Φιέστες με ακροατήριο που να διαθέτει ευήκοα ώτα ψάχνουν οι Πασόκοι για να αισθανθούν αποδεκτοί και να εξαπολύσουν τη γκεμπελική προπαγάνδα τους ότι κάνουν έργο που πάει τον ελληνικό λαό 200 χρόνια μπροστά! Τη φιέστα αυτή τη φορά διοργάνωσε το υπουργείο Παιδείας. Ηταν η πρώτη συνεδρίαση του Συμβουλίου Διά βίου Μάθησης και Σύνδεσης με την Απασχόληση (συνέρχεται δυο φορές το χρόνο για να κάνει μόνο το σχετικό ντόρο), στο οποίο συμμετέχουν τα φιλαράκια τα καλά, οι εκπρόσωποι των λεγόμενων «κοινωνικών εταίρων», αλλά και των δημοτικών και περιφερειακών αρχόντων. Εν μέσω, λοιπόν, των προέδρων των συνδικαλιστικών οργανώσεων των εργοδοτών (sic), ΣΕΒ, ΓΣΕΒΕ, ΕΣΕΕ, των εργατοπατέρων της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ, της Κεντρικής Ενωσης Δήμων Ελλάδας, της Ενωσης Περιφερειών, αλλά και κυβερνητικών παραγόντων και κολαούζων, ενεφανίσθη ο Γιώργος Παπανδρέου για να παίξει καταρχήν το θέατρο του υπερασπιστή της δημόσιας περιουσίας, μετά την «αποκάλυψη» (ο κόσμος το ‘χει τούμπανο…) ότι η κυβέρνηση έβγαλε ήδη στο παζάρι τα «ασημικά» και τα «οικογενειακά κειμήλια» της χώρας και τα απίθωσε μπροστά στα πόδια της τρόικας.
Μετά την παράσταση, για να αρπάξουν την είδηση τα πρόθυμα παπαγαλάκια, ο ΓΑΠ καταπιάστηκε με την Παιδεία για να της «βγάλει τα μάτια». Κατέβασε μια πρόχειρη έκθεση ιδεών, με μπόλικη σάλτσα αρωματικών καρυκευμάτων. Θέλει, λέει, «ένα σύστημα που δεν θα βγάζει ανθρώπους-καλούπια, αλλά ανθρώπους δημιουργικούς, πολυμήχανους, με δυνατότητες συνεχούς εξέλιξης, που να ξεφεύγουν από τα όρια της συγκεκριμένης εξειδίκευσης…» και μια «άλλη φιλοσοφία για το σχολείο, ένα σχολείο ανοιχτό, ένα σχολείο ελεύθερο, ένα σχολείο δημιουργικό…». Ο Παπανδρέου έχει χρόνια θητεύσει στην πολιτική απάτη. Πίσω από το ήπιο, συγκαταβατικό και χαμογελαστό πρόσωπο, κρύβονται οι πιο χθόνιες σκέψεις και πρακτικές, των οποίων, άλλωστε, όλοι πια, ως ελληνικός λαός, έχουμε εμπειρία. Προσέξτε ότι χρησιμοποιεί τη φράση «συγκεκριμένη εξειδίκευση» (αποφεύγει συστηματικά, σαν ο διάολος το λιβάνι να κάνει αναφορά, έστω για τα μάτια, στην ολόπλευρη μόρφωση), για να την οδηγήσει στη συνέχεια εκεί που επιθυμεί: σε μια άλλη εξειδίκευση, που θα πραγματοποιείται μέσα από ένα σύστημα («δυνατότητες συνεχούς εξέλιξης»). Ο Παπανδρέου περιγράφει ένα εκπαιδευτικό σύστημα επικεντρωμένο απόλυτα στην προσφορά συγκεκριμένων δεξιοτήτων, που απαιτεί εκάστοτε η αγορά εργασίας. Περιγράφει, δηλαδή, ένα σχολείο, ένα εκπαιδευτικό σύστημα φθηνό και «ευέλικτο», που δεν θα διαφέρει από τις δομές απλής κατάρτισης, το οποίο, λόγω των ρηχών γνώσεων με ημερομηνία λήξης που θα προσφέρει, θα γεννά την ανάγκη για επανακατάρτιση. Οι εργαζόμενοι που θα βγαίνουν από αυτού του είδους την εκπαίδευση, είναι φυσικό να αποτελούν απλά «τα χέρια» της παραγωγής και να μην έχουν ιδιαίτερες απαιτήσεις από τον εαυτό τους και προπαντός από τους εργοδότες και το σύστημα συνολικά, γινόμενοι ιδιαίτερα «ενοχλητικοί» με διεκδικήσεις. Είναι οι λεγόμενοι «απασχολήσιμοι» του Σημίτη, που τώρα, τον καιρό του Μνημονίου, έχουν μετατραπεί σε κανονικούς δούλους. Και φυσικά, για τα στελέχη της παραγωγής και του κρατικού μηχανισμού θα υπάρχουν τα λεγόμενα «σχολεία, πανεπιστήμια-κέντρα αριστείας».
Η διαρκής αυτή φάμπρικα των καταρτίσεων-επανακαταρτίσεων έχει πολλαπλά οφέλη για το κράτος και τους καπιταλιστές: Φορτώνει την ευθύνη της αναδουλειάς, της ανεργίας στον ίδιο τον εργαζόμενο, που αισθάνεται ότι φταίει αυτός που δεν έχει τα «προσόντα» για να βρει δουλειά, τον επιβαρύνει με επιπλέον έξοδα, αφού εξαναγκάζεται εξ ιδίων πόρων να καλύπτει την αλυσίδα των επανακαταρτίσεων που προσφέρουν τα πάρα πολλά λαμόγια του είδους (από τα πανεπιστήμια, που διοργανώνουν σχετικά σεμινάρια, τις εταιρίες, μέχρι κάθε λογής ιδιώτη κομπιναδόρο), απαλλάσσει το αστικό κράτος από την υποχρέωση της επαρκούς χρηματοδότησης των σχολείων και των πανεπιστημίων, αφού τα ίδια φροντίζουν για την επιβίωσή τους, μέσα από την προσφορά προγραμμάτων επανακατάρτισης, προσφέρει στους καπιταλιστές μια επιπλέον ευκαιρία να αρπάξουν κρατικό παραδάκι και ταυτόχρονα είναι πρώτης τάξεως κόλπο για να κρυφτεί η πραγματική ανεργία, αφού οι συμμετέχοντες στα προγράμματα επανακατάρτισης δεν θεωρούνται «ενεργός πληθυσμός».
Ο Παπανδρέου υπήρξε πολύ αποκαλυπτικός επ’ αυτού, απευθύνοντας δυναμικό προσκλητήριο σε όλους τους κομπιναδόρους που ασχολούνται με «το άθλημα»: «Αλλού, θα είναι η ενδοϋπηρεσιακή εκπαίδευση, η ενδοεργοστασιακή κατάρτιση και μάθηση, αλλού θα είναι η αυτομόρφωση και όλα αυτά μπορούν να οργανώνονται, όχι μόνο από τα γνωστά Ιδρύματα, αλλά από τους πάντες. Και επειδή εσείς είστε οι εκπρόσωποι συλλογικών και κοινωνικών φορέων, θέλω να τονίσω ότι δεν υπάρχει φορέας που να μην μπορεί να συμβάλει σ’ αυτή την προσπάθεια. Μάλιστα, θα έλεγα και θα σας παρότρυνα: οργανώστε, σκεφτείτε κάθε πρόβλημα και κάθε ανάγκη που έχει ο φορέας σας, καθώς και τις νέες εξελίξεις, και σκεφτείτε πώς θα οργανώσετε τις δικές σας, δια βίου δομές. Και βεβαίως, άκουσα από τους φορείς, την ΓΣΕΕ, τον ΣΕΒ, ότι κάνουν μια τέτοια, μεγάλη προσπάθεια – και μπράβο τους. Πρέπει αυτό, όμως, να διαπεράσει ολόκληρη την κοινωνία, είτε είναι ο Δήμος, είτε είναι το συνδικάτο, είτε είναι μια επιχείρηση, είτε είναι μεγάλες επιχειρήσεις, όπως η ΔΕΗ και ο ΟΤΕ, είτε είναι μια κρατική υπηρεσία, ένα κόμμα, μια Μη Κυβερνητική Οργάνωση, ένα Ιδρυμα, μια τηλεόραση, ένα ραδιόφωνο. Και βέβαια, και τα ίδια τα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα πρέπει να αλλάξουν, για να προσαρμοστούν σ’ αυτή τη δια βίου εκπαίδευση, που σπανίζει στη χώρα μας.
Είδατε τα ΑΕΙ ή τα ΤΕΙ, ή ακόμα και τα σχολεία μας στη γειτονιά, να δίνουν μαθήματα για ενήλικες, για ομάδες πολιτών, για ανέργους, για μετεκπαιδεύσεις; Πολύ σπάνια και, συνήθως, με ατομική πρωτοβουλία, εκείνων που θέλουν να μπουν σε ένα παραδοσιακό πρόγραμμα.
Εγώ λοιπόν προτείνω, να σκεφτεί ο κάθε φορέας πώς θα οργανώσει μαθήματα και δομές δια βίου εκπαίδευσης, για τους ενδιαφερόμενους εντός ή και εκτός του φορέα του. Γιατί στη Θράκη, στην Ηπειρο ή στην Πελοπόννησο, μέσα από τη νέα Περιφέρεια, να μην οργανώσει το ΤΕΙ, το ΑΕΙ, μαθήματα για αγρότες, για επιχειρηματίες, για νέους ανέργους, για μετανάστες, ανάλογα με τις ανάγκες τους, μαζί με τους κοινωνικούς εταίρους και με ανάλογες υπηρεσίες, όπως του ΟΑΕΔ;».
Μετά τον Παπανδρέου, η Διαμαντοπούλου έβγαλε έναν δεκάρικο υπεράσπισης της «νέας στρατηγικής» για την εκπαίδευση: «Η Διά Βίου Μάθηση συνδέεται άμεσα με την οικονομική ανάπτυξη της χώρας και την προοπτική απασχόλησης γιατί παρέχει τη δυνατότητα έγκαιρης ανταπόκρισης στις ανάγκες της αγοράς εργασίας. Με ποιον τρόπο;
Δίνοντας έμφαση στην αναβάθμιση των προσόντων του ανθρώπινου δυναμικού της χώρας και στη σύνδεση των παρεχόμενων προγραμμάτων επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας. Η πρόκληση δεν συνίσταται μόνο στη βελτίωση των δεξιοτήτων αλλά και στην αντιστοιχία των δεξιοτήτων με τις προσφερόμενες θέσεις απασχόλησης. Οι προγνώσεις για τη χώρα μας για τη δεκαετία 2010-2020, όσον αφορά στην προσφορά και ζήτηση θέσεων εργασίας, δείχνουν αύξηση της ζήτησης σε επαγγέλματα μεσαίου και υψηλού μορφωτικού επιπέδου (βλ. έρευνα Cedefop, Skills supply and demand in Europe: medium term forecast up to 2020). Μετά το 2011 και μέχρι το 2020 αναμένεται να δημιουργηθούν γύρω στις 370.000 νέες θέσεις εργασίας, οι περισσότερες από τις οποίες θα είναι στις μεταφορές και στη διανομή αγαθών, στις επιχειρήσεις και στις υπηρεσίες». Η υπουργός Παιδείας και τα αφεντικά από την Εσπερία μας δουλεύουν ψιλό γαζί, όταν όχι μόνο δεν ανοίγουν θέσεις εργασίας, αλλά καρατομούνται και οι ήδη υπάρχουσες, όταν φως στο τούνελ εξόδου από τις δαγκάνες του Μνημόνιου δεν υπάρχει και όταν εδώ και χρόνια χιλιάδες πτυχιούχοι ανώτατων σχολών, με μεταπτυχιακές σπουδές και διδακτορικά παραμένουν στα αζήτητα. Επειτα και τα ίδια τα προγράμματα επανακατάρτισης έχουν αποδειχθεί ασπιρίνες για καρκινοπαθείς. Θυμίζουμε παλαιότερη έρευνα της ΜΕΤΡΟΝ ΑΝΑΛΥΣΙΣ, που έγινε για λογαριασμό του υπουργείου Εργασίας, σύμφωνα με την οποία τα προγράμματα αυτά μηδαμινή συμβολή είχαν στην αύξηση της απασχόλησης.
Δίνοντας έμφαση στην αναβάθμιση των προσόντων του ανθρώπινου δυναμικού της χώρας και στη σύνδεση των παρεχόμενων προγραμμάτων επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας. Η πρόκληση δεν συνίσταται μόνο στη βελτίωση των δεξιοτήτων αλλά και στην αντιστοιχία των δεξιοτήτων με τις προσφερόμενες θέσεις απασχόλησης. Οι προγνώσεις για τη χώρα μας για τη δεκαετία 2010-2020, όσον αφορά στην προσφορά και ζήτηση θέσεων εργασίας, δείχνουν αύξηση της ζήτησης σε επαγγέλματα μεσαίου και υψηλού μορφωτικού επιπέδου (βλ. έρευνα Cedefop, Skills supply and demand in Europe: medium term forecast up to 2020). Μετά το 2011 και μέχρι το 2020 αναμένεται να δημιουργηθούν γύρω στις 370.000 νέες θέσεις εργασίας, οι περισσότερες από τις οποίες θα είναι στις μεταφορές και στη διανομή αγαθών, στις επιχειρήσεις και στις υπηρεσίες». Η υπουργός Παιδείας και τα αφεντικά από την Εσπερία μας δουλεύουν ψιλό γαζί, όταν όχι μόνο δεν ανοίγουν θέσεις εργασίας, αλλά καρατομούνται και οι ήδη υπάρχουσες, όταν φως στο τούνελ εξόδου από τις δαγκάνες του Μνημόνιου δεν υπάρχει και όταν εδώ και χρόνια χιλιάδες πτυχιούχοι ανώτατων σχολών, με μεταπτυχιακές σπουδές και διδακτορικά παραμένουν στα αζήτητα. Επειτα και τα ίδια τα προγράμματα επανακατάρτισης έχουν αποδειχθεί ασπιρίνες για καρκινοπαθείς. Θυμίζουμε παλαιότερη έρευνα της ΜΕΤΡΟΝ ΑΝΑΛΥΣΙΣ, που έγινε για λογαριασμό του υπουργείου Εργασίας, σύμφωνα με την οποία τα προγράμματα αυτά μηδαμινή συμβολή είχαν στην αύξηση της απασχόλησης.
Στη φιέστα πήρε το λόγο και η υπουργός Εργασίας Λ. Κατσέλη, για να διευκρινίσει ότι οι «στοχευμένες δράσεις» θα αφορούν σε προγράμματα κατάρτισης που δένουν με την εικόνα της Ελλάδας που ονειρεύονται: μιας χώρας γκαρσονιών, υπηρεσιών τουρισμού, όπου θα ανθεί η, από πολλές απόψεις, απάτη των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας. Η Κατσέλη επανέλαβε και τα γνωστά ψέματα για ανάγκες δήθεν στον αγροτοδιατροφικό τομέα και σε τομείς ανάπτυξης νέων τεχνολογιών, όταν είναι γνωστό ότι η ΕΕ και οι ελληνικές κυβερνήσεις έχουν ξεπατώσει την αγροτική παραγωγή και έχουν εξαφανίσει τη ντόπια βιομηχανία. Με τέτοιες φιέστες και ανέξοδες φανφάρες, προσπαθεί η κυβέρνηση να πείσει για την πλήρη υποδούλωση της εκπαίδευσης στις ανάγκες της καπιταλιστικής αγοράς εργασίας. Παράλληλα, όπως έγινε και με τις προωθούμενες αλλαγές ισοπέδωσης του δημόσιου πανεπιστήμιου, διοργανώνει δημοσκοπήσεις για να ενισχύσει τη γκεμπελική προπαγάνδα της, ότι τάχα έχει τη συναίνεση της «κοινής γνώμης».
Γνωρίζουμε, βέβαια, ότι οι εταιρίες που αναλαμβάνουν να φέρουν σε πέρας αυτές τις έρευνες κάνουν συχνά μπίζνες με την κυβέρνηση και επομένως λειτουρ- γούν με γνώμονα το «ο πελάτης (εν προκειμένω το υπουργείο Παιδείας) έχει πάντα δίκιο», «πειράζοντας» τα σχετικά αποτελέσματα. Οι ερωτήσεις δε, είναι διατυπωμένες με γενικό και «αθώο» τρόπο, ώστε να εκμαιεύουν θετικές απαντήσεις. Στην έρευνα που έγινε για τη «διά βίου μάθηση» είναι χαρακτηριστικό ότι το 71% δηλώνει μη ενημερωμένο και το 65% ότι δεν έτυχε ν’ ακούσει καν να γίνεται λόγος για τη διά βίου μάθηση. Στην ερώτηση τι σας έρχεται στο μυαλό, όταν ακούτε τη φράση «διά βίου μάθηση», το 24% την ταυτίζει με τον ορισμό της, το 8% με τη μόρφωση/γνώση/μάθηση/παιδεία/εκπαίδευση/εξέλιξη και το 18% δεν γνωρίζει. Ολα αυτά δείχνουν πόσο παραπλανητικό είναι το αποτέλεσμα, ότι δηλαδή το 84% δηλώνει ότι χρειάζεται ενίσχυση της διά βίου μάθησης.
Γιούλα Γκεσούλη