Η κυβέρνηση, με τη συμφωνία της αντιπολίτευσης, παρέτεινε τις εργασίες της Ολομέλειας της Βουλής, ενώ στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων άρχισαν πυρετωδώς πρόγραμμα συζήτησης του νομοσχέδιου Γιαννάκου
Η κυβέρνηση πήρε τελικά την απόφαση να παρατείνει και το καλοκαίρι τη λειτουργία της Ολομέλειας της Βουλής. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος ανακοίνωσε ότι η κυβέρνηση δεν θα εκδώσει το προεδρικό διάταγμα για τη λήξη των εργασιών, ενώ σύμφωνα με πληροφορίες μας το θέμα θα πάει για έγκριση και στην ίδια την Ολομέλεια. Το χρονοδιάγραμμα εργασιών προβλέπει διακοπή για τη θερινή άδεια την Παρασκευή 28 Ιούλη και επανέναρξη την Τρίτη 22 Αυγούστου. Δηλαδή, η Ολομέλεια θα συνεδριάσει ολόκληρο τον Ιούλη και το Σεπτέμβρη και περίπου το ένα τρίτο του Αυγούστου.
Υποτίθεται ότι η παράταση των εργασιών της Ολομέλειας γίνεται για να μην υπάρξει παραγραφή σε αδικήματα που σχετίζονται με την προμήθεια των οπλικών συστημάτων TOR-M1. Oσο, όμως, κι αν πιέστηκε ο Αντώναρος να πει αν υπάρχει κάτι συγκεκριμένο που να σχετίζεται με την παράταση των εργασιών της Ολομέλειας, δεν απάντησε. Το πιο σημαντικό όμως είναι το πρόγραμμα των εργασιών της Ολομέλειας, που αποφασίστηκε ομόφωνα από τη διάσκεψη των προέδρων. Εχουν βάλει κανονικό νομοθετικό έργο δυο μέρες την εβδομάδα. Αν η παράταση αφορούσε μόνο την αποτροπή παραγραφής για αδικήματα που σχετίζονται με τη συγκεκριμένη προμήθεια πολεμικού υλικού, ποιος ο λόγος να βάλουν τόσο πυκνό νομοθετικό πρόγραμμα;
Τι είδους νομοσχέδια θα ψηφίσουν μέσα στο καλοκαίρι; Και γιατί να μη ψηφίσουν και το νομοσχέδιο της Γιαννάκου για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, το οποίο ήδη αποφασίστηκε να συζητηθεί πυρετωδώς στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής, όπως θα δούμε παρακάτω; Γιατί το ΚΚΕ και ο ΣΥΝ συμφώνησαν με τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ στη διάσκεψη των προέδρων να βάλουν ένα τόσο πυκνό πρόγραμμα νομοθετικής εργασίας; Είναι τόσο αφελείς οι ηγεσίες τους που να μη βλέπουν αυτόν τον κίνδυνο; Αφελείς δεν είναι και εμπειρία έχουν. Και γνωρίζουν πολύ καλά πως το μόνο για το οποίο έχει δεσμευτεί η κυβέρνηση είναι πως θα ψηφίσει το νόμο-πλαίσιο στην Ολομέλεια. Εφόσον η Ολομέλεια συνεχίζει κανονικά και μες στο καλοκαίρι, τίποτα δεν την εμποδίζει να φέρει για ψήφιση το νομοσχέδιο για την Παιδεία. Το λιγότερο που είχαν να κάνουν οι εκπρόσωποι των κομμάτων της αντιπολίτευσης είναι να απαιτήσουν από την κυβέρνηση να δεσμευτεί δημόσια ότι δεν θα επιχειρήσει νομοθετικό αιφνιδιασμό στη θερινή Ολομέλεια της Βουλής. Δεν έκαναν ούτε αυτό, αλλά συμφώνησαν στο πρόγραμμα που πρότεινε το προεδρείο της Βουλής, σε συνεργασία με την κυβέρνηση. Ο λόγος; Δεν καίγονται καθόλου για το αν η κυβέρνηση θα περάσει το νόμο-πλαίσιο. Μπορεί και να παρακαλούν κιόλας, γιατί εκείνο που τους ενδιαφέρει δεν είναι να μην περάσει ο νόμος, αλλά να αποκομίσουν πολιτικό όφελος από μια τέτοια πολιτικά τραμπούκικη ενέργεια της κυβέρνησης.
Στο μεταξύ, το ΠΑΣΟΚ απέδειξε για μια φορά ακόμη, ότι επιθυμεί να λειτουργήσει σαν σωσίβιο της κυβέρνησης. Στο άρθρο 16 του Συντάγματος βαδίζουν χέρι-χέρι με τη ΝΔ για την αναθεώρησή του. Αλλά δεν αρκούνται σ’ αυτό. Προσφέρουν σωσίβιο στην κυβέρνηση και για την προώθηση του αντιδραστικού νομοσχέδιου για την τριτοβάθμια εκπαίδευση. «Το ΠΑΣΟΚ –δήλωσε κατηγορηματικά η αρμόδια τομεάρχης Μ. Αποστολάκη- είναι από θέση αρχής ένα κόμμα που σέβεται και ακολουθεί τον διάλογο». Γι’ αυτό και έμεινε στην εναρκτήρια συζήτηση-φιέστα που οργάνωσε η κυβέρνηση στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής (ο Περισσός δήλωσε με επιστολή ότι απέχει και ο ΣΥΝ αποχώρησε με δήλωση του Αλαβάνου).
Ο Α. Λοβέρδος το πήγε ακόμα πιο μακριά: «Εδώ, όμως, σήμερα υπάρχει ένα ζήτημα που σχετίζεται με την τριτοβάθμια εκπαίδευση και μεταβάλλει την πολύ θετική αυτή πρακτική (σ.σ. να συνεδριάζουν οι Επιτροπές και χωρίς να υπάρχει νομοσχέδιο) σε χειρισμό. Είναι οφθαλμοφανές. Το καταλαβαίνουμε, Δεν είμαστε χθεσινοί. Είναι χειρισμός από την πλευρά του υπουργείου. Παρότι αντιλαμβανόμαστε το χειρισμό, την προσπάθεια να αποφύγει το πολιτικό κόστος που δημιουργήθηκε από την ίδια τη συμπεριφορά του υπουργείου, αυτός δεν είναι λόγος για να πούμε εμείς “τα πετάμε έξω και δεν ερχόμαστε”. Είδατε, ότι προσήλθαμε και παραμένουμε».
Πιο κυνική δήλωση απ’ αυτή δεν θα μπορούσε να υπάρξει: Ξέρουμε ότι κάνετε χειρισμό, αλλά είμαστε εδώ και θα σας βοηθήσουμε να τον κάνετε. Θα σας δώσουμε το άλλοθι που ζητάτε. Και τι εννοεί ο Λοβέρδος όταν μιλάει για χειρισμό; Εννοεί ότι η υπουργός Παιδείας προσπαθεί να βγει από το αδιέξοδο ή εννοεί ότι η κυβέρνηση κάνει τις πρώτες κινήσεις για να ψηφίσει το νομοσχέδιο το καλοκαίρι; Επειδή ο ίδιος δεν διευκρίνισε τι εννοεί (αν και προκλήθηκε σχετικά από τη Γιαννάκου), δικαιούμαστε να εκτιμήσουμε ότι τα εννοούσε και τα δύο. Πολύ περισσότερο όταν οι Πασόκοι απέφυγαν να θέσουν οποιοδήποτε ζήτημα χρονοδιαγράμματος του «διαλόγου».
Για να θολώσουν τα νερά για την επί της ουσίας συμφωνία τους με την κυβέρνηση και την πρόθεσή τους να νομιμοποιήσουν το «διάλογο», οι Πασόκοι έστησαν ένα γιαλαντζί καυγά, απ’ αφορμή την αποχώρηση της Γιαννάκου από την Επιτροπή, επειδή έπρεπε να παραστεί στη σύνοδο των υπουργών Παιδείας του ΟΟΣΑ. Αυτό ήταν τελικά το πρόβλημα; Το ότι έφυγε η Γιαννάκου (που στο κάτω-κάτω ήταν δικαιολογημένη); Το νομοσχέδιο δεν είναι πρόβλημα;
Φυσικά και δεν είναι πρόβλημα για το ΠΑΣΟΚ το νομοσχέδιο, αφού ακολουθεί τις κατευθύνσεις της Μπολόνια, τις οποίες έχει προσυπογράψει το ΠΑΣΟΚ. Θέλει να κάνει (και θα κάνει) αντιπολίτευση στην κυβέρνηση, αλλά ταυτόχρονα θέλει να τη διευκολύνει να περάσει το νόμο. Οταν το φοιτητικό κίνημα απαιτεί «καμιά συμμετοχή στον προσχηματικό διάλογο – να αποσυρθεί το νομοσχέδιο», το ΠΑΣΟΚ σπεύδει να χώσει μια ακόμη πισώπλατη μαχαιριά σ’ ένα αγωνιζόμενο κοινωνικό κομμάτι. Το ‘να χέρι νίβει τ’ άλλο και τα δυο το σύστημα…
Μπορεί η Γιαννάκου να εξέφρασε την προσωπική της πικρία για την επίθεση που δέχτηκε, όμως όλοι οι υπόλοιποι νεοδημοκράτες βουλευτές ήταν μέλι-γάλα με τους Πασόκους και εξήραν την υπεύθυνη και συναινετική τους στάση. «Να μη χαλάσει αυτό το ευχάριστο κλίμα συναίνεσης» (Απ. Σταύρου, γραμματέας της ΚΟ της ΝΔ). «Πρέπει να συγχαρώ το ΠΑΣΟΚ, ως κόμμα και αυτό εξουσίας, που δέχεται και συμμετέχει στο διάλογο» (Α. Καραγκούνης, βουλευτής ΝΔ). «Επειδή ό,τι αντιπολίτευση και να υπάρχει, πιστεύω ότι όλοι θέλουμε το κοινό καλό, άρα ό,τι καλή πρόταση υπάρχει με καλή διάθεση, το υπουργείο θα τη δεχτεί για να μπορέσουμε να κάνουμε τις αλλαγές» (Ι. Ιωαννίδης, βουλευτής ΝΔ). «Χαίρομαι γιατί διαπιστώνω ότι από την πλευρά της αξιωματικής αντιπολίτευσης υπάρχει η διάθεση για ουσιαστική συζήτηση» (Α. Σπηλιόπουλος, βουλευτής ΝΔ, πρόεδρος της Επιτροπής).
Μολονότι ήταν γνωστό ότι την επομένη η κυβέρνηση θα ανακοίνωνε την παράταση των εργασιών της Ολομέλειας της Βουλής, η Γιαννάκου επανέλαβε τη σιβυλλική δήλωση: «Δεν πρόκειται να έρθει στα τμήματα της Βουλής το σχέδιο και νομίζω ότι, για όποιον καλόπιστο, ανοίγεται πολύ μεγάλο περιθώριο για συζήτηση». Αφού τμήματα δε θα λειτουργήσουν, τι μένει; Μένει καμιά δέσμευση; Γιατί δε λέει ότι «το νομοσχέδιο δε θα ψηφιστεί το καλοκαίρι»;
Εκείνο, όμως, που μας ψύλλιασε ακόμα περισσότερο ήταν το άνοιγμα του «διαλόγου» και η βιασύνη να βάλουν πολλές συνεδριάσεις της Επιτροπής. Οι Πασόκοι είπαν ότι θέλουν να καλέσουν στην Επιτροπή εκπροσώπους φορέων. «Η κυβέρνηση συμφωνεί a priori να καλέσετε όποιον θελήσετε για να πει την άποψή του, οποιονδήποτε θελήσετε να καλέσετε». Οταν αποχώρησε η Γιαννάκου, ο Ταλιαδούρος πρότεινε να κληθούν εκπρόσωποι των πρυτάνεων, των προέδρων των ΤΕΙ, του ΕΣΥΠ, των ΓΣΕΕ, ΑΔΕΔΥ, ΓΣΕΒΕΕ, ΣΕΒ, των φοιτητών και πάει λέγοντας. Η Μ. Αποστολάκη πρότεινε να δοθεί προσοχή στην κλήση των φοιτητών για να υπάρχει η μεγαλύτερη δυνατή εκπροσώπηση: «Αυτό σημαίνει συντονιστικό καταλήψεων, φοιτητικές παρατάξεις κλπ. Το βασικό είναι μια βαθιά εκπροσώπηση του φοιτητικού κινήματος, όπως σήμερα έχει εκφραστεί». Ο νεοδημοκράτης πρόεδρος της Επιτροπής έσπευσε να συμφωνήσει δηλώνοντας: «Σε ό,τι αφορά τους φοιτητές και το γονεϊκό κίνημα, θα συνεννοηθούμε εγώ ως πρόεδρος με τα κόμματα, για να μην γίνει κανένα λάθος».
Θα περίμενε κανείς ότι αφού δεν τους βιάζει τίποτα ν’ αφήσουν το χρόνο να κυλήσει. Ομως έκαναν όλοι σαν κυνηγημένοι. Νεοδημοκράτες και Πασόκοι. Το ΠΑΣΟΚ ζήτησε να μπει οπωσδήποτε μέσα σ’ αυτή τη βδομάδα η επόμενη συνεδρίαση της Επιτροπής. Ο Ι. Ιωαννίδης (φρέσκος βουλευτής, αλλά χρόνια στο κουρμπέτι, το ‘πιασε αμέσως το νόημα) ζήτησε να μπει η δεύτερη συνεδρίαση Πέμπτη (προχθές) και στο καπάκι η τρίτη συνεδρίαση Παρασκευή πρωί. Ο πρόεδρος του υπενθύμισε ότι Δευτέρα και Παρασκευή δε συνεδριάζουν οι Επιτροπές και κατέληξαν να συζητήσουν Πέμπτη, οπότε θα καταλήξουν και στο χρονοδιάγραμμα εργασιών.
Αυτές οι συνεδριάσεις είναι άτυπες, αφού το νομοσχέδιο δεν έχει κατατεθεί στη Βουλή. Ομως, έχουν τη μορφή τυπικών συνεδριάσεων που συζητούν ένα νομοσχέδιο. Της νεοδημοκράτισσας Χρ. Καλογήρου της ξέφυγε κάποια στιγμή και είπε «είμαστε εδώ για να συζητήσουμε επάνω σε ένα σχέδιο νόμου-πλαισίου». Το ίδιο και ο Ιωαννίδης: «Επειδή το νομοσχέδιο είναι σοβαρό, θα μείνουμε Πέμπτη βράδυ. Προγραμματίστε συνεδρίαση και Παρασκευή πρωί, τουλάχιστον να γίνει και η δεύτερη». Αφού, λοιπόν, η ακρόαση των φορέων (όσων εξ αυτών προσέλθουν) θα γίνει στη διάρκεια αυτών των άτυπων συνεδριάσεων της Επιτροπής, ο «διάλογος» θα κηρυχτεί περαιωμένος και ο νόμος-πλαίσιο θα μπορεί να κατατεθεί και να συζητηθεί με συνοπτικές διαδικασίες στην Επιτροπή (δε θα χρειαστεί να ξανακληθούν οι φορείς). Οσο για την ψήφιση στην Ολομέλεια, αρκεί να σας πούμε ότι έχουν προγραμματιστεί 16 τακτικές συνεδριάσεις νομοθετικής εργασίας, χώρια αυτές που μπορούν να πάρουν από τον κοινοβουλευτικό έλεγχο (συνηθισμένη πρακτική) και χώρια τις εμβόλιμες που μπορούν να βάλουν (επίσης συνηθισμένη τακτική).
Ξέρουμε το ερώτημα που θα μας βάλουν αυτοί που σπεύδουν να κλείσουν τον κύκλο των καταλήψεων: Θα τολμήσει η κυβέρνηση να επωμιστεί το πολιτικό κόστος ενός θερινού αιφνιδιασμού; Το ερώτημα αυτό είναι πολιτικά αφελές και αντιστρέφεται πολύ εύκολα: Και γιατί να μη τολμήσει; Η κυβέρνηση έχει υποστεί ήδη το πολιτικό κόστος των καταλήψεων. Ξέρει ότι όποτε και να φέρει το νομοσχέδιο θα έχει αντιδράσεις. Το πολιτικό κόστος είναι γι’ αυτή δεδομένο. Γιατί, λοιπόν, να μην πρυτανεύσουν οι εισηγήσεις πρωτοκλασάτων υπουργών (Σουφλιάς, Μεϊμαράκης, Παυλόπουλος), που ζητούν να ψηφιστεί τώρα το νομοσχέδιο, γιατί αργότερα θα είναι χειρότερα;
Εμείς δε λέμε ότι οπωσδήποτε η κυβέρνηση θα ψηφίσει το νομοσχέδιο το καλοκαίρι. Δεν παίζουμε Λόττο. Ρεπορτάζ κάνουμε, δεδομένα καταγράφουμε και σ’ αυτά στηρίζουμε μια πολιτική ανάλυση που καταλήγει στο συμπέρασμα ότι αυτή τη στιγμή ο κίνδυνος ενός θερινού αιφνιδιασμού είναι πολύ πιο μεγάλος σε σχέση με πριν δυο εβδομάδες. Γιατί είναι μεγαλύτερος; Πρώτο, γιατί η κυβέρνηση θα μπορεί να ψηφίσει το νόμο-πλαίσιο στην Ολομέλεια της Βουλής και όχι σε Τμήμα. Δεύτερο, γιατί θα έχει το πρόσχημα ότι έκανε διάλογο και στη Βουλή και κάλεσε όλους τους φορείς, ακόμα και τους εκπροσώπους των καταλήψεων να προσέλθουν και να μιλήσουν στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων. Τρίτο και κυριότερο, γιατί δε θα νιώθει την καυτή ανάσα του φοιτητικού κινήματος στο σβέρκο της. θα έχει αυτή την πρωτοβουλία των κινήσεων και όχι το κίνημα.
Ναι, αλλά μπορεί το Σεπτέμβρη να έχουμε νέο κίνημα. Δεν το φοβάται αυτό η κυβέρνηση; Ο μόνος τρόπος για να απαλλαγεί απ’ αυτό το φόβο είναι να μην ψηφίσει ποτέ το νόμο-πλαίσιο. Από τη στιγμή που θέλει να τον ψηφίσει οποωσδήποτε (αυτό το ξεκαθάρισε ο ίδιος ο Καραμανλής, καλύπτοντας απόλυτα τη Γιαννάκου), είτε τώρα είτε το φθινόπωρο, τον κίνδυνο ενός νέου γύρου καταλήψεων θα τον έχει. Γιατί, λοιπόν, το Μαξίμου (γιατί το Μαξίμου θα πάρει την απόφαση) να μη σκεφτεί ότι ψηφίζοντας το νόμο τώρα αποκτά κάποια πλεονεκτήματα; Πρώτον αιφνιδιάζει, δεύτερο φέρνει το κίνημα αντιμέτωπο με ένα ψηφισμένο νόμο και όχι με ένα νομοσχέδιο (ξέρουμε ποια ψυχολογία επικρατεί σ’ αυτές τις περιπτώσεις), τρίτο καλλιεργεί απογοήτευση στα πιο ταλαντευόμενα κομμάτια του κινήματος, τέταρτο βρίσκει τους φοιτητές αντιμέτωπους με μια διπλή εξεταστική περίοδο. Ολα αυτά μετράνε. Δεν ξέρουμε πόσο θα τα μετρήσει το επιτελείο του Μαξίμου, όμως μετράνε.
Ακούγεται συχνά τις τελευταίες μέρες άλλο ένα κάλπικο επιχείρημα. Οτι κάνοντας αυτή την ανάλυση και προτείνοντας τη συνέχιση των καταλήψεων με στόχο την απόσυρση του νομοσχέδιου, από τη μια μειώνουμε τη μεγάλη νίκη που κατέκτησε το κίνημα και από την άλλη υποτιμούμε τις δυνατότητες που έχει αυτό το κίνημα. Εμείς δεν είμαστε λαϊκιστές για να χαϊδεύουμε τον κόσμο με ωραία λογάκια. Οταν έχεις ένα νομοσχέδιο άρτια επεξεργασμένο νομοθετικά, έτοιμο για κατάθεση και ψήφιση στη Βουλή, όταν έχεις την Ολομέλεια της Βουλής να λειτουργεί καλοκαιριάτικα, όταν έχεις ταχύτατες διαδικασίες κοινοβουλευτικού διαλόγου, με επισπεύδον το ΠΑΣΟΚ, όταν έχει «μπετοναρισμένο» μέτωπο ΝΔ και ΠΑΣΟΚ για την αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος, είναι ντροπή να μιλάς για μεγάλη νίκη, χαϊδεύοντας αυτιά και μετατρέποντας αυτή την εκτίμηση σε δικό σου τονωτικό για ευτυχισμένες διακοπές. Οσο για την υποτίμηση του κινήματος, δεν είμαστε εμείς που την κάνουμε, αλλά αυτοί που του ζητούν να παρατήσει έναν αγώνα στη μέση και να το κόψει για τις γαλάζιες ακτές. Αυτοί που δεν πίστεψαν ποτέ, ότι αυτό το κίνημα μπορεί να τρίψει αυτό το νομοσχέδιο στη μούρη της κυβέρνησης. Αυτοί που αρκέστηκαν στο «Τρίτη συνέλευση – Πέμπτη πορεία», αποφεύγοντας όπως ο διάβολος το λιβάνι κάθε κλιμάκωση του αγώνα, που θα ατσάλωνε το κίνημα, θα το γέμιζε με εμπειρίες, θα του έδινε τα εφόδια να γίνει πιο αποτλεσματικό και να νικήσει.








