Ο Τσίπρας έδωσε το σύνθημα (συνέντευξη στο «Εθνος» στις 22/11) έναρξης του «εθνικού διαλόγου» για την Παιδεία με στόχο την επίτευξη της «κοινωνικής συνοχής» και το υπουργείο Παιδείας εντός των ημερών θα προχωρήσει στο παρασύνθημα, ανακοινώνοντας το χρονοδιάγραμμα και τα θεσμικά όργανα που θα οργανώσουν τον «διάλογο».
Την πρώτη ενημέρωση την έχουμε ήδη από το ανεπίσημο όργανο του ΣΥΡΙΖΑ, την «Εφημερίδα των Συντακτών». Σύμφωνα με το δημοσίευμα (22/11) ένα τριμερές σχήμα θα αναλάβει τη διεξαγωγή του «εθνικού διαλόγου». Αυτό θα αποτελείται από μια «επιτροπή προσωπικοτήτων», την Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής και το Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας.
Πριν αναφερθούμε σε όσα παραθέτει το δημοσίευμα, σχολιάζουμε τα περί «επίτευξης της κοινωνικής συνοχής» του Τσίπρα. Και μόνο η έκφραση αυτή καταδεικνύει το περιεχόμενο και τους στόχους των σχεδιαζόμενων αλλαγών στην Παιδεία. Προφανώς δεν πρόκειται για συνολική ανατροπή της καθεστηκυίας τάξης του αστικού σχολείου, γιατί κάτι τέτοιο θα προκαλούσε τριγμούς και σοβαρές αντιδράσεις από την «αντίπερα όχθη», την οποία οι συριζαίοι θέλουν στη «μεταρρύθμισή» τους υποστηρικτή, εξ ου και η αναφορά στην «κοινωνική συνοχή». Αλλωστε οι συριζαίοι ουδέποτε διεκήρυξαν ότι είναι στις προθέσεις τους κάτι τέτοιο, ίσα-ίσα που εμφανίζονται ως καλύτεροι (από τους προηγούμενους) διαχειριστές της υπάρχουσας κατάστασης, με κάποιες ίσως πινελιές δημοκρατικού αρώματος, για να γίνει πιο εύπεπτο το αποτέλεσμα. Το εγχείρημά τους ασφαλώς και δεν θα έχει οικονομικό κόστος, λόγω της μαχαίρας των Μνημονίων (μια λαϊκή παροιμία λέει ότι «με πορδές δε βάφονται αυγά» και η Παιδεία χρειάζεται πρώτα απ' όλα χρήματα), γι' αυτό και θα είναι μίζερο. Το αποδεικνύει ήδη το επιπλέον κουτσουρεμένο κονδύλι του κρατικού προϋπολογισμού. Δεν μιλάμε για διορισμούς μόνιμων εκπαιδευτικών, ώστε να καλύπτονται όλα τα κενά, αλλά για διαιώνιση των ελαστικών εργασιακών σχέσεων, δε μιλάμε για μείωση του αριθμού των μαθητών ανά τμήμα γιατί αυτό απαιτεί διορισμούς και υποδομές, άρα και κονδύλια. Μιλάμε για αξιολόγηση εκπαιδευτικών-σχολείων-μαθητών, για πιθανή αύξηση του διδακτικού ωραρίου, για υποχρεωτικές μετακινήσεις εκπαιδευτικών (ήδη αυτό γίνεται και με κυβέρνηση Τσιπροκαμμένων), ώστε να καλύπτονται σ' ένα βαθμό οι ανάγκες σε εκπαιδευτικό προσωπικό, για διατήρηση και όχι κατάργηση των κακόφημων Συμβουλίων διοίκησης των Πανεπιστημίων, με άλλες αρμοδιότητες, για να κρατηθούν οι ισορροπίες με τους νεοφιλελεύθερους, για διατήρηση ουσιαστικά της διάταξης του νόμου Διαμαντοπούλου, που καταργεί το πανεπιστημιακό άσυλο, κ.λπ. Για όλα αυτά έχουμε ήδη τις τοποθετήσεις της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Παιδείας (της «πρώτη και δεύτερη φορά» Αριστεράς). Κάποιες αλλαγές θα έχουμε στον τρόπο αξιολόγησης των μαθητών και στις εισαγωγικές εξετάσεις για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, στην έκταση της διδακτέας ύλης, κ.λπ. Κοντολογίς, θα έχουμε δοκιμασμένες αστικές συνταγές με παλιά και νέα καρυκεύματα.
Πάμε τώρα σε όσα αναφέρει η «Εφημερίδα των Συντακτών», τα οποία επιβεβαιώνουν τα παραπάνω. Το τριμερές σχήμα, υπό την αιγίδα του οποίου θα διεξαχθεί ο «εθνικός διάλογος», είναι όπως αναφέραμε
♦ «Η Επιτροπή Διαλόγου, την οποία θα συγκροτήσουν προσωπικότητες από τον ακαδημαϊκό, αλλά και τον ευρύτερο εκπαιδευτικό χώρο. Επικεφαλής της επιτροπής ο καθηγητής, ιστορικός, Αντώνης Λιάκος.
♦ Η Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής, στο πλαίσιο της οποίας θα διεξαχθεί ο διάλογος ανάμεσα στα κόμματα. Πρόεδρός της πρόσφατα διορίστηκε ο καθηγητής Κώστας Γαβρόγλου.
♦ Το Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας (ΕΣΥΠ) που θα ανασυσταθεί, για να αναλάβει τον διάλογο ανάμεσα στους φορείς (ομοσπονδίες, σωματεία κ.ά.). Πρόεδρος αναμένεται να προταθεί ο καθηγητής Νίκος Θεοτοκάς».
Δεν χρειάζονται πολλά για να πειστεί κανείς για το ποια θα είναι η συνέχεια. Ο ρόλος που έχουν παίξει κατά καιρούς όλες αυτές οι επιτροπές, των «σοφών» ακαδημαϊκών, εμπειρογνωμόνων και τα ρέστα, σε όποιο πεδίο κι αν δημιουργήθηκαν (Παιδεία, Ασφαλιστικό, κ.λπ.) είναι διαχρονικός και δεδομένος: προετοιμάζουν ιδεολογικά τη «μεταρρύθμιση», που είναι πάντα σε βάρος των πραγματικών λαϊκών συμφερόντων, είναι άνθρωποι ειδικών αποστολών, κατασκευάσματα της αστικής πολιτικής, οποιασδήποτε απόχρωσης, πάντως αστικής. Η Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής είναι τμήμα του αστικού κ(υ)νοβούλιου και το Εθνικό Συμβούλιο ένα κατασκεύασμα με βρόμικο παρελθόν, που ουδέποτε λειτούργησε ουσιαστικά και χρησίμευσε στους εκάστοτε υπουργούς Παιδείας ως προπέτασμα καπνού στις αντιδραστικές επιθέσεις τους.
Αλλά και αυτοί που τίθενται επικεφαλής των τριών αυτών σχημάτων δίνουν το στίγμα του διαλόγου και των αλλαγών που θα επιχειρηθούν. Ο Αντώνης Λιάκος υπήρξε για χρόνια το δεξί χέρι του Σημίτη. Ηταν στον στενό πυρήνα των εκσυγχρονιστών του σημιτικού ΠΑΣΟΚ, γι' αυτό και ο Σημίτης τον τοποθέτησε επικεφαλής του ΟΠΕΚ («Ομιλος Προβληματισμού για τον Εκσυγχρονισμό της Κοινωνίας»), ενός δημιουργήματος σημιτικής έμπνευσης που είχε ως στόχο να αλώσει τη συνείδηση της εργαζόμενης κοινωνίας με τις θέσεις του εκσυγχρονισμού, του άγριου δηλαδή νεοφιλελευθερισμού. Δραστήριοι αρθογράφοι του ομίλου υπήρξαν ο Γιάννης Στουρνάρας, ο Βασίλης Ράπανος, ο Τάσος Γιαννίτσης, ο Νίκος Χριστοδουλάκης, ο «λοχαγός» του εκσυγχρονισμού Σωκράτης Κοσμίδης, κ.λπ.
Ο Αντώνης Λιάκος υπήρξε ένας εκ των «1000», που στήριξαν τον αντιδραστικό νόμο-πλαίσιο της Γιαννάκου και τη συνταγματική αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος, όταν η πανεπιστημιακή κοινότητα στην πλειοψηφία της αντιστέκονταν και οι φοιτητές μάτωναν στους δρόμους, πασχίζοντας να αποτρέψουν την επίθεση, καθώς υπήρξε και πολέμιος της αποχής από τις εγκάθετες διαδικασίες-φιάσκο για την ανάδειξη των κακόφημων Συμβουλίων διοίκησης. Ως ιστορικός δε, ανήκει στη συνομοταξία αυτών που έχουν βαλθεί να καταρρίψουν τα «εθνικά στερεότυπα» από την πλευρά του κοσμοπολιτισμού και όχι βεβαίως της ατένισης της ιστορίας με τη μαρξιστική-διαλεκτική ματιά.
Στη συνέχεια, ο Αντώνης Λιάκος ακολούθησε διαφορετική πολιτική πορεία, ιδίως όταν διείδε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ όδευε προς την εξουσία και μύρισε και αυτός τα πλάνα αρώματά της, ακολουθώντας τη λαϊκή ρήση πως «υπάρχουν και αλλού πορτοκαλιές που κάνουν πορτοκάλια». Ετσι αναμένεται τώρα να ανταμειφθεί για τις υπηρεσίες του με την τοποθέτησή του ως επικεφαλής της Επιτροπής Διαλόγου.
Προφανώς, η επιλογή Λιάκου στοχεύει στην επίτευξη «της κοινωνικής συνοχής», ενώ οι άλλες δυο επιλογές, του Κώστα Γαβρόγλου και του Νίκου Θεοτοκά και των δύο μελών του ΣΥΡΙΖΑ, στοχεύουν στην επίτευξη των ισορροπιών ανάμεσα στις διάφορες πτέρυγές του. Σημειώνουμε επίσης ότι ο Νίκος Θεοτοκάς είναι μέλος του Συμβουλίου διοίκησης του Παντείου, θεσμό που -υποτίθεται- ότι οι συριζαίοι πολεμούσαν προεκλογικά (θυμίζουμε ότι και ο Γιώργος Σταθάκης υπήρξε υποψήφιος για εσωτερικό μέλος του Συμβουλίου διοίκησης στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, την ώρα που οι συνάδελφοί του αγωνίζονταν -κυρίως με νομικά μέσα-, αλλά αγωνίζονταν ενάντια στο νόμο, την ώρα που οι φοιτητές ακύρωναν με τσαμπουκά κάθε εκλογική διαδικασία που προέβλεπαν οι επαίσχυντοι νόμοι Διαμαντοπούλου-Αρβανιτόπουλου). Από συνέπεια λόγων και έργων οι συριζαίοι άλλο τίποτε!