Είναι γνωστό ότι η συνδικαλιστική γραφειοκρατία παίζει σε πολλά ταμπλό, εμφανιζόμενη ως αδιαμφισβήτητος θεσμός και εταίρος του κράτους. Μια απ’ αυτές τις ενασχολήσεις, που γίνεται όχι χωρίς ανταλλάγματα (προγράμματα με εισροή κονδυλίων, Ακαδημία Εργασίας, κ.λπ.)είναι και η ενασχόληση με την Παιδεία. Συχνά-πυκνά, λοιπόν, συντάσσονται διάφορες μελέτες, μια από τις οποίες παρουσιάστηκε τη βδομάδα που πέρασε, παρουσία της υπουργού Παιδείας Αννας Διαμαντοπούλου, των μελών του Συμβουλίου Πρωτοβάθμιας Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, εκπροσώπων κοινωνικών και εκπαιδευτικών φορέων και πολιτικών κομμάτων.
Κοντολογίς, όλος ο καλός κόσμος του αστικού συστήματος εξουσίας ήταν μαζεμένος για να ακούσουν τον Παναγόπουλο να δηλώνει πως πρέπει να «προταχθούν πολιτικές, στρατηγικές και γιατί όχι ρήξεις με κατεστημένες νοοτροπίες και αντιλήψεις» (προφανώς τις κατεστημένες νοοτροπίες τις έχουν η εργαζόμενη κοινωνία και η εκπαιδευτική κοινότητα) και πως η ΓΣΕΕ έχει στόχο «να διαχυθεί η δια βίου μάθηση στην κοινωνία των εργαζομένων ως μια ουσιαστική και στέρεα κουλτούρα ζωής, ατομικής και κοινωνικής δράσης», ζητώντας ουσιαστικά να μπει στο πετσί του εργαζόμενου η βεβαιότητα της εργασιακής περιπλάνησης και ανασφάλειας.
Ο Παναγόπουλος επίσης ζήτησε τη «θεσμική αναγνώριση των ζωνών εκπαιδευτικής προτεραιότητας», ευλογώντας την κατηγοριοποίηση περιοχών και σχολείων και την αντικατάσταση του αιτήματος για γενναία χρηματοδότηση της Παιδείας σε όλα τα επίπεδα, με το μίζερο και αντιδραστικό αίτημα της «αλλαγής του μοντέλου κατανομής των πόρων για εκπαίδευση με διαφοροποιημένο σύστημα χρηματοδότησης στις ζώνες εκπαιδευτικής προτεραιότητας». Και φυσικά δεν ξέχασε και το γνωστό αγαπημένο σλόγκαν όλων των εκφραστών των συμφερόντων του κεφαλαίου, τη «δομική σύνδεση της εκπαίδευσης και κατάρτισης με την απασχόληση», καθώς και τη «διασφάλιση της ποιότητας σε όλο το φάσμα της εκπαίδευσης».