Το νέο μισθολόγιο-φτωχολόγιο στο δημόσιο, που καθιερώνει μισθούς-προνοιακά βοηθήματα ειδικά για τους νεοδιόριστους, χρησιμοποιεί την κατάταξη στους διάφορους βαθμούς και το πέρασμα από τον ένα βαθμό στον άλλο ως μηχανισμό-καρμανιόλα για τη μισθολογική καθήλωση. Τούτο το «πέρασμα» δεν γίνεται αβίαστα και ακώλυτα. Απαιτεί εφαρμογή της αξιολόγησης, που θα βασίζεται στην εκτίμηση «επίτευξης των στόχων» και σε συγκεκριμένη ποσόστωση. Με αφορμή, λοιπόν, το νέο μισθολόγιο ο μπαμπούλας της αξιολόγησης επανέρχεται με εκβιαστικό και εξαναγκαστικό τρόπο, συνδεδεμένος με το μισθολόγιο και στην εκπαίδευση.
Στα σχολεία, η επιστροφή του επιθεωρητισμού, με όποια ονομασία αυτός κουκουλωνόταν (αξιολόγηση, αυτοαξιολόγηση) προκαλούσε πάντοτε ρίγη και αντιδράσεις. Γι’ αυτό και ο «νόμος Αρσένη» που τον επανέφερε έμεινε ως τώρα στα χαρτιά. Τώρα, μέσα στη γενική επίθεση που επιχειρείται ενάντια στα δικαιώματα των εργαζόμενων, το υπουργείο Παιδείας επανέρχεται. Από τη στιγμή που ανέβηκε στον υπουργικό θώκο η φράου Αννα κάνει συχνά-πυκνά αναφορές στην αξιολόγηση και στην αναγκαιότητα εφαρμογής της, ενώ η αξιολόγηση αποτελεί και ουσιαστικό συστατικό στοιχείο του «νέου σχολείου».
Το σχολείο της αμάθειας, το σχολείο προώθησης απλά των δεξιοτήτων απαιτεί ταυτόχρονα και την πειθάρχηση, την επιβολή της σιωπής των αμνών από εκπαιδευτικούς και μαθητές. Το «ανταγωνιστικό σχολείο», που λειτουργεί με όρους «ανταποδοτι- κούς», με όρους επιχείρησης, που ιδιωτικοποιεί αναφανδόν κάθε πλευρά της λειτουργίας του που μπορεί να ιδιωτικοποιηθεί και βασίζεται στις τσέπες των γονιών και στους μισθούς πείνας των εκπαιδευτικών είναι φυσικό να συνοδεύεται και από ένα ιδεολόγημα -αυτό της αξιολόγησης για να «βελτιωθεί η ποιότητα του παρεχόμενου έργου»- που να καθιστά εφικτή και αποδεκτή την κατηγοριοποίηση και τελικά την τιμωρία σχολικών μονάδων, εκπαιδευτικών και μαθητών, που θα πέφτουν στα βάραθρα της αφάνειας και του κλεισίματος της στρόφιγγας της κρατικής χρηματοδότησης.
Από την άλλη, η πρωτοφανής εγκατάλειψη του δημόσιου σχολείου απ’ την πλευρά της Πολιτείας, τα συνεχή αντιλαϊκά μέτρα που καθιστούν βασανιστική τη λειτουργία του, η ραγδαία χειροτέρευση της θέσης των εκπαιδευτικών, τα παραδείγματα γυμνοσάλιαγκων της εκπαίδευσης που πάντα βρίσκονται στον αφρό και στα πόστα της διοικητικής και εκπαιδευτικής ιεραρχίας, αλλά και οι μνήμες του επιθεωρητισμού, που ευτυχώς παραμένουν ισχυρές στην εκπαίδευση, δεν αφήνουν πολλά περιθώρια στο υπουργείο Παιδείας να παρουσιάσει το δηλητήριο που ετοιμάζει σα μέλι.
Γι’ αυτό πονηρά σκεπτόμενη η ηγεσία του, για να μην προκαλέσει «άγχος» στους εκπαιδευτικούς, όπως χαρακτηριστικά ισχυρίστηκε η Διαμαντοπούλου, αποφάσισε να ξεκινήσει από τη λεγόμενη «αυτοαξιολόγηση», που αρχικά εφαρμόστηκε «πιλοτικά» και με «εθελοντικό τρόπο». Σ’ αυτήν πρέπει να σημειώσουμε ότι έσπευσαν να εντα-χθούν μια κουστωδία «προθύμων» σχολείων, κυρίως ιδιωτικών, και πειραματικών και κάποιων σχολείων της επαρχίας (σύμφωνα με το υπουργείο 500 περίπου τον αριθμό). Τα αποτελέσματα αυτής της «φάμπρικας», που θα αποτελέσει το πρώτο βήμα για την επιβολή της αξιολόγησης, παρουσίασε η υφυπουργός Χριστοφιλοπούλου στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής, επαναλαμβάνοντας τα γνωστά: Οτι ως τώρα «αρνούμασταν μια διαδικασία που μας κάνει καλύτερους», ότι «εισάγαμε την εσωτερική αξιολόγηση στις σχολικές μονάδες και όχι την εξωτερική, παρόλο που την υιοθετούν οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες», ότι «η αυτοαξιολόγηση αποτελεί μια πολύ σημαντική παρέμβαση βελτίωσης του εκπαιδευτικού συστήματος, πρωτίστως προς όφελος του μαθητή αλλά και των εκπαιδευτικών, του έργου τους και συνολικά της σχολικής κοινότητας» (σ.σ. εδώ γελάμε, τη στιγμή που τα βιβλία δεν έχουν φθάσει ακόμη στο σύνολό τους στα σχολεία, τα λειτουργικά έξοδα είναι στο ναδίρ, οι μαθητές στοιβάζονται σε πληθωρικά τμήματα και οι δάσκαλοι κυριολεκτικά πεινάνε και δεν ξέρουν τι θα τους ξημερώσει).
Η παρουσία της Χριστοφιλοπούλου στη Βουλή υπενθύμισε στους εκπαιδευτι- κούς ότι η αξιολόγηση ήταν και είναι σταθερός στόχος του υπουργείου Παιδείας, ενώ θυμίζουμε ότι αποτελεί και δέσμευση της κυβέρνησης απέναντι στους τροϊκανούς (υπάρχει ειδική αναφορά στο Μνημόνιο).
Γιούλα Γκεσούλη