Μπορεί να προσπαθούν να την παρουσιάσουν σαν «αφελές κοριτσάκι» που αναπαρήγαγε ένα «ρατσιστικό ανέκδοτο», χωρίς να καταλαβαίνει το περιεχόμενό του, όμως πρόκειται για εκκολαπτόμενο φασιστάκι. Αυτό δεν αποδεικνύεται μόνο από τα χρυσαυγίτικα που έχει ανεβάσει άλλες φορές στα περιβόητα «μέσα κοινωνικής δικτύωσης», αλλά και από τον τρόπο αντίδρασής της, που ήταν καθαρά χρυσαυγίτικος, κοτίστικος. Αρχισε τα «απεταξάμην» και τις συγνώμες, όπως κάνουν οι νεοναζί κάθε φορά που καταγγέλλονται ότι λιντσάρισαν κάποιον ξεμοναχιασμένο μετανάστη. Κάνουν τη βρομοδουλειά και μετά καταγγέλλουν εκείνους που τους καταγγέλλουν και ενίοτε απειλούν με μηνύσεις. Δεν έχουν το θάρρος να αναλάβουν την ευθύνη των πράξεών τους.
Δεν υπάρχει, επίσης, αμφιβολία, ότι η διαγραφή της από την ολυμπιακή ομάδα είναι υποκριτική και περισσότερο έγινε «για το φόβο των Ιουδαίων». Φοβήθηκαν μην υπάρξουν αντιδράσεις από τη ΔΟΕ και βρεθούν κατηγορούμενοι. Είχαν και τη φωλιά τους λερωμένη με τον άλτη που ήξεραν πως πιάστηκε ντοπαρισμένος, οπότε έσπευσαν να κλείσουν γρήγορα το θέμα του ρατσιστικού μηνύματος με αποπομπή της αθλήτριας. Υπό άλλες συνθήκες, θα τη συγχωρούσαν και θα την έστελναν με τιμές στο Λονδίνο. Σιγά μην ενοχλούνταν από το ρατσιστικό σχόλιο αυτοί που καθημερινά καλλιεργούν το ρατσισμό ενάντια στους μετανάστες. Αυτοί που μιλούν συνεχώς για «το μεγαλείο της φυλής» και ουδόλως ενοχλήθηκαν όταν η ντοπαρισμένη Χαλκιά μιλούσε για τη «νίκη που είναι στο DNA του Ελληνα». Δημιούργημα της πολιτικής τους είναι η Παπαχρήστου. Της γενικότερης ρατσιστικής πολιτικής τους και της ειδικότερης πολιτικής διαπαιδαγώγησης των πρωταθλητών, που τους εκπαιδεύουν με τον ίδιο τρόπο που στα ιπποφορβεία εκπαιδεύουν τα άλογα ράτσας.
Γι’ αυτό και είναι πιθανό ένας κόσμος ν’ αντιμετωπίσει την Παπαχρήστου, όπως αντιμετώπισε τον Κασιδιάρη μετά την on camera επίθεση στις Δούρου και Κανέλλη. Οταν διδάσκεις μια ολόκληρη κοινωνία το μίσος κατά των μεταναστών, τους οποίους παρουσιάζεις σαν εγκληματίες και φορείς μολυσματικών ασθενειών και μετά τιμωρείς υποκριτικά μια αθλήτρια που πέταξε μια ρατσιστική ατάκα, τη μετατρέπεις σε ηρωίδα στα μάτια πολλών από εκείνους που πέρασε η επίσημη ρατσιστική προπαγάνδα.
Η υπόθεση Παπαχρήστου ήταν διδακτική και από τη στενή πολιτική άποψη. Την πρώτη κιόλας μέρα, που οι νεοναζί είχαν λουφάξει μέχρι να δουν πού πάει το πράγμα, ήταν το κόμμα του Καμμένου που βγήκε να διαμαρτυρηθεί για τον αποκλεισμό. Ακολούθησε ο Μπουμπούκος και μετά οι νεοναζί, οι οποίοι φυσικά το χόντρυναν, όταν είδαν ότι η πλειοψηφία των δημοσιογράφων εκδήλωνε δημόσια την αντίθεσή της με τον αποκλεισμό της αθλήτριας, θεωρώντας προφανώς ότι μια τέτοια τιμωρία χαλάει το αντιμεταναστευτικό κλίμα. Ο Κασιδιάρης έσπευσε να καταθέσει Ερώτηση στον υπουργό Παιδείας και Πολιτισμού, στην οποία μεταξύ άλλων ρωτάει αν «υιοθετεί η ΕΟΕ τα περί “ρατσιστικού” σχολίου και αν όχι, γιατί την απέβαλε».
Η Παπαχρήστου είναι δημιούργημα μιας εποχής και ενός συστήματος που έχει αναγάγει το ρατσισμό σε αιχμή του δόρατος της κυρίαρχης ιδεολογίας, επιχειρώντας έτσι την άσκηση κοινωνικού ελέγχου.