«Για εμάς η λιτότητα σημαίνει σοβαρότητα, αυστηρότητα, αποτελεσματικότητα, μα προπάντων δικαιοσύνη και ισότητα… πρέπει να εγκαταλείψουμε την αυταπάτη ότι είναι δυνατή η διατήρηση ενός τύπου ανάπτυξης που στηρίζεται στην τεχνική διόγκωση της ατομικής κατανάλωσης και παράγει σπατάλες, παρασιτισμό, άδικα προνόμια και διασπάθιση κοινωνικών πόρων».
Τα λόγια του γκεσεμιού του ιταλικού ευρωκομμουνισμού Μπερλιγκουέρ χρησιμοποίησε η Διαμαντοπούλου, μιλώντας κατά τη συζήτηση του προϋπολογισμού στη Βουλή, για να βάλει ακόμη μια φορά την πραγματικότητα με το κεφάλι κάτω, ισχυριζόμενη με θράσος ότι το μεγάλο στοίχημα της κυβέρνησης είναι να μετατρέψει «την άδικη και αιματηρή λιτότητα… σε δίκαιη και αποτελεσματική για τους πολίτες αυστηρότητα και ατομική και συλλογική αλλαγή τρόπου ζωής» (η «δίκαιη αυστηρότητα για τους πολίτες» είναι η συνεχής αβάσταχτη επιβάρυνση μισθωτών και συνταξιούχων και η ενίσχυση των τραπεζών και των τοκογλύφων του διεθνούς και ντόπιου χρηματιστικού κεφαλαίου και η «ατομική και συλλογική αλλαγή τρόπου ζωής» η άλωση κάθε εργασιακού δικαιώματος και η επιστροφή στο μεσαίωνα).
Μεταφέροντας την ειδυλλιακή αυτή εικόνα στο πεδίο της αρμοδιότητάς της, η Διαμαντοπούλου δήλωσε: «Η επιλογή μας ήταν από τη πρώτη μέρα: με λιγότερες δαπάνες, καλύτερο αποτέλεσμα. Λιγότερα χρήματα αλλά σαφείς στόχοι, βαθιές μεταρρυθμίσεις, περισσότερη δουλειά, καλύτερο αποτέλεσμα». Η υπουργός Παιδείας μας θεωρεί ντιπ χαχόλους. Τη στιγμή που είναι παγκοίνως γνωστό ότι τα σχολεία έχουν φθάσει στα όριά τους και απλά φυτοζωούν. Τα βιβλία δεν αναμένεται να τα πάρουν στο σύνολό τους τα παιδιά ούτε σα δώρο Χριστουγέννων, οι λειτουργικές δαπάνες έχουν εξατμιστεί, οι αίθουσες είναι παγωμένες και η θέρμανση, αν υπάρχει, παρέχεται με το σταγονόμετρο, τα πληθωρικά τμήματα είναι ο κανόνας στα μεγάλα αστικά κέντρα, εκπαιδευτικοί λείπουν ακόμη απ’ τα σχολεία, η δεύτερη ξένη γλώσσα ουσιαστικά καταργήθηκε, όλες οι μορφές στήριξης της εκπαιδευτικής διαδικασίας (τμήματα ένταξης, ενισχυτική διδασκαλία, κ.α.) διαγράφηκαν, οι γονείς καλούνται να βάλλουν βαθιά το χέρι στην τσέπη κ.λπ. Αντίστοιχα, στα Πανεπιστήμια η κατάσταση είναι ασφυκτική και πολλά τμήματα, ειδικά σε περιφερειακά ιδρύματα κινδυνεύουν να βάλουν λουκέτο, ενώ προ των πυλών είναι σαρωτικός «πανεπιστημιακός Καλλικράτης».
Την τραγική αυτή πραγματικότητα, που βιώνουν όλες οι εκπαιδευτικές βαθμίδες, η Διαμαντοπούλου την ισοσκελίζει με τις «βαθιές μεταρρυθμίσεις» που πραγματοποίησε και μ’ αυτές που έχει στα σκαριά. Εννοεί την ιδιωτικοποίηση πλευρών της λειτουργίας του δημόσιου σχολείου, με φόρτωμα των δαπανών στις πλάτες των γονιών και των εργαζόμενων, την παρέμβαση των επιχειρήσεων στο περιεχόμενο και τη λειτουργία του σχολείου, τη διοίκηση από διευθυντές-μάνατζερ που θα φροντίζουν για την εξεύρεση «πόρων» για την επιβίωση των σχολείων και θα επιβάλλουν την σιωπή των αμνών με την ενεργοποίηση και εφαρμογή των φασιστικών διατάξεων του δημοσιοϋπαλληλικού κώδικα, τους εξαθλιωμένους, φοβισμένους και υποταγμένους δασκάλους του νέου φτωχολόγιου, εννοεί την ταφόπλακα στο δημόσιο Πανεπιστήμιο, που έβαλε με την ψήφιση του νέου νόμου-πλαίσιο.
Στο τελευταίο αυτό επίτευγμα της σύμπραξης όλου του μαύρου μετώπου των υποστηρικτών του Μνημόνιου, η υπουργός Παιδείας έκανε μάλιστα ιδιαίτερη αναφορά, φροντίζοντας να στείλει και πάλι τρομοκρατικό μήνυμα σε όσους τολμούν να αντιστέκονται: «Η εφαρμογή του νόμου δεν επαφίεται στην καλή διάθεση των διοικήσεων ούτε στη δική τους ερμηνεία του Συντάγματος. Θα ήθελα από του βήματος της Βουλής να κάνω σαφές ότι οι διοικήσεις που αρνούνται με συγκεκριμένους τρόπους την εφαρμογή του νόμου, παίρνουν όλη την ευθύνη της μη λειτουργίας του Πανεπιστημίου ή του ΤΕΙ, λόγω των σαφών επιπτώσεων που καταγράφονται στο νόμο. Τα φαινόμενα βίας, εξουσιομανίας και φασιστικής επιβολής μειοψηφικών απόψεων τελειώνουν μαζί με μια εποχή με πολλά συμπτώματα παρακμής», δήλωσε.
Μπορεί η Διαμαντοπούλου να θέλει να κάνει το μαύρο άσπρο, η κατάσταση, όμως, ασφυξίας στην εκπαίδευση τη διαψεύδει. Και η κατάσταση αυτή θα γίνει ακόμη πιο δραματική, με βάση τα όσα προβλέπει ο ίδιος ο κρατικός προϋπολογισμός για την Παιδεία (ακόμη κι αν εφαρμοστεί ως έχει και δεν τροποποιηθεί στην πορεία μια, δυο και τρεις φορές, αφού οι τροϊκανοί και οι ντόπιοι σφουγγοκωλάριοί τους ανακαλύπτουν συνεχώς «τρύπες» στην εξοικονόμηση εσόδων).
Μόνο 2,7% του ΑΕΠ είναι για το 2012 οι δαπάνες για την Παιδεία, ποσοστό χαμηλότερο και από το εξευτελιστικό 2,88% του 2011 και το 2,77% του 2010. Σύμφωνα με τον τακτικό προϋπολογισμό, οι πιστώσεις που αναλογούν στο υπουργείο Παιδείας για το 2012 είναι 5.733.273.000 ευρώ, μειωμένες κατά 534.799.132,54 ευρώ σε σχέση με το 2011, που και πάλι ήταν πετσοκομμένες σε σχέση με το 2010. Από τις πιστώσεις αυτές 1.747.780.000 ευρώ αντιστοιχούν στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση (143.280.528 ευρώ λιγότερα σε σχέση με το 2011) , 2.191.659.000 ευρώ στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση (212.559.332 ευρώ λιγότερα από πέρυσι), 289.989.000 ευρώ στον τεχνολογικό τομέα (από 353.280.431 ευρώ το 2011) και 869.056.000 στον πανεπιστημιακό τομέα (από 890.431.510 το 2011). Φωτογραφική αποτύπωση του πετσοκόμματος των μισθών των εκπαιδευτικών, που θα επέλθει με την εφαρμογή του νέου μισθολόγιου είναι και οι δαπάνες για μισθούς και συντάξεις. Στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση αυτές είναι 1.734.340.000 ευρώ (1.985.005.912,86 το 2010) και στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση 2.166.938.000 (από 2.385.411.227,12 το 2010).
Γιούλα Γκεσούλη