Το τρικ του διαχωρισμού των μεταπτυχιακών σπουδών σε Προγράμματα Μεταπτυχιακών Σπουδών (Π.Μ.Σ.) και σε Προγράμματα Μεταπτυχιακής Επαγγελματικής Ειδίκευσης (Π.Μ.Ε.Ε.) επινόησαν οι συριζαίοι, για να νομιμοποιήσουν τα υψηλά δίδακτρα στις περισσότερες περιπτώσεις των μεταπτυχιακών σπουδών και να άρουν κατά κάποιο τρόπο τις αντιδράσεις των πρυτάνεων των Πανεπιστημίων.
Σύμφωνα με το νομοσχέδιο «Δεύτερος και τρίτος κύκλος σπουδών των Α.Ε.Ι. – Προγράμματα Μεταπτυχιακών Σπουδών, Διδακτορικές Σπουδές και άλλες διατάξεις», που κατατέθηκε στη Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή της Βουλής, τα μεν Π.Μ.Σ. αποσκοπούν «στην προαγωγή της επιστημονικής γνώσης και των τεχνών, την ανάπτυξη της έρευνας και την υψηλού επιπέδου εξειδίκευση πτυχιούχων σε εφαρμογές, ειδικές θεματικές ενότητες ή επί μέρους κλάδους των επιστημών οι οποίοι θεραπεύονται στα προγράμματα πρώτου κύκλου σπουδών των ελληνικών Α.Ε.Ι.», τα δε Π.Μ.Ε.Ε. «αποβλέπουν στη συστηματική ανανέωση και διεύρυνση των επαγγελματικών γνώσεων και δεξιοτήτων πτυχιούχων Α.Ε.Ι.».
Καταρχάς, η φοίτηση σε μεταπτυχιακά προγράμματα αποσκοπεί κυρίως στη διεύρυνση των πιθανοτήτων για την εύρεση εργασίας και την επαγγελματική αποκατάσταση, ενώ περιορισμένος είναι ο αριθμός εκείνων που φοιτά σε μεταπτυχιακά προγράμματα από καθαρά ακαδημαϊκό ενδιαφέρον (ακαδημαϊκή καριέρα).
Επειτα, «η προαγωγή της επιστημονικής γνώσης και η ανάπτυξη της έρευνας» έχει ως φυσικό επακόλουθο για κείνον που την πραγματοποιεί μέσω των Π.Μ.Σ. και την «υψηλού επιπέδου εξειδίκευσή» του «σε εφαρμογές, ειδικές θεματικές ενότητες ή επί μέρους κλάδους των επιστημών», που με τη σειρά της εμπεριέχει και την «ανανέωση και διεύρυνση των επαγγελματικών γνώσεων και δεξιοτήτων», που αποκτώνται, υποτίθεται, μέσα από Π.Μ.Ε.Ε.
Αρα, ο διαχωρισμός μεταξύ Π.Μ.Σ. και Π.Μ.Ε.Ε. από άποψη περιεχομένου είναι καθαρά γελοίος. Το «κλειδί» του τεχνητού διαχωρισμού είναι, κατά τη γνώμη μας, αποκλειστικά το ύψος των διδάκτρων που επιβάλλονται στη μια και την άλλη περίπτωση και ο τρόπος χρηματοδότησης.
Στα μεν Π.Μ.Σ., η χρηματοδότηση «προέρχεται i) από τον προϋπολογισμό του ΑΕΙ που είναι υπεύθυνο για τον σχεδιασμό τους, ii) από το ΥΠΠΕΘ, iii) από δωρεές, παροχές, κληροδοτήματα, χορηγίες φορέων του δημοσίου ή ιδιωτικού τομέα, από παροχές νομικών προσώπων, πόρους από ερευνητικά προγράμματα, ευρωπαϊκούς πόρους και κάθε άλλη νόμιμη πηγή, iv) από μέρος των εσόδων ή των οφειλών των υπόχρεων των Ειδικών Λογαριασμών Κονδυλίων Ερευνας (ΕΛΚΕ) των ΑΕΙ και v) από το παρακρατούμενο μέσω του ΕΛΚΕ ποσοστό των εσόδων των Π.Μ.Σ. ή των Π.Μ.Ε.Ε.». Για δε τα Π.Μ.Ε.Ε. «προβλέπονται δίδακτρα και πόροι που καταβάλλονται από ιδιωτικούς φορείς και αποβλέπουν στην επιμόρφωση του υπαλληλικού και στελεχικού τους δυναμικού».
Οι συριζαίοι άλλαξαν και την ονομασία «δίδακτρα» για τα Π.Μ.Σ. και την αντικατέστησαν με το «τέλος εγγραφής», ώστε να μην προκαλούν και να κάνουν και τη σχετική δημαγωγία.
Για δημαγωγικούς λόγους αναφέρουν ότι το «τέλος εγγραφής» προβλέπεται μόνο «σε εξαιρετικές περιπτώσεις, κατά τις οποίες τα λειτουργικά έξοδα ενός Π.Μ.Σ. δεν είναι δυνατό να καλυφθούν εξ ολοκλήρου από τις υπό i έως v πηγές χρηματοδότησης». Το χάλι της χρηματοδότησης των Πανεπιστημίων όμως είναι τέτοιο που η «εξαιρετική περίπτωση» θα είναι ένα γενικευμένο και μόνιμο φαινόμενο.
Στα Π.Μ.Σ. «το ποσό του τέλους εγγραφής προσδιορίζεται για όλη τη διάρκεια σπουδών που προβλέπει το Π.Μ.Σ. και το ύψος του δεν υπερβαίνει το ποσό των 500 Ευρώ για Π.Μ.Σ. διάρκειας δύο εξαμήνων, 750 Ευρώ για Π.Μ.Σ. διάρκειας τριών εξαμήνων και 1.000 Ευρώ για Π.Μ.Σ. διάρκειας τεσσάρων εξαμήνων» (τα περισσότερα Π.Μ.Σ. διαρκούν τέσσερα εξάμηνα, άρα μιλούμε για 1.000 ευρώ στη συντριπτική πλειοψηφία των μεταπτυχιακών προγραμμάτων). Ενώ στην περίπτωση λειτουργίας Π.Μ.Ε.Ε., «τα προβλεπόμενα δίδακτρα δεν μπορούν να ξεπερνούν κατά δυόμισι φορές τα προβλεπόμενα τέλη εγγραφής σε Π.Μ.Σ.», δηλαδή μπορεί να ξεκινούν από 1.250 ευρώ και να φθάνουν τα 2.500 ευρώ.
Σημειώνουμε δε, ότι τα Π.Μ.Σ. των τμημάτων οικονομικού και χρηματοπιστωτικού ενδιαφέροντος -που έχουν σήμερα υψηλά δίδακτρα- θα είναι κατά πάσα πιθανότητα και αυτά που θα χαρακτηριστούν Π.Μ.Ε.Ε., ενώ είναι και αυτά που συγκεντρώνουν το ενδιαφέρον των επιχειρήσεων. Η χρηματοδότηση των προγραμμάτων αυτών από τις καπιταλιστικές επιχειρήσεις για την «εξειδίκευση» του υψηλού στελεχικού δυναμικού τους θα είναι μόνο ένα μέρος της χρηματοδότησης των μεταπτυχιακών, το μεγαλύτερο μέρος θα προέρχεται από την τσέπη των ίδιων των φοιτητών τους.
Το νομοσχέδιο για τα μεταπτυχιακά αποτελεί μέσον δημαγωγίας για τους συριζαίους -ειδικά η ρύθμιση για την επιβολή πλαφόν στα δίδακτρα-, τώρα που δεν τους έχει απομείνει πλέον τίποτε με το οποίο μπορούν να εξαπατήσουν την εργαζόμενη κοινωνία.
Σε προηγούμενο φύλλο της εφημερίδας (Κόντρα, αρ. φύλ. 885) σημειώναμε:
Είναι αλήθεια ότι την τελευταία δεκαπενταετία η «βιομηχανία» των μεταπτυχιακών στα ελληνικά Πανεπιστήμια έλαβε μεγάλες διαστάσεις. Εκατοντάδες προγράμματα μεταπτυχιακών σπουδών δημιουργήθηκαν, πατώντας πάνω στην αγωνία της σπουδάζουσας νεολαίας να εξασφαλίσει μια θέση στην αγορά εργασίας, μέσω τάχα της ιδιαίτερης ειδίκευσης που θα αποκτούσε σε κάποιον τομέα, αλλά και στην προσπάθεια των Πανεπιστημίων να επιβιώσουν εξοικονομώντας κονδύλια βγαλμένα από την «τσέπη» των μεταπτυχιακών φοιτητών, όπως και στην προσπάθεια πολλών πανεπιστημιακών καθηγητών να αυξήσουν τον μισθό τους διδάσκοντας στα μεταπτυχιακά προγράμματα.
Δημιουργήθηκε, λοιπόν, μια «άρρωστη» κατάσταση, όπου τα ιδρύματα και οι διδάσκοντες κέρδιζαν από το υστέρημα και τον πόθο των νέων να αποκατασταθούν επαγγελματικά, ενώ το αστικό κράτος έμενε αλώβητο σε ρόλο παρατηρητή, γλυτώνοντας κονδύλια για τη λειτουργία των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων. Μέσα σ’ αυτόν τον κυκεώνα είναι φυσικό να υπάρχουν πολλά μεταπτυχιακά προγράμματα αμφίβολης σημασίας και αξίας. Και πάνω απ’ όλα βεβαίως παραμένει το ουσιαστικό ερώτημα για την καθαυτό αξία των μεταπτυχιακών σπουδών. Γιατί π.χ. πολλές βασικές γνώσεις για την κατάκτηση μιας επιστήμης να μεταφέρονται στον μεταπτυχιακό κύκλο και να μην υπάρχουν στον βασικό κύκλο σπουδών, ώστε να αποτελέσουν κοινό κτήμα όλων των φοιτητών;
Η απάντηση βρίσκεται στην κακόφημη διακήρυξη της Μπολόνια, που διαχώρισε τις σπουδές σε τρεις κύκλους (προπτυχιακό, μεταπτυχιακό, διδακτορικό) και καθιέρωσε τη λογική των πιστωτικών μονάδων, ώστε η ανέλιξη στους δυο τελευταίους να αποτελεί προνόμιο μόνο λίγων και εκλεκτών, ενώ οι πολλοί, προορισμένοι για τις κατώτερες περιοχές της παραγωγής και των αστικών μηχανισμών, να περιορίζονται στις απόλυτα απαραίτητες βασικές γνώσεις και δεξιότητες, με στόχο να είναι «ευέλικτοι», δηλαδή αναλώσιμοι για το κεφάλαιο και το σύστημα.
Τη διακήρυξη της Μπολόνια έβαλε σε εφαρμογή ο νόμος Διαμαντοπούλου (Ν. 4009/2011). Ο νόμος επέβαλε τους τρεις κύκλους σπουδών, με τον πρώτο κύκλο, που οδηγεί σε πτυχίο, να ορίζεται τριετής (περιλαμβάνει μαθήματα που αντιστοιχούν σε 180 ακαδημαϊκές μονάδες, όταν ένα ακαδημαϊκό έτος απαιτεί μαθήματα που αντιστοιχούν σε 60 μονάδες).
Αυτή άλλωστε είναι η διαδεδομένη ευρωπαϊκή πρακτική (bachelor), που προέκυψε από τις σύγχρονες ανάγκες του κεφαλαίου για μαζική παραγωγή «χεριών», για εργαζόμενους φθηνούς με γνώσεις «μιας χρήσης» και για μια ελίτ στελεχικού δυναμικού με μεταπτυχιακούς και διδακτορικούς τίτλους.
Το νομοσχέδιο των συριζαίων για τα μεταπτυχιακά δεν απορρίπτει αυτή τη λογική. Απλώς επιχειρεί να βάλει κάποια όρια στη λειτουργία προγραμμάτων μεταπτυχιακών σπουδών, ενώ παίρνει και κάποια φιλολαϊκά, υποτίθεται, μέτρα περιορίζοντας το ύψος των διδάκτρων.
Με το παρόν νομοσχέδιο, οι συριζαίοι ικανοποιούν επίσης ένα χρόνιο αίτημα των Πολυτεχνείων και των Γεωπονικών Σχολών, να θεωρούνται οι πενταετείς και εξαετείς σπουδές, σπουδές που αποδίδουν πτυχίο επιπέδου master. Στο νομοσχέδιο αναφέρεται χαρακτηριστικά:
«Οι τίτλοι Πανεπιστημιακών Τμημάτων ή Σχολών με θετικό-εφαρμοσμένο προσανατολισμό πενταετούς ή εξαετούς φοίτησης, τα οποία ικανοποιούν τις προϋποθέσεις της επόμενης παραγράφου είναι ισοδύναμα με μεταπτυχιακά διπλώματα υπό τη διεθνή ονομασία ‘’MASTER’’ όπως αυτά χορηγούνται από Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα του ενιαίου Ευρωπαϊκού χώρου εκπαίδευσης, αλλά και όσων χωρών της αλλοδαπής ακολουθούν αντίστοιχη πρακτική.
β. Η ισοδυναμία αυτή ισχύει μόνο για τα Τμήματα ή τις Σχολές οι οποίες, κατά την κρίση της Αρχής Διασφάλισης και Πιστοποίησης της Ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευση (ΑΔΙΠ) πληρούν τις πιο κάτω προϋποθέσεις:
♦ Προσφέρουν σπουδές γνωστικού αντικειμένου με θετικό-εφαρμοσμένο προσανατολισμό.
♦ Εχουν πρόγραμμα ενιαίας και αδιάσπαστης πενταετούς ή εξαετούς φοίτησης.
♦ Διαθέτουν επαρκή σε εύρος και λογική διάρθρωση μαθήματα, που καλύπτουν ολόκληρο το εύρος του σχετικού γνωστικού αντικειμένου, περιλαμβανομένων και επαρκών μαθημάτων εμβάθυνσης (προχωρημένου επιπέδου) διαρκείας δύο τουλάχιστον εξαμήνων.
♦ Προβλέπουν την υποχρεωτική εκπόνηση ερευνητικού χαρακτήρα Διπλωματικής εργασίας, εντός ενός εξαμήνου κατ’ ελάχιστον».
Το βήμα αυτό θεωρείται από πολλούς θετικό, εμείς, όμως, σημειώνουμε ότι πρόκειται ουσιαστικά για την έμμεση αποδοχή και αναγνώριση της κακόφημης Συνθήκης της Μπολόνια, την οποία είχαν πολεμήσει, δικαίως, σύσσωμα μπορούμε να πούμε τα ελληνικά Πανεπιστήμια, όταν το 2001 το θέμα άρχισε να αναδεικνύεται και στην πανεπιστημιακή κοινότητα της χώρας μας.
Γιατί, όταν αναγνωρίζεις ότι οι πενταετείς αδιάσπαστες σπουδές οδηγούν σε master -με δεδομένο ότι η Μπολόνια διαχωρίζει τις σπουδές σε τρεις κύκλους, με τον πρώτο τριετή- σημαίνει ότι έμμεσα αναγνωρίζεις ότι οι τριετείς σπουδές της Μπολόνια μπορούν να οδηγούν στο βασικό πτυχίο (bachelor). Συνεπώς «αδειάζεις» όλες τις υπόλοιπες πανεπιστημιακές σχολές, που στην Ελλάδα έχουν σπουδές που διαρκούν τουλάχιστον τέσσερα έτη! Κοντολογίς υποβαθμίζεις τα ελληνικά Πανεπιστήμια, που έως τώρα κρατούσαν «άμυνα» στις αλλαγές που όριζε η Συνθήκη της Μπολόνια.
Το νομοσχέδιο προβλέπει:
♦ Τα Π.ΜΣ. εδρεύουν σε αυτοδύναμα Τμήματα, θεραπεύουν ίδιες ή συναφείς ειδικότητες με το επιστημονικό πεδίο του Τμήματος.
♦ Τα Π.Μ.Σ. απονέμουν Δίπλωμα Μεταπτυχιακών Σπουδών (Δ.Μ.Σ.). Τα Προγράμματα Μεταπτυχιακής Επαγγελματικής Ειδίκευσης (Π.Μ.Ε.Ε.) απονέμουν Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Επαγγελματικής Ειδίκευσης (Μ.Δ.Ε.Ε.). Το Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Επαγγελματικής Ειδίκευσης είναι δίπλωμα ισότιμο με Δ.Μ.Σ., που δεν καλύπτει, όμως, την τυπική προϋπόθεση για την εκπόνηση διδακτορικής διατριβής.
♦ Τα Π.Μ.Σ. και τα Π.Μ.Ε.Ε. αντιστοιχούν κατ’ ελάχιστον στις εκάστοτε οριζόμενες από τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές ρυθμίσεις πιστωτικές μονάδες (European Credit Transfer and Accumulation System, E.C.T.S.). Οι μεταπτυχιακοί τίτλοι σπουδών που απονέμουν τα ελληνικά Α.Ε.Ι. υπόκεινται στους περιορισμούς και τους κανόνες που απορρέουν από το εκάστοτε ισχύον στην Ελλάδα ευρωπαϊκό σύστημα μεταφοράς και συσσώρευσης πιστωτικών μονάδων.
♦ Απόφαση επιβολής τέλους εγγραφής σε Π.Μ.Σ. λαμβάνεται από τη Σύγκλητο ή τη Συνέλευση του ΑΕΙ με απόλυτη πλειοψηφία επί των μελών της. Προϋπόθεση για την έγκριση αυτή είναι η ειδικά αιτιολογημένη και διεξοδικά τεκμηριωμένη πρόταση της Συνέλευσης του αρμόδιου Τμήματος.
♦ Πρόσθετες επιβαρύνσεις, που δεν μπορούν να υπερβαίνουν το 1/4 του τέλους εγγραφής, μπορεί να προβλέπονται για το κόστος συμμετοχής μεταπτυχιακών φοιτητών σε εκπαιδευτικές και ερευνητικές δραστηριότητες.
♦ Εντολή αυτοδύναμης διδασκαλίας και επίβλεψης μεταπτυχιακών διπλωματικών εργασιών παρέχεται από τη Συνέλευση του Τμήματος, με απόλυτη πλειοψηφία επί των μελών της, σε καθηγητές του οικείου Τμήματος, άλλων Τμημάτων του Ιδρύματος ή άλλων ΑΕΙ της ημεδαπής ή της αλλοδαπής, μέχρι και προ τριετίας αφυπηρετήσαντες καθηγητές, ερευνητές, διδάκτορες καθώς και όσες κατηγορίες διδασκόντων, ερευνητών ή επιστημόνων αναγνωρισμένου κύρους.
♦ ΑΕΙ της ημεδαπής μπορούν να συνεργάζονται με αναγνωρισμένα ομοταγή ιδρύματα ή Ερευνητικά Ιδρύματα της αλλοδαπής για την οργάνωση και λειτουργία κοινών Π.Μ.Σ. για χορήγηση Δ.Μ.Σ.
♦ Στις διδακτικές υποχρεώσεις των καθηγητών εμπίπτει μια τουλάχιστον πλήρης τρίωρη εβδομαδιαία διδασκαλία σε μεταπτυχιακό πρόγραμμα. Για τις αμοιβές αυτές ισχύουν οι εκ του Νόμου προβλεπόμενες παρακρατήσεις υπέρ του ΕΛΚΕ. Το σύνολο των ακαθάριστων μηνιαίων απολαβών καθηγητών και ερευνητών από την εν γένει συμμετοχή τους σε Π.Μ.Σ. δεν μπορεί να υπερβαίνει το 50% του ακαθάριστου βασικού μηνιαίου μισθού καθηγητή πρώτης βαθμίδας.
♦ Η παρακολούθηση είναι υποχρεωτική για τους εγγεγραμμένους μεταπτυχιακούς φοιτητές, σύμφωνα με τις προβλέψεις του οικείου κανονισμού.
♦ Οι μεταπτυχιακοί φοιτητές έχουν όλα τα δικαιώματα, τις παροχές και τις διευκολύνσεις που προβλέπονται και για τους φοιτητές του πρώτου κύκλου σπουδών πλην του δικαιώματος παροχής δωρεάν διδακτικών συγγραμμάτων.
♦ Οι μεταπτυχιακοί φοιτητές ανανεώνουν υποχρεωτικά την εγγραφή τους κάθε ακαδημαϊκό εξάμηνο.
♦ Οι διδακτορικές σπουδές προσφέρονται δωρεάν και οργανώνονται σε αυτοδύναμα Τμήματα Πανεπιστημίων (σ.σ. οι φοιτητές που εκπονούν διδακτορικό είναι πολύ λιγότεροι σε σύγκριση με αυτούς που παρακολουθούν τον δεύτερο κύκλο σπουδών, δηλαδή τα Π.Μ. Σ, στα οποία και η επιβολή «τέλους εγγραφής» θα είναι γενικευμένη).
♦ Οι υποψήφιοι διδάκτορες έχουν και διατηρούν μέχρι πέντε πλήρη ακαδημαϊκά έτη από την πρώτη εγγραφή τους, όλα τα δικαιώματα, τις παροχές και τις διευκολύνσεις που προβλέπονται και για τους φοιτητές του δεύτερου κύκλου σπουδών, όπως προβλέπεται στους οικείους Κανονισμούς. Μέχρι και ένα έτος μετά την ολοκλήρωση της διδακτορικής τους διατριβής, διατηρούν δικαιώματα πρόσβασης, δανεισμού και χρήσης των ηλεκτρονικών υπηρεσιών των πανεπιστημιακών βιβλιοθηκών.
♦ Τα Πανεπιστήμια δύνανται να ιδρύουν Ινστιτούτα Διδακτορικών Σπουδών (Ι.ΔΙ.Σ.), τα οποία ανταποκρίνονται σε διεθνώς παραδεδεγμένες κατηγοριοποιήσεις επιστημών. Αποτελούνται από Σχηματισμούς επιστημονικών και ερευνητικών πεδίων οι οποίοι αντιστοιχούν σε επιμέρους ενότητες συγγενών γνωστικών αντικειμένων που θεραπεύονται στο Ιδρύον Πανεπιστήμιο (Κτητορικό Ιδρυμα) και τους συνεργαζόμενους θεσμούς.
Σε μεταβατική διάταξη του νομοσχέδιου προβλέπεται:
Τα ήδη υφιστάμενα Π.Μ.Σ. στα Α.Ε.Ι. και τα Π.Μ.Σ. σύμπραξης των Α.Ε.Ι. με Α.Ε.Ι. της ημεδαπής ή της αλλοδαπής παύουν να λειτουργούν, εάν εντός τεσσάρων (4) μηνών από τη δημοσίευση του νόμου αυτού στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως δεν έχουν προσαρμοσθεί στις διατάξεις του.