσωπικού με αυξημένα προσόντα, που τοποθετείται μετά από αίτησή του σ’ αυτά είναι για δύο χρόνια, προκειμένου να επιμορφωθεί και να προσαρμοστεί στις νέες απαιτήσεις. Μετά ακολουθεί ένας Γολγοθάς αξιολογήσεων και αυτοεπιμόρφωσης, προκειμένου να κρατήσει τη θέση του. Η μετατροπή ενός σχολείου έχει σαν συνέπεια να χάσουν οι ήδη υπηρετούντες σε αυτό την οργανική τους θέση (άρθρο 19 παρ.15) ή να παραμείνουν με διετή θητεία. Μετατρέπονται σε κυνηγούς αυξημένων προσόντων με προσωπική τους οικονομική αφαίμαξη και ακολουθεί η σχετική αξιολόγηση (άρθρο 20 παρ.1,3) για να κρατήσουν την έτσι κι αλλιώς επισφαλή τους θέση, αφού θα υπάρξει και συνέχεια αξιολογήσεων στο τέλος της διετίας γι’ αυτούς, ενώ για τους νεοεισερχόμενους στο τέλος του 1ου και του 4ου έτους, και έπεται συνέχεια.
Η αξιολόγηση της σχολικής μονάς αναπόσπαστο συστατικό της κατηγοριοποίησης των σχολείων, είναι παρούσα με το άρθρο 21. Εσωτερική και Εξωτερική στο τέλος κάθε σχολικής χρονιάς και Μεταξιολόγηση με έμφαση στις εκθέσεις εξωτερικής αξιολόγησης κάθε τέσσερα χρόνια.
Με το άρθρο 22 θεσμοθετείται η συμμετοχή του Δήμου, του Συλλόγου Γονέων και…« προσωπικοτήτων» της τοπικής κοινωνίας, ενώ με το άρθρο 23 η χρηματοδότησή τους θα γίνεται και από «δωρεές, χορηγίες, κληρονομιές, κληροδοσίες και άλλες παροχές τρίτων, καθώς και επιχορηγήσεις από άλλες πηγές». Με άλλα λόγια γίνεται επίσημη η εμπλοκή των χορηγών, που θα απαλλάξει το κράτος από τις ευθύνες του.
Η επιλογή των μαθητών στα Πρότυπα γίνεται κατόπιν εξετάσεων στην εισαγωγική Α΄ τάξη Γυμνασίου, όπως και για τη συμπλήρωση κενών θέσεων της Α΄ Λυκείου με βάση τις υψηλές επιδόσεις «αριστείας», ενώ στα Πειραματικά, κατόπιν ηλεκτρονικής κλήρωσης, όμως οι μαθητές της ΣΤ΄ τάξης, προκειμένου να εισαχθούν σε ένα Πρότυπο Γυμνάσιο, μπαίνουν από νωρίς στην εξουθενωτική διαδικασία της προετοιμασίας για τις εισαγωγικές εξετάσεις, με εξαντλητικά προγράμματα υψηλών απαιτήσεων και φροντιστήρια που επιβαρύνουν περισσότερο τον οικογενειακό κορβανά. Καταργούνται τα γεωγραφικά όρια των σχολείων, αφού στις εισαγωγικές εξετάσεις, αλλά και στην κλήρωση για τα Πειραματικά επιτρέπεται η συμμετοχή ανεξαρτήτως τόπου διαμονής. Η κατάργηση των σχολικών ορίων σε συνάρτηση με την μετατροπή κάποιων συμβατικών σχολείων σε Πειραματικά ή Πρότυπα στερεί από τους μαθητές που δεν θέλουν να φοιτήσουν σε αυτά ή δεν πέτυχαν στις εξετάσεις εισαγωγής, το σχολείο της γειτονιάς τους, αναγκάζοντάς τους να στραφούν σε άλλα όμορα ή απομακρυσμένα σχολεία, που μπορεί να απέχουν ακόμα και χιλιόμετρα από τον τόπο κατοικίας τους.
Γίνεται ξεκάθαρο πως σε τέτοια σχολεία μόνον όσοι έχουν την οικονομική δυνατότητα και το μορφωτικό επίπεδο μπορούν να προσφέρουν στήριξη στα παιδιά τους. Οι υπόλοιποι μαθητές θα ακολουθήσουν τα σχολεία της υποβάθμισης και εγκατάλειψης με ελάχιστες δυνατότητες για επιπλέον μόρφωση.
Συνοψίζοντας τα παραπάνω συμπεραίνουμε ότι η κυβέρνηση, μέσω της επέκτασης και ενίσχυσης της κάλπικης «αριστείας», ενδιαφέρεται για τη δημιουργία σχολείων των «αρίστων» και όχι για «άριστα σχολεία». Μέσω αυτών δε, επιχειρεί να ανοίξει το δρόμο για την καθολική εφαρμογή των αντιεκπαιδευτικών της πολιτικών, την πλήρη εφαρμογή της αξιολόγησης, την διάλυση των εργασιακών κατακτήσεων, την κατηγοριοποίηση των σχολικών μονάδων και μέσω αυτής των μαθητών και εκπαιδευτικών.
Οι εκπαιδευτικοί γνωρίζοντας όλα αυτά, έχουν δώσει και εξακολουθούν να δίνουν σκληρές μάχες, προκειμένου να βάλουν φραγμούς στα αντιδραστικά σχέδια της άκρως νεοφιλελεύθερης κυβέρνησης και των κολαούζων της στο ΥΠΑΙΘ.