Η εισήγηση του γενικού εισαγγελέα του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, Ιβ Μποτ, να καταδικαστεί η Ελλάδα για παραβίαση της Οδηγίας 89/48, σχετικά με την αναγνώριση διπλωμάτων, που έχουν αποκτηθεί μετά από σπουδές που πραγματοποιήθηκαν βάσει συμφωνιών δικαιόχρησης μεταξύ Κέντρων Ελευθέρων Σπουδών και Πανεπιστημίων της αλλοδαπής (κυρίως βρετανικά πανεπιστήμια), έδωσε τροφή σε όλα τα παπαγαλάκια της αναθεώρησης του άρθρου 16 του συντάγματος να δημαγωγούν και να προσπαθούν να πάρουν τη ρεβάνς.
Ολοι τους κουνάνε τώρα απειλητικά το δάκτυλο στο κίνημα, που αντιστάθηκε στην αναθεώρηση του άρθρου 16 και στην ίδρυση των ιδιωτικών πανεπιστημίων και προσπαθούν να το καταστήσουν ένοχο γι’ αυτή του την εναντίωση.
Από πίσω τους κρύβεται η ίδια η κυβέρνηση, που προσπαθεί -κουνώντας την απειλή του ευρωεισαγγελέα- να περάσει από τα πλάγια, από την πίσω πόρτα την ίδρυση και λειτουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων και την καταστρατήγηση της συνταγματικής επιταγής.
Γι’ αυτό καθόλου δεν πρέπει να ξεγελαστούμε από τη δημόσια «νηφάλια» στάση της Μαριέττας Γιαννάκου, που μας διαμηνύει ότι δεν πρέπει να βιαστούμε να βγάλουμε συμπεράσματα, πριν δούμε την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου (το οποίο κατά κανόνα συμφωνεί με την πρόταση του εισαγγελέα) και ότι όποια κι αν είναι η απόφαση, αυτή θα αφορά επαγγελματικά και όχι ακαδημαϊκά δικαιώματα.
Ως προς το δεύτερο έχουμε να παρατηρήσουμε ότι στην πράξη τα επαγγελματικά δικαιώματα δεν διαχωρίζονται από τα ακαδημαϊκά και ότι απορρέουν από αυτά. Ο διαχωρισμός τους ήταν ένα πονηρό κόλπο των κυβερνήσεων (και του ΠΑΣΟΚ), ώστε να ανοίξει ο δρόμος στην αναγνώριση των τίτλων που χορηγούν Πανεπιστήμια του εξωτερικού, που έχουν συνάψει συμφωνίες δικαιόχρησης με επιχειρήσεις τύπου Κέντρων Ελευθέρων Σπουδών, για σπουδές που πραγματοποιήθηκαν εν όλω ή εν μέρει σε αυτά, και οι οποίες δεν αναγνωρίζονται από το ελληνικό κράτος ως σπουδές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, ενώ και το ελληνικό σύνταγμα προβλέπει ότι η τριτοβάθμια εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από δημόσια ιδρύματα.
Η Μαριέττα, μετά το θόρυβο που ξέσπασε, μας διαβεβαιώνει επίσης ότι για να αποφευχθεί ο σκόπελος που μας βάζει η ΕΕ, το υπουργείο Παιδείας θα θέσει υπό την εποπτεία του τα Κέντρα Ελευθέρων Σπουδών και θα αξιολογεί τη λειτουργία τους και τη διαδικασία χορήγησης των τίτλων τους. Τούτο όμως θα σημάνει αυτόματα ότι το υπουργείο Παιδείας θα αναβαθμίσει τα Κέντρα Ελευθέρων Σπουδών, θα τα εξυψώσει στο επίπεδο των ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, αφού θεωρεί ότι εμπίπτουν στην αρμοδιότητα και δικαιοδοσία του.
Τα ΚΕΣ είναι κερδοσκοπικές επιχειρήσεις, που εκμεταλλεύονται τα όνειρα και τις ελπίδες χιλιάδων νεολαίων και λειτουργούν χρόνια τώρα, παραπλανώντας την πελατεία τους, με την ανοχή και τις ευλογίες όλων των κυβερνήσεων. Υπάγονται στο υπουργείο Εμπορίου και δεν αποτελούν εκπαίδευση και πολύ περισσότερο ανώτατη εκπαίδευση.
Βέβαια, τα κοράκια της Ευρωπαϊκής Ενωσης έχουν άλλη λογική, από τη δική μας ταπεινή λογική. Θεωρούν ότι η εκπαίδευση είναι υπηρεσία και εμπόρευμα που πουλιέται και αγοράζεται και σαν τέτοια την αντιμετωπίζουν. Επειτα υπερασπίζουν πρωτίστως τα συμφέροντα του μεγάλου ευρωπαϊκού κεφαλαίου και των ιμπεριαλιστικών κρατών της Ευρώπης που επιβάλλουν τους όρους τους και σ’ όλες τις ψωροκώσταινες τύπου Ελλάδας. Το παράδειγμα του «βασικού μετόχου» είναι πολύ πρόσφατο και διδακτικό.
Βεβαίως οι «εθνικές πολιτικές» για την Παιδεία είναι στην αρμοδιότητα των εθνικών κρατών, σύμφωνα με τα τυπικά. Ομως ποιος μπορεί να εμποδίσει τα ισχυρά καπιταλιστικά κράτη να επιβάλλουν τους όρους τους, θεωρώντας μάλιστα ότι η Παιδεία είναι εμπόρευμα προς πώληση; Ποιος μπορεί ν’ αμφισβητήσει ότι το κοινοτικό δίκαιο θα υπερισχύσει του εθνικού, του συντάγματος συμπεριλαμβανομένου;
Γι’ αυτό δεν πρέπει διόλου να επαναπαυθούμε απ’ τις διαβεβαιώσεις και τα καθησυχαστικά λόγια της Μαριέττας.
Ο αγώνας ενάντια στην αναθεώρηση του άρθρου 16 έχει και την πλευρά του αγώνα ενάντια στην επιβολή της Οδηγίας της ΕΕ.
Γιατί αυτή, επιπλέον, δεν θα φέρει μόνο την ισοτίμηση των πτυχίων των ΚΕΣ με τα ελληνικά Πανεπιστήμια, αλλά θα τραβήξει στην πορεία το σύνολο των ελληνικών ΑΕΙ στη μείωση της διάρκειας των σπουδών και στην υποβάθμιση της γνώσης που παρέχεται σ’ αυτά. Ο τριετής πρώτος κύκλος σπουδών της Μπολόνια καραδοκεί στα βάθος.
Γιούλα Γκεσούλη








